Γράφει ο Κασσιανός Τζέλης
Βόμβα και πάλι στα θεμέλια του πολύπαθου Κτηματολογίου, αυτή τη φορά από καταγγελία, για νόθευση του διαγωνισμού για την κτηματογράφηση του 65% της χώρας, με πάρτι υπερκοστολογήσεων και προσυμφωνημένων προσφορών από υποψήφιες εταιρείες που κέρδισαν τελικώς “χρυσές” συμβάσεις.
Σύμφωνα με δημοσίευμα στην Real News, η καταγγελία αφορά σε τουλάχιστον 22 απο τις 28 συμβάσεις που προκηρύχθηκαν πριν ένα χρόνο και οι οποίες βρίσκονται ένα βήμα πριν υπογραφούν απο την αρμόδια επιτροπή που παρά τις “σκιές” προχώρησε κανονικά στις αναδείξεις προσωρινών μειοδοτών, με την έγκριση του ΔΣ της δημόσιας εταιρείας του Κτηματολογίου.
Η καταγγελία έφτασε έως τις Βρυξέλλες και την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κλιμάκιο της οποίας, σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται να έρθει εσπευσμένα στο επόμενο διάστημα στην Αθήνα για να διερευνήσει το ζήτημα. Αν ευσταθούν οι καταγγελίες, είναι πολύ πιθανό να τεθεί θέμα ανάκλησης κοινοτικών κονδυλίων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ενήμερο για το θέμα είναι και το Μέγαρο Μαξίμου, καθώς το έργο του Κτηματολογίου είναι μνημονιακή υποχρέωση και ενδιαφέρει ιδιαιτέρως την Τρόικα.
Η διοίκηση του Κτηματολογίου γνωρίζει τουλάχιστον από τις 22 Σεπτεμβρίου, την καταγγελία της εταιρείας Tragsatec, χωρίς όμως να έχει προχωρήσει σε οποιαδήποτε ενέργεια.
Χρειάστηκε να φτάσει το θέμα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να κινητοποιηθεί η ελληνική πλευρά και μόλις την περασμένη Πέμπτη, ημέρα, μάλιστα, της γενικής απεργίας, συνεδρίασε εκτάκτως το ΔΣ της εταιρείας του Κτηματολογίου προκειμένου να εξετάσει το ζήτημα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αν και προτάθηκε αρχικώς η ακύρωση των επίμαχων συμβάσεων και η προώθηση της υπογραφής των υπολοίπων, τελικώς και περιέργως αποφασίστηκε να συνεχιστούν κανονικά οι διαδικασίες!
Πάντως, σύμφωνα με την καταγγελία, για την πλειονότητα των συμβάσεων υπάρχουν “σκιές”.
Την καταγγελία έκανε η ισπανική εταιρεία ΤRAGSATEC που έλαβε μέρος, σε σύμπραξη με το ελληνικό γραφεία της κας Μαρίας Πιέρρου, στον ενιαίο διαγωνισμό που προκηρύχθηκε πριν ένα χρόνο
για την κτηματογράφηση της υπόλοιπης, μη κτηματογραφημένης έκτασης της χώρας, συνολικής αξίας 572 εκατ. ευρώ.
Πρόκειται για την τέταρτη γενιά κτηματογράφησης η οποία αφορά σε 16 εκατομμύρια δικαιώματα, δηλαδή το 42% του συνόλου των δικαιωμάτων της χώρας και καλύπτει συνολική έκταση 86 εκατ. στρεμμάτων, η πλειονότητα των οποίων ειναι αγροτικές περιοχές.
Ο διαγωνισμός περιλαμβάνει 28 συμβάσεις μελετών που δημοπρατήθηκαν χωριστά. Οι καταγγέλλοντες διεκδίκησαν τρεις απο τις μεγαλύτερες συμβάσεις και οι οποίες αφορούσαν σε περιοχές της Δυτικής Αττικής, της Στερεάς Ελλάδας και της Χαλκιδικής.
Σύμφωνα με την καταγγελία, οι μειοδότες πήραν αυτές τις συμβάσεις προσφέροντας εκπτώσεις από 25%-36%, ενώ την ίδια στιγμή διεκδικούσαν και άλλες συμβάσεις υποβάλλοντας οικονομικές προτάσεις με πολύ χαμηλές εκπτώσεις, της τάξεως του 2,5%-3%.
Μάλιστα, σύμφωνα με την καταγγελία, στις 22 από τις 28 συμβάσεις, στην διεκδίκηση των οποίων έλαβαν μέρος μόνο ελληνικές εταιρείες και μελετητικά γραφεία, ο μέσος όρος των προσφερόμενων εκπτώσεων ήταν περιέργως, εξαιρετικά χαμηλός και δεν ξεπερνούσε το 2,6%.
Με απλά λόγια, αυτό που καταγγέλλεται είναι ότι οι ελληνικές εταιρείες και γραφεία που συμμετείχαν στους μειοδοτικούς διαγωνισμούς, φαίνεται να είχαν συμφωνήσει ώστε τα έργα που διεκδικούν και ξένοι, να τα “χτυπούν” και να τα παίρνουν οι ίδιοι, προσφέροντας υψηλές εκπτώσεις. Η τακτική τους στα έργα που δεν συμμετείχαν ξένοι, ήταν να κάνουν όλοι προσφορές με πολύ χαμηλές εκπτώσεις, έτσι ώστε η τιμή να κλείνει κοντά στην εκκίνηση της, άρα τα έργα να ανατίθενται, σε υποτίθεται μειοδοτικούς διαγωνισμούς, με ακριβούς προυπολογισμούς.
Σύμφωνα μάλιστα με πηγές που γνωρίζουν το θέμα, το περιθώριο κέρδους για τους αναδόχους απο την εκτέλεση αυτών των συμβάσεων, η αξία των οποίων κυμαίνεται απο 14,5 εκατ. ευρώ έως 31,4 εκατ. ευρώ η κάθε μια, ξεπερνάει το 30%.
Η εξέλιξη αυτή είναι ικανή να τινάξει στον αέρα τον διαγωνισμό ύψους 560 εκατ. ευρώ που προκηρύχθηκε πριν ένα χρόνο άρα και τον πολλάκις εξαγγελθέντα στόχο ολοκλήρωσης του έργου ως το 2020 ενώ ενδέχεται να ανοίξει και θέμα ανάκλησης κονδυλίων απο την ΕΕ. Αποκαλύπτει παράλληλα, ότι οι περίφημες μεταρρυθμίσεις αποτελούν κενό γράμμα με μια σαθρή λογική να διαπερνά ακόμα την λειτουργία του κράτους, τις δημόσιες συμβάσεις και τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος.