H εργασιακή εξουθένωση, το burnout, όπως το ξέρουμε οι πιο πολλοί, είναι ένας σχετικά πρόσφατος επιστημονικός όρος.
Εισήχθη μόλις το 1974 από τον Γερμανό ψυχολόγο Herbert Freudenberger, όταν εκείνος, παρατηρώντας το ανθρώπινο δυναμικό μιας κλινικής αποτοξίνωσης παρατήρησε μια ψυχοσωματική συμπεριφορά η οποία έχει ως βασικό του αίτιο την κούραση που προκαλεί η υπερέκθεση στη δουλειά και άρα στο παρατεταμένο στρες που προκαλεί η παθολογική αφοσίωση στην εργασία και τα δεινά της.
Προφανώς και σχετίζεται με τις επιπλέον ώρες που αφιερώνουμε σ’ αυτήν αλλά και σε άλλους παράγοντες οι οποίοι βυθίζουν σωματικά και ψυχολογικά το άτομο.
Ποια σημάδια είναι τα πιο συνηθισμένα;
Είσαι μονίμως κουρασμένη/ος: Το αυτονόητο σύμπτωμα υπερκόπωσης είναι η ίδια η κούραση που νιώθεις, σωματικά, πνευματικά και συναισθηματικά. Δεν μπορείς να πάρεις τα πόδια σου, στην κυριολεξία.
Ξυπνάς και κοιμάσαι με στρες: Βασικά το άγχος σ’ έχει καταβάλλει. Αυτό δεν εκδηλώνεται αποκλειστικά με δυσκολία να σηκωθείς από το κρεβάτι σου το πρωί, αλλά και με τον ακριβώς αντίστροφο τρόπο. Δεν χαλαρώνεις ποτέ, στην ανησυχία και την τσίτα το μυαλό, το κορμί σου μέσα στην υπερένταση για τα τιμολόγια που δεν περάστηκαν π.χ. και τι θα κάνουμε που δεν άρεσε η ιδέα στον πελάτη.
Δεν μπορείς να συγκεντρωθείς: Αισθάνεσαι ότι κάτι δεν πάει καλά. Μια δουλειά που έκανες, σε μία ώρα τώρα σου παίρνει διπλάσιο χρόνο γιατί το μυαλό σου είναι τόσο καταπονημένο που δουλεύει σχεδόν μηχανικά και δεν αποδίδει.
Έχεις αρνητικά συναισθήματα: Όλα τα παραπάνω με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν στη συναισθηματική εξάντληση. Απογοήτευση, κατατονία, μια μαυρίλα, μια θλίψη, μια ματαιότητα και μια σταθερή διαπίστωση πως ζεις πλέον για να δουλεύεις. Η δουλειά έχει αρχίσει να σε κατατρώει σαν εθισμός.
Παραμελείς τον εαυτό σου: Τρως ακατάστατα, έχεις σταματήσει να γυμνάζεσαι, κάθεσαι με τις ώρες σε μία καρέκλα, τα μάτια σου τσούζουν, η κοινωνική σου ζωή έχει περιοριστεί αισθητά αφού η καθημερινότητά σου είναι υπερπλήρης καθηκόντων.