Του Μάκη Ανδρονόπουλου*
Την Παρασκευή, 15 Φεβρουαρίου, στη Μόσχα κατά τη συνεδρίαση του G20, οι ηγέτες θα δώσουν μια μεγάλη θεατρική παράσταση για τις αγορές, με στόχο να διασκεδάσουν την ραγδαία εξαπλωνόμενη άποψη πως έχουν ήδη ξεκινήσει οι αψιμαχίες ενός παγκόσμιου νομισματικού πολέμου. Οι αγορές θεωρούν πως οι πολιτικοί, αδυνατώντας να εφαρμόσουν αποτελεσματικές μεταρρυθμίσεις για να αποφύγουν την ύφεση και να κερδίσουν ανταγωνιστικότητα, διολισθαίνουν στη λύση πρακτικών που οδηγούν σε έμμεση υποτίμηση των νομισμάτων των χωρών τους, όπως το γεν και στην ανατίμηση, κυρίως του ευρώ, η ισοτιμία του οποίου διαμορφώνεται στο υψηλό του 1,35 δολάρια, γεγονός που έχει πανικοβάλει τους Γάλλους και όχι μόνο.
Κατά συνέπεια, δεν ήταν η πέμπτη από το 2003 άμεση υποτίμηση κατά 32% που αποφάσισε αιφνιδιαστικά ο Ούγκο Τσάβες και η οποία έριξε την ισοτιμία του μπολιβάρ στα 6,3 ανά δολάριο από 4,3, η οποία πυροδότησε σε διεθνές επίπεδο συζητήσεις για πόλεμο νομισμάτων.
Ήταν η βουτιά στην ισοτιμία ευρώ-γεν που προκάλεσε τις συζητήσεις, μαζί με τις δηλώσεις Ευρωπαίων πολιτικών για το αν η τιμή του ευρώ είναι σωστή και αν οι υπουργοί Οικονομικών νομιμοποιούνται να ανακατεύονται με αυτή.
Το ευρώ έχει ανατιμηθεί φέτος περίπου 9% έναντι του γεν. Πριν λίγες μέρες το ευρώ ξεπέρασε τα 127 γεν, που είναι τα υψηλότερα επίπεδα από τον Απρίλιο 2010. Η αγορά ευρώ και η πώληση γεν που είναι της μόδας μεταξύ των currency traders οφείλεται σε δύο λόγους: Πρώτον, η ιαπωνική οικονομία δεν πάει καλά και επικρατεί φόβος ότι ο νέος διοικητής της Bank of Japan θα λάβει ρηξικέλευθα μέτρα για να βγάλει τη χώρα από τον αποπληθωρισμό, όπως αγορές ευρωπαϊκών ομολόγων για να πιεστεί ακόμη χαμηλότερα το γεν. Δεύτερον, αυτά σε συνδυασμό με την υποχρέωση που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις τράπεζες να αποπληρώνουν βραχυπρόθεσμα ομόλογα που είχαν πάρει την περίοδο της κρίσης, συρρικνώνει τη νομισματική βάση και έτσι αποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό την εμπιστοσύνη στο ευρώ.
Ο «πόλεμος των νομισμάτων» ξεκίνησε όταν η Ελβετία μπλόκαρε την ανατίμηση του ελβετικού φράγκου πάνω από το 1,20 έναντι του ευρώ. Οι Ελβετοί ισχυρίζονται ότι το όριο διακύμανσης του φράγκου έναντι του ευρώ που εισήχθη το Σεπτέμβριο του 2011 ως ένα ακραίο μέτρο ελέγχου της ανατίμησης του φράγκου, είναι ένα ειδικό μέτρο και όχι ένα εργαλείο για τον καθορισμό της ελβετικής νομισματικής πολιτικής. Παράλληλα όμως, οι ΗΠΑ και η Βρετανία με την λεγόμενη ποσοτική χαλάρωση (QE) για να αντιμετωπίσουν την ύφεση, αποδυναμώνουν τα εθνικά τους νομίσματα έναντι ευρώ. Οι κυβερνήσεις γενικά, βλέποντας το παράδειγμα της Ιαπωνίας που πλήρωσε ακριβά το ισχυρό γεν, θέλουν να αποφύγουν το εγκλωβισμό τους και ήδη απεργάζονται μεθόδους έμμεσης υποτίμησης.
Εμφύλιος της ευρωζώνης
Τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Pierre Moscovici είπε ότι το ευρώ είναι ενδεχομένως υπερβολικά ισχυρό, γεγονός που δεν ευνοεί τις εξαγωγές. Και συχνά αναφέρεται σε επιθετικές συμπεριφορές με όρους νομισματικής πολιτικής από ορισμένες χώρες. Όμως δεν είναι μόνο οι εξαγωγές, είναι και ότι η ανατίμηση του ευρώ δεν ευνοεί και την ανάκαμψη του ευρωπαϊκού Νότου που παραμένει μια σοβαρή εστία κινδύνου για την παγκόσμια οικονομία. Στις Βρυξέλλες και στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες οι εμπιστευτικές εκθέσεις εντοπίζουν σοβαρές εστίες κινδύνου στον άξονα Ελλάδα- Ισπανία- Ιταλία, χωρίς να αφήνουν εκτός τις επιπτώσεις στον πλεονασματικό Βορρά. Η Fitch προ ημερών αναθεώρησε το outlook της Ολλανδίας από σταθερό σε αρνητικό. Μέσα στο κλίμα αυτό, η Ουάσιγκτον φοβάται κοινωνική έκρηξη στον Νότο. Γι΄αυτό και ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ επιδιώκει στροφή στη δημοσιονομική όσο και στη νομισματική πολιτική της ευρωζώνης, έτσι ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη και η απασχόληση και να αποφευχθούν χαοτικές καταστάσεις.
Η γερμανική κυβέρνηση από την πλευρά της θεωρεί ότι το ευρώ δεν είναι υπερτιμημένο και ότι η μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ισοτιμίας. Η Bundesbank προειδοποίησε μάλιστα ότι οποιαδήποτε στρατηγική για την αποδυνάμωση του ευρώ οδηγεί σε υψηλότερο πληθωρισμό, ενώ αντίθετος στην υιοθέτηση τέτοιων πρακτικών είναι και ο υπουργός Οικονομικών του Λουξεμβούργου Luc Frieden που δήλωσε πως δεν είναι στις αρμοδιότητες του Eurogroup να αποφασίζει για τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Αλλά και ο διοικητής της ΕΚΤ Mario Draghi επεσήμανε τον κίνδυνο που έχουν οι πολιτικές παρεμβάσεις στην στρατηγική της κεντρικής τράπεζας. Στην ουσία όμως έχει ξεσπάσει ένας soft εμφύλιος μέσα στην ευρωζώνη για την τιμή του ευρώ μεταξύ Βορρά και Νότου.
Ο Weidmann της Bundesbank πάντως φοβάται και ένα δυνητικό παγκόσμιο νομισματικό πόλεμο, ένα «αγώνα προς τον πάτο» λόγω των πολιτικών πιέσεων προς τις κεντρικές τράπεζες να πάρουν μέτρα που προδικάζουν την αποδυνάμωση των νομισμάτων. Η Γαλλία έχει προαναγγείλει ότι θα θέσει επιτακτικά το θέμα στο G-20, επιδιώκοντας συντονισμένα μέτρα όταν οι συναλλαγματικές ισοτιμίες προκαλούν αρνητικό αντίκτυπο στις οικονομίες.
Η «παράσταση των πολιτικών» στο G-20 θα είναι αναμφίβολα μια «θεατρική παραγωγή» του επιπέδου τους, όμως είναι σαφές ότι τα περιθώρια ελιγμών από κάθε πλευρά, δηλαδή τις κυβερνήσεις και τις αγορές, δεν είναι απεριόριστα δεδομένου ότι οι μεγάλες οικονομίες βρίσκονται σε ευαίσθητη φάση και μια αναταραχή πέραν των ορίων μπορεί να ανατρέψει το υπερφορτωμένο με υποκριτικές πολιτικές σκάφος της παγκόσμιας οικονομίας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που το G7 σε μια προσπάθεια να χαλαρώσει την ένταση ανακοίνωσε πως οι χώρες δεν θα στοχεύουν σε συγκεκριμένες συναλλαγματικές ισοτιμίες και ότι η υπερβολική αστάθεια μπορεί να πλήξει την σταθερότητα. Την ίδια ώρα η ΕΚΤ διέρρεε στα πρακτορεία χρηματοοικονομικών ειδήσεων ότι προτίθεται να ισοφαρίσει τις αποπληρωμές 145,6 δισεκ. ευρώ των LTRO (Longer-Term Refinancing Operations) ώστε να μην στεγνώσει η ευρωζώνη από ρευστό και επηρεασθεί η ισοτιμία του ευρώ.
* Ο Μάκης Ανδρονόπουλος είναι δημοσιογράφος, blogger και συγγραφέας του βιβλίου «Η Ελλάδα στο ντιβάνι – Διεργασίες ανατροπής γύρω από την ιστορία, τη γλώσσα και τα κοινωνικά στερεότυπα» (εκδ. Αλεξάνδρεια, 2011).