Ηχηρή απάντηση στην Τουρκία δίνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο έκανε ένα βήμα πιο μπροστά από την απόφαση του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων στο θέμα των παράνομων δραστηριοτήτων της Τουρκίας στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Στο κείμενο που εγκρίθηκε, γίνεται λόγος και για «στοχευμένα μέτρα», πέραν της καταδίκης της Τουρκίας και της υποστήριξης της πρόσκλησης για την επιβολή «κατάλληλων μέτρων» και κατά προσώπων, αναφέρουν διπλωματικές πηγές.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καταδικάζει τις συνεχιζόμενες παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο.
Παράλληλα, εκφράζει την ανησυχία του για τη μη ανταπόκριση της Άγκυρας στα μηνύματα να σταματήσει αυτές τις δραστηριότητες, επισημαίνει τις άμεσες αρνητικές επιπτώσεις που θα έχουν αυτές στις ευρωτουρκικές και καλεί την Τουρκία να δείξει αυτοσυγκράτηση και να σεβαστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου.
Επίσης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναλαμβάνει να παρακολουθεί το θέμα, το οποίο αναμένεται να συζητηθεί εκ νέου στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα συγκληθεί εντός του Ιουλίου.
Συγκεκριμένα, για την Τουρκία στο κείμενο συμπερασμάτων σημειώνεται:
«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπενθυμίζει και επιβεβαιώνει τα προηγούμενα συμπεράσματα του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένων αυτών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 2018, που καταδικάζουν έντονα τις συνεχιζόμενες παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο Πέλαγος. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εκφράζει σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τις τρέχουσες παράνομες εξορυκτικές δραστηριότητες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και εκφράζει την λύπη του για το γεγονός ότι η Τουρκία δεν έχει ακόμη απαντήσει στις επανειλημμένες εκκλήσεις της ΕΕ να σταματήσει αυτές τις δραστηριότητες. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογραμμίζει τις σοβαρές άμεσες αρνητικές επιπτώσεις που έχουν αυτές οι παράνομες ενέργειες σε ολόκληρο το εύρος των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί την Τουρκία να επιδείξει αυτοσυγκράτηση, να σεβαστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου και να απέχει από τέτοιου είδους ενέργειες. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επικυρώνει την πρόσκληση προς την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να υποβάλουν χωρίς καθυστέρηση επιλογές για κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των στοχευμένων μέτρων. Η ΕΕ θα συνεχίσει να παρακολουθεί από κοντά τις εξελίξεις και είναι έτοιμη να ανταποκριθεί κατάλληλα και με πλήρη αλληλεγγύη προς την Κύπρο. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί το ζήτημα και θα επανέλθει αναλόγως.»
Η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ε.Ε. για θέματα εξωτερικής πολιτικής και θέματα άμυνας, Φεντερίκα Μογκερίνι, είπε στον Αλέξη Τσίπρα ότι έχουν αρχίσει να επεξεργάζονται την έκθεση που θα υποβάλουν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και σε αυτή γίνεται λόγος για «στοχευμένα μέτρα» κατά της Τουρκίας.
Το ζήτημα έθεσε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, ο οποίος ευχαρίστησε τους Ευρωπαίους ηγέτες για την αλληλεγγύη τους, αναφέρθηκε σε όλες τις ενέργειες της Τουρκίας και ειδικά τις τελευταίες μέρες στην Κυπριακή ΑΟΖ και τόνισε πως, αν δεν υπάρξει ένα σαφές μήνυμα, δε θα λάβει η Τουρκία τα μηνύματα που πρέπει.
Στην παρέμβασή του ο Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, είπε ότι δε μπορεί να γίνει ανεκτή η παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου από την Τουρκία και πως, αν δεν υπάρξει αντίδραση, αυτές οι συμπεριφορές θα συνεχιστούν και θα επεκταθούν.
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, ο κ. Τσίπρας παρατήρησε πως δεν είναι δυνατό το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να παίρνει μέτρα και να επιβάλλει κυρώσεις στη Ρωσία για την Ουκρανία, να παίρνει μετρα για τη Βενεζουέλα και το Ιράν και να μην παίρνει μέτρα όταν παραβιάζεται η κυριαρχία ενός κράτους μέλους, δηλαδή η ευρωπαϊκή κυριαρχία.
Τόνισε πως η Ελλάδα και η Κύπρος δεν έκλεισαν ποτέ την πόρτα του διαλόγου και δήλωσε τη διάθεση να ξαναρχίσουν οι συνομιλίες για επίλυση του Κυπριακού, στη βάση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Η κ. Μογκερίνι επιβεβαίωσε τις ανησυχίες για ευρύτερους κινδύνους κι ενημέρωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τα επόμενα βήματα.
Το κείμενο υποστηρίχθηκε από μεσογειακές χώρες (Γαλλία, Ιταλία), ενώ διαφωνίες, κυρίως ως προς τη διατύπωσή του, εκφράστηκαν από τη Γερμανία και την Ολλανδία, αλλά στο τέλος έγινε αποδεκτό από όλους.