Γράφει ο Κωνσταντίνος Παντελής
Αυτό που φοβόταν η Ευρώπη συνέβη την περασμένη Παρασκευή. Έξι συντονισμένες τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, μεταξύ των οποίων εκείνες σε έναν συναυλιακό χώρο και στον περιβάλλοντα χώρο του γηπέδου Stade de France (όπου διεξάγονταν φιλικός αγώνας ποδοσφαίρου μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, παρόντος του Γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ) είχαν ως τραγικό απολογισμό 128 νεκρούς, ενώ 99 άνθρωποι νοσηλεύονται ακόμα σε κρίσιμη κατάσταση. Οι τρομοκρατικές αυτές επιθέσεις αποτελούν και την πιο αιματηρή μέρα που γνώρισε η Γαλλία μετά την απελευθέρωσή της από τους ναζί.
Ο πανικός και ο φόβος για το αναπάντεχο και την έλλειψη ασφάλειας, που πλέον είναι εμφανής και στο ευρωπαϊκό έδαφος, ταρακούνησε για ακόμη μια φορά συθέμελα αλλά και ανεπανόρθωτα τον πληθυσμό της Γαλλίας. Μαζί τους, και το σύνολο του δυτικού κόσμου που εκφράζει τη θλίψη, την αλληλεγγύη του, τους φόβους αλλά και την οργή του κατά κόρον στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τις τελευταίες δύο μέρες. Και το πρώτο ερώτημα μετά το μεγάλο σοκ της «11ης Σεπτεμβρίου της Ευρώπης» όπως χαρακτηρίστηκε η 13η Νοεμβρίου 2015, είναι πώς θα αντιδράσει η Γαλλία, η Ευρώπη και ενδεχομένως το σύνολο του δυτικού κόσμου σε αυτά τα χτυπήματα.
Μετά από την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, οι ΗΠΑ υπό τον Τζορτζ Μπους αντέδρασαν στις δίχως προηγούμενο συντονισμένες επιθέσεις επί αμερικανικού εδάφους, με ατελέσφορες και σχεδόν τυφλές πολεμικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, τις οποίες δυσκολεύονται ακόμη να διαχειριστούν και να τερματίσουν. Για την Ευρώπη η κατάσταση είναι ακόμη πιο περίπλοκη. Αντίθετα με την Αμερική, η Ευρώπη συμβαίνει να βρίσκεται σε μεγάλη εγγύτητα από τη βάση του ισλαμικού εξτρεμισμού (τζιχαντισμού), από τα εδάφη της Μέσης Ανατολής που εκτράφηκε και δραστηριοποιείται κυρίαρχα το Ισλαμικό Κράτος ή Isis ή Isil ή DAESH. Το μοναδικό φυσικό σύνορο που χωρίζει την Ευρώπη από τη Μέση Ανατολή είναι η Μεσόγειος.
Ακόμα σημαντικότερο, οι τζιχαντιστές δεν έχουν την ανάγκη να στρατολογήσουν και να εκπαιδεύσουν μέλη από τις χώρες του Κόλπου ή της Μέσης Ανατολής για να επιχειρήσουν τρομοκρατικά χτυπήματα στις ευρωπαϊκές χώρες. Στους κόλπους των πολυπληθών μουσουλμανικών κοινοτήτων της Ευρώπης βρίθει η ριζοσπαστικοποίηση εκείνων που αισθάνονται ενάντια στις δυτικές δημοκρατίες και βλέπουν το Ισλαμικό Κράτος ως μέσο εκδίκησης και απελευθέρωσης. Στη Γαλλία, η μουσουλμανική κοινότητα ανέρχεται στο 7,5% του συνολικού πληθυσμού. Τον περασμένο Απρίλιο, έκθεση της γαλλικής Γερουσίας συμπέρανε ότι από τους 3.000 καταγεγραμμένους Ευρωπαίους τζιχαντιστές που είχαν πολεμήσει στο πλευρό του «Ισλαμικού Κράτους» στο Ιράκ και τη Συρία, οι 1.430 ήταν Γάλλοι.
Το σοκ που προκάλεσε η 13η Νοεμβρίου στη Γαλλία, στην Ευρώπη και στον κόσμο όλο ασφαλώς θα εντείνει σε όλες τις δυτικές πρωτεύουσες την αίσθηση της κατεπείγουσας ανάγκης τόσο για την υιοθέτηση επιπρόσθετων μέτρων ασφάλειας σε όλα τα επίπεδα, όσο και για την εξολόθρευση του Ισλαμικού Κράτους. Ωστόσο, οι 15 μήνες μετά την έναρξη των αεροπορικών βομβαρδισμών των ΗΠΑ και των συμμάχων τους –και οι δυόμισι μήνες μετά τη ρωσική παρέμβαση στο μέτωπο των επιχειρήσεων– έδειξαν ότι αυτό δεν θα είναι εύκολο και δεν θα έρθει γρήγορα, καθώς οι τζιχαντιστές εξακολουθούν να ελέγχουν μεγάλα αστικά κέντρα, όπως η Ράκα στη Συρία και η Μοσούλη στο Ιράκ. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά, γίνεται σαφές ότι αυτό που πραγματικά επείγει είναι η πολιτική λύση του συριακού προβλήματος, κάτι που δεν μπορεί να γίνει χωρίς κάποιου είδους συνεννόηση της Δύσης και των περιφερειακών συμμάχων της με τη Ρωσία και το Ιράν. Ας ελπίσουμε ότι ο νέος γύρος των διαβουλεύσεων της Βιέννης, που ξεκίνησε χθες, στον απόηχο της γαλλικής τραγωδίας, θα έχει καλύτερα αποτελέσματα από τον προηγούμενο.
Ο τομέας στον οποίο δεδομένα αναμένονται ραγδαίες εξελίξεις είναι και η μεταναστευτική κρίση, η οποία ήδη έχει κλονίσει τη συνοχή της ΕΕ, αλλά και η οποία ενέχει ως άμεσο κίνδυνο την παγιοποίηση δυναμικών ακραίων ξενοφοβικών στοιχείων, με αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό της βίας. Αξίζει χαρακτηριστικά να αναφερθεί ότι το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν, που είχε ήδη επωφεληθεί από τον απόηχο των τρομοκρατικών επιθέσεων του περασμένου Ιανουαρίου στο σατιρικό περιοδικό Charlie Hebdo, είναι πολύ πιθανό να επωφεληθεί από την ατμόσφαιρα που τείνει να δημιουργηθεί ενόψει των περιφερειακών εκλογών του Δεκεμβρίου και των ακόμη περισσότερο κρίσιμων προεδρικών εκλογών του 2017. Η Γαλλία, δια στόματος του Προέδρου Ολάντ, έκλεισε το Σάββατο τα σύνορά της και κήρυξε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, κάτι το οποίο φανέρωσε από την πλευρά του το πρωτοφανές σοκ που προκάλεσε το ισχυρό πλήγμα στην καρδιά της Ευρώπης. Αν παραταθεί αυτή η κατάσταση και αν το γαλλικό παράδειγμα ακολουθήσουν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, θα προκύψει άμεσος κίνδυνος εγκλωβισμού μεγάλων πληθυσμών προσφύγων στις χώρες πρώτης εισόδου, με αυτονόητες επιπτώσεις κατά κύριο λόγο στην Ελλάδα. Και βέβαια οι άκαρπες και αναποτελεσματικές, μέχρις στιγμής, τακτικές και στρατηγικές της ΕΕ ως προς τη μεταναστευτική κρίση δυσκολεύει την παρούσα κατάσταση σε μεγάλο βαθμό.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές οι δυνάμεις της Γαλλικής πολεμικής αεροπορίας εντείνουν τους βομβαρδισμούς σε θέσεις-κλειδιά του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία, όπως κέντρα διοίκησης, στρατολόγησης κι εκπαίδευσης, καθώς και αποθήκες πυρομαχικών. Σε θεσμικό επίπεδο, φαίνεται πως στο πλαίσιο της Συνόδου των G20, εκφράστηκε έντονα η ανάγκη για ουσιαστική διεθνή συνεργασία με σκοπό την καταπολέμηση του Isis, ενώ σχετική φωτογραφία που απεικονίζει τετ-α-τετ Ομπάμα και Πούτιν έκανε χθες τον γύρο του κόσμου μέσω των social media. Ένα από τα ερωτήματα που τίθεται πλέον είναι σαφώς και η αντίδραση του ΝΑΤΟ, μέλος του οποίου αποτελεί η Γαλλία. Κι αυτό διότι, οι συντονισμένες επιθέσεις της Παρασκευής σκιαγραφούν γλαφυρά τα όσα προβλέπει το άρθρο 5 της Συνθήκης της Ουάσινγκτον (καταστατικής συνθήκης του Οργανισμού Βορειοατλαντικού Συμφώνου), όπου ρητά αναφέρεται η δέσμευση των κρατών μελών του Οργανισμού να θεωρήσουν οποιαδήποτε «Ένοπλη Επίθεση» προς σύμμαχο κράτος ως επίθεση εναντίον όλων των μελών του και να δράσουν αναλόγως. Στην πραγματικότητα το Άρθρο 5 είναι η μοναδική νομική βάση εμπλοκής της Συμμαχίας σε πολεμικές επιχειρήσεις. Από μόνο του αυτό όμως δεν φθάνει, καθώς η απόφαση για την ενεργοποίησή του είναι κατά βάση πολιτική. Μένει λοιπόν αν δούμε, ποιες θα είναι οι εξελίξεις των επόμενων ημερών, στον απόηχο του νέου αυτού κύκλου τρομοκρατικής βίας.