Τις δραματικές στιγμές που έζησαν κατά τη διάρκεια της εμπρηστικής επίθεσης στο υποκατάστημα της Μαρφίν στην οδό Σταδίου, περιέγραψαν με κάθε λεπτομέρεια, οι υπάλληλοι της τράπεζας που έκαναν αγωνιώδεις προσπάθειες για να σωθούν από τις φλόγες και τον πυκνό καπνό που είχε δημιουργήσει συνθήκες ασφυξίας στο κτήριο.
«Μας είχαν στο στόχαστρο, φωνάζανε … είδα ότι έχει σπάσει το τζάμι του ισογείου και ότι κάποια άτομα έριχναν εύφλεκτο υλικό. Πήρα πυροσβεστήρα αλλά δεν τα κατάφερα. Έτσι ανεβήκαμε πάνω στον 2ο όροφο. Η φωτιά άρχισε σιγά σιγά να ανεβαίνει… ήμουν εγκλωβισμένος στο μπαλκόνι δεν ήξερα αν πρέπει να πηδήξω ή να καώ… πετούσαν πέτρες. Παρεισφρήσαν στην πορεία… βλέπαμε να σπάνε τον Ιανό. Δεν ήταν οι διαδηλωτές που ήρθαν να διαδηλώσουν για το Μνημόνιο. Είχαν μπει μέσα στη πορεία. Είχαν καλύψει τα πρόσωπα τους. Στις 2 παρά 5 ακούσαμε το σπάσιμο… εγώ εν τέλει πήδηξα από το μπαλκόνι. Όσο ήμουν στο μπαλκόνι δεν είδα κίνηση αλληλεγγύης προς εμάς… υπήρχε μόνο ένας άνθρωπος που φώναζε “μέσα καίγονται ρε παιδιά”», υποστήριξε κατά την κατάθεσή του υπάλληλος της τράπεζας.
Ο μάρτυρας ανέφερε ότι δεν υπήρχε σύστημα πυρόσβεσης και πως η τράπεζα είχε μία μοναδική έξοδο διαφυγής.
Η υπάλληλος της τράπεζας και νυν συνταξιούχος Ελευθερία Αθανασίου, είπε κατά την κατάθεσή της ότι είχαν εντολή να δουλέψουν παρά το γεγονός ότι είχαν ενημερώσει ότι αναμένεται μεγάλη συγκέντρωση.
«Είχαμε άνωθεν εντολή ότι θα δουλέψουμε. Τους είπαμε ότι αναμένεται μια μεγάλη συγκέντρωση .. μας είπαν μην σας νοιάζει πηγαίνετε να δουλέψετε. Ήμουν στον ημιώροφο. Κάποια στιγμή βλέπω απέναντι μια ομάδα νεαρών κουκουλοφόρων που πέταγαν πέτρες . Μετά ακούω 2 με 3 μπαμ, έσπασε η τζαμαρία, πέταξαν μολότωφ έβγαζε ένα καπνό που δεν έχω ξαναδεί, γιατί και άλλη φορά μας είχαν πετάξει μολότωφ. Δεν τους είδα ….άκουσα το θόρυβο. Αμέσως ο καπνός ανέβηκε πάνω πνιγήκαμε κυριολεκτικά. Ανεβήκαμε προς το πάνω. Φθάσαμε στον 3ο όροφο σε ένα μπαλκονάκι….Τα ματ πριν το περιστατικό ήταν μπροστά στην τράπεζα υπήρχε μια διμοιρία. Μετά όμως έφυγαν κυνηγώντας τους κουκουλοφόρους με τις πέτρες και τα ρόπαλα από απέναντι», είπε η μάρτυρας ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας.
Από την πλευρά του, ο υπάλληλος της Marfin Ηλίας Μπούρης υποστήριξε κατά την κατάθεσή του ότι «υπήρχαν απειλητικά μηνύματα κατά καιρούς στους τοίχους με σπρέυ, όπως ” Θάνατος στους τραπεζίτες…» Μας είχαν ξαναπετάξει βόμβες. Συνήθως έμπαιναν νοβοπάν στα τζάμια που καθυστερούσαν το σπάσιμο, δεν ξέρω γιατί δεν μπήκαν αυτή τη φορά.»
Ο μάρτυρας Γιώργος Κόλιας μίλησε για ‘’ομάδα με οργάνωση, που είχε δομή και πήγαιναν συντεταγμένα σαν στρατιωτικοί.» Όπως χαρακτηριστικά είπε: «Πήγαν επί τούτου για να κάνουν αυτό.»
Η υπάλληλος Αναστασία Ζαφειροπούλου στην κατάθεσή της τόνισε ότι όταν μπήκε εκείνη την μέρα στην τράπεζα είδε συνθήματα γραμμένα στη τζαμαρία.
«Ήμουν στον 3ο όροφο . Είδα όταν μπήκα ότι είχαν γράψει ένα σύνθημα δεξιά στην τζαμαρία “φωτιά στους υπαλλήλους”. Είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται έξω από την τράπεζα. Πάνω από 20 άτομα. Ρίξανε πέτρα. Κατάλαβα ότι δεν είχαν καλό σκοπό. Φορούσαν κουκούλες. Υπήρχε αστυνομία κάποια στιγμή έφυγε. Μετά την αποχώρησή της ξεκίνησαν τα επεισόδια,» είπε η μάρτυρας.
Ο πυροσβέστης Κωσταντίνος Αλεξόπουλος ανέφερε στην κατάθεσή του ότι όταν πήγαν στην τράπεζα, μία ομάδα 8-10 ατόμων προσπάθησε να τους εμποδίσει.
«Κάποιες γυναίκες μας καθοδήγησαν προς το συμβάν. Γύρω στις 2 .Βγήκαμε μπροστά στη τράπεζα. Μια ομάδα 8 με 10 άτομα που μας εμπόδιζε. Χτυπούσαν το καπό. 20 με 30 ετών δε μπορώ να πω νέοι. Είχαν καλυμμένα πρόσωπα. Δεν ξέρω όμως αν τα άτομα αυτά γνώριζαν τι γινόταν παρακάτω…δεν ξέρω. Κάποια στιγμή έφυγαν. Φτάσαμε το ισόγειο, καίγονταν. Υπήρχαν κανά δυο άτομα με πυροσβεστήρες, δεν ξέρω αν ήταν πολίτες ή υπάλληλοι. Είχε καεί όλο το ισόγειο και ο ημιώροφος, υπήρχε πολύ έντονος καπνός. Απεγκλωβίσαμε δύο γυναίκες από το μπαλκόνι …ο καπνός ήταν πολύ πυκνός. Δεν υπέπεσε στην αντίληψή μου η αστυνομία να ρίχνει δακρυγόνα», είπε ο μάρτυρας.
Επισημαίνεται ότι στο εδώλιο κάθονται δύο κατηγορούμενοι που αντιμετωπίζουν κατά περίσταση σειρά αδικημάτων, μεταξύ των οποίων, ανθρωποκτονία από πρόθεση, απόπειρα ανθρωποκτονίας, έκρηξη, κατασκευή και κατοχή εκρηκτικής βόμβας.
Το δικαστήριο διέκοψε για τις 27 Οκτωβρίου.