Γράφει ο Ceteris Paribus
“Γιατί χρονοτριβεί η κυβέρνηση;” ρωτούν πολλοί. Ακόμη περισσότεροι είναι όσοι βεβαιώνουν ότι αυτή η χρονοτριβή αποκαλύπτει έλλειψη σχεδίου που προδιαγράφει μια μοιρολατρική πορεία προς τον γκρεμό. Όσοι σκέφτονται έτσι, θα μας επιτρέψουν να τους πούμε ότι δεν έχουν διακρίνει πίσω από το χαοτική σκηνικό της διαπραγμάτευσης τι είναι αυτό που «παίζεται».
Ας τα πάρουμε από την αρχή. Εν αρχή, λοιπόν, ην η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου. Με αυτή παραμερίστηκε το εμπόδιο της λήξης του τρέχοντος προγράμματος στις 28 Φεβρουαρίου και δόθηκε στοιχειωδώς χρόνος για τη διαπραγμάτευση.
Για τους δανειστές, η συμφωνία αυτή αποσκοπούσε στο να «υποταχτεί» η νέα κυβέρνηση στις βασικές μνημονιακές σταθερές: όχι κούρεμα του χρέους, πρωτογενή πλεονάσματα, αποδοχή της τελευταίας αξιολόγησης του τρέχοντος προγράμματος για να αποδεσμευτεί η τελευταία δόση.
Για την κυβέρνηση ο στόχος ήταν να κερδίσει χρόνο. Ωστόσο, ο χρόνος αυτός πληρώθηκε με την αποδοχή ενός πλαισίου δεσμεύσεων εξαιρετικά πιεστικού.
Ωστόσο, η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου δεν ήταν η κατάληξη αλλά η αρχή της διαπραγμάτευσης. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα ήταν να γίνει η ίδια η συμφωνία αντικείμενο της διαπραγμάτευσης!
Ο Αλέξης Τσίπρας εξαρχής ήθελε το συμβιβασμό, αλλά ένα συμβιβασμό σε δύο φάσεις: Στην πρώτη φάση, για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, με μια λίστα μεταρρυθμίσεων που δεν θα περιείχαν το σκληρό πυρήνα του μέιλ Χαρδούβελη. Στη δεύτερη φάση, για τη συνολική συμφωνία, που αναπόφευκτα θα περιείχε και τα «ενοχλητικά» μέτρα που απαιτούσαν οι δανειστές. Για το επιτελείο του Αλέξη Τσίπρα, αυτή η συμφωνία σε δύο φάσεις ήταν όρος απαράβατος ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί πολιτικά τις συνέπειες, πρώτα απ’ όλα στον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, την Κ.Ο. και την κυβέρνηση και ύστερα στο εσωτερικό της χώρας. Γι’ αυτό, ήθελε και εξακολουθεί να θέλει μια συμφωνία «οπισθοβαρή», με «μαλακό» πρόσωπο στην πρώτη φάση και το σκληρό να ακολουθεί…
Για τους δανειστές όμως ίσχυε το αντίθετο: ήθελαν και εξακολουθούν να θέλουν μια συμφωνία «εμπροσθοβαρή», ώστε η κυβέρνηση να μην κερδίσει χρόνο και «πόντους» για να τους σύρει σε μια πολύμηνη διαπραγμάτευση με τους δικούς της όρους…
Η αντίθεση των αντικρουόμενων επιδιώξεων και σχεδιασμών είναι που παρατείνει το χρόνο της διαπραγμάτευσης. Μόνο που αυτή η παράταση του χρόνου προσκρούει στο πρόβλημα της χρηματοδότησης. Για να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα, η κυβέρνηση ακολούθησε τη μέθοδο της δέσμευσης των ρευστών διαθεσίμων των οργανισμών και φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα (στην αρχή οικειοθελούς και με την πρόσφατη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου υποχρεωτικής).
Εδώ έρχεται το δεύτερο ερώτημα: γιατί η κυβέρνηση κερδίζει χρόνο «πληρωμένο με αίμα», δηλαδή μέχρι και την εξάντληση του τελευταίου ευρώ του ευρύτερου δημόσιου τομέα; Στην ουσία απαντά με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση στους δανειστές: Από τη στιγμή που δεν μας δίνετε τη δυνατότητα του συμβιβασμού σε δύο φάσεις, θα εξαντλήσουμε το χρόνο μέχρι τα τέλη Ιουνίου για να πάμε σε συμβιβασμό σε μία φάση. Με τη μέθοδο του «2 σε 1» θα κλείσει το προηγούμενο πρόγραμμα και θα υπογραφτεί το νέο πρόγραμμα σχεδόν ταυτόχρονα. Αλλά δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε αν συνεχίσετε να μας επιβάλλετε τα μέτρα του σκληρού πυρήνα του μέιλ Χαρδούβελη. Αυτός ο τελευταίος «αστερίσκος» είναι που κρατάει ανοιχτά όλα τα «καυτά» σενάρια…
Ότι βαδίζουμε ολοταχώς με βάση το σχέδιο «2 σε 1» το παραδέχτηκε εμμέσως και η Μέρκελ στις δηλώσεις της ύστερα από τη συνάντηση με τον Αλέξη Τσίπρα. Η Γερμανίδα καγκελάριος έκανε δύο συμπληρωματικές δηλώσεις: Πρώτα είπε ότι «νομικά, δεν μπορεί να γίνει συζήτηση για νέα συμφωνία αν προηγουμένως δεν κλείσει η αξιολόγηση του προηγούμενου προγράμματος». Και στη συνέχεια πρόσθεσε: «Πρέπει να κάνουμε τα πάντα, για να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο να ξεμείνει από χρήματα η Ελλάδα πριν από την ολοκλήρωση μιας συμφωνίας». Όλες οι τελευταίες πληροφορίες λένε πως οι δανειστές προσανατολίζονται στη μετάθεση του χρονοδιαγράμματος της συμφωνίας για τον Ιούνιο, με αποδέσμευση ωστόσο μέσα στο Μάιο του 1,9 δισ. ευρώ από τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης από ελληνικά ομόλογα.
Όλα αυτά έχουν αναμφίβολα το θετικό πρόσημο ότι το σενάριο της συμφωνίας αρχίζει να αποκτάει το προβάδισμα. Oι δανειστές δεν θα χαλαλίσουν ούτε ευρώ αν δεν έχουν ισχυρές διαβεβαιώσεις για τη συνολική συμφωνία που θα επακολουθήσει – αν αποδεσμευτεί έστω και ένα ευρώ, αυτό θα είναι πολύ ισχυρή ένδειξη ότι η συνολική συμφωνία έχει δρομολογηθεί. Αν, αντίθετα, η ελληνική κυβέρνηση αναγκαστεί να εξαντλήσει και το τελευταίο ευρώ ρευστών διαθεσίμων και στη συνέχεια να προχωρήσει σε «ανώμαλες» λύσεις όπως το διπλό νόμισμα, τότε θα έχουμε μπει στην «οδό της απωλείας», όπου το προβάδισμα θα έχουν τα «καυτά» σενάρια…