Γράφει ο Ceteris Paribus
Ένα όχι εντελώς άγνωστο αλλά εντελώς υποτιμημένο στοιχείο της συζήτησης όσον αφορά τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές είναι ότι οι τελευταίοι θέτουν και… πολιτικές για την όποια συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση! Η αστραπιαία διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, που περιθωριοποίησε όλο το φάσμα των μνημονιακών πολιτικών δυνάμεων και στη συνέχεια η εμπειρία από τις εξελίξεις ύστερα από τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου (που «πάγωσε» επειδή οι δύο πλευρές την ερμηνεύουν με διαφορετικό τρόπο), τους έχουν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι καμία συμφωνία δεν πρόκειται να υλοποιηθεί αν στην κυβέρνηση δεν κυριαρχούν ή τουλάχιστον συμμετέχουν οι «δικοί τους άνθρωποι».
Οι πληροφορίες μας λένε ότι η σκληρή στάση, ιδιαίτερα της «φράξιας Σόιμπλε», αποσκοπεί ακριβώς σε αυτό: στο να εκβιάσει μια βίαιη ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού. «Συμφωνία σημαίνει και νέα κυβέρνηση», λένε πολύ απλά οι δανειστές και δεν συμβιβάζονται με τίποτε λιγότερο από τη συμμετοχή σε αυτή την κυβέρνηση του Ποταμιού – της πολιτικής δύναμης για την οποία ισχύει το «πιο μνημονιακός και φιλογερμανός, πεθαίνεις».
Η επιμονή στο σκληρό πυρήνα του μέιλ Χαρδούβελη (νέες περικοπές στις συντάξεις, νέες μειώσεις στους μισθούς, μαζικές απολύσεις) είναι ο εμβρυουλκός για να εκμαιευτεί μια κυβερνητική ανασύνθεση που θα φέρει στην κυβέρνηση (αν όχι στο τιμόνι», τουλάχιστον σαν ουσιαστικό «μπαλαντέρ») καθαρά μνημονιακές δυνάμεις. Εκβιάζοντας μια τέτοια κυβερνητική ανασύνθεση, οι δανειστές έχουν βέβαια επίγνωση ότι οδηγούν τα πράγματα αναπόφευκτα σε μια συνολικότερη ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού και του πολιτικού συστήματος.
Είναι λογικό η παράμετρος αυτή να περιπλέκει καταρχήν τις ίδιες τις διαπραγματεύσεις, αφού οι δανειστές δεν αρκούνται καν στον να συμβιβαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά θέλουν να επιβάλουν ένα τόσο σκληρό συμβιβασμό ώστε η διαδικασία κυβερνητικής και πολιτικής ανασύνθεσης να γίνει αναπόφευκτη.
Υπό το πρίσμα, λοιπόν, μιας τέτοιας ανασύνθεσης, που το σημείο εκκίνησής της πλησιάζει γοργά, πρέπει να εξετάσουμε τις εξελίξεις στα πολιτικά κόμματα, που αυτή τη στιγμή τελούν υπό «ζέουσα αναστολή», ενόψει του επερχόμενου σημείου εκκίνησης κατακλυσμιαίων πολιτικών εξελίξεων.
Οι διαδικασίες αλλαγής ηγεσίας στη ΝΔ θα ξεκινήσουν αμέσως μόλις η κυβέρνηση υπογράψει τη συμφωνία, δήλωσε η Ντόρα Μπακογιάννη. Και είναι κοινό μυστικό ότι η παραμονή του Αντώνη Σαμαρά στην ηγεσία της ΝΔ οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι οι ισχυρές επιχειρηματικές οικογένειες και τα συστημικά κέντρα που στηρίζουν τη ΝΔ δεν θέλουν μείζονες αλλαγές στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης πριν ξεκαθαρίσει η κατεύθυνση των εξελίξεων. Η ΝΔ είναι ο εναπομείνας πολιτικός πυλώνας του συντηρητικού – μνημονιακού χώρου -ύστερα από την «εξάχνωση» του ΠΑΣΟΚ- που θα μπορούσε να γίνει ο βασικός άξονας κυβερνητικών συνθέσεων, και αυτό το κεφάλαιο δεν θέλουν να το θέσουν σε διακινδύνευση με κινήσεις στα τυφλά. Ο Σαμαράς είναι «προγραμμένος» (οι πιθανότητες να διασωθεί είναι ελάχιστες και συνδέονται με πολύ ακραία και «ανώμαλα» σενάρια), διότι απλούστατα είναι εντελώς ακατάλληλος για να εκφράσει ή έστω απλώς να σηματοδοτήσει τις νέες κυβερνητικές συνθέσεις. Όμως, οι διαδικασίες για την αντικατάστασή του θα εκκινήσουν μόνο όταν ξεκαθαρίσει η κατεύθυνση των εξελίξεων, δηλαδή μόνο όταν η διαπραγμάτευση με τους δανειστές καταλήξει σε κάποιο αποτέλεσμα.
Από την άλλη, οι πληροφορίες ότι ο Αλέξης Τσίπρας πυκνώνει τις επαφές του με τον Κώστα Καραμανλή γίνονται όλο και πιο επίμονες. «Μιλούν τουλάχιστον δύο φορές τη βδομάδα», λένε όσοι ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν, προσθέτοντας μάλιστα ότι ο κ. Τσίπρας κατά τις συνομιλίες τους αποκαλεί τον Κ. Καραμανλή «Πρόεδρε» κι εκείνος -δείγμα οικειότητας- «μικρέ»… Οι ίδιες πληροφορίες λένε ότι η πρόταση για τον Προκόπη Παυλόπουλο είχε κλείσει «λίγους μήνες» πριν τη διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας με συμφωνία Τσίπρα – Καραμανλή, ενώ είναι γνωστό ότι ο Κώστας Καραμανλής έχει κάνει τη γνωστή -αν και ανεπίσημη- δήλωση «Τον πάω τον μικρό». Από την άποψη του θέματος που εξετάζουμε, όλα αυτά έχουν τη σημασία τους στο βαθμό που σχετίζονται με σχεδιασμούς για την ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού και τους νέους πολιτικούς «άξονες» που θα την ορίσουν…
Το Ποτάμι είναι αυτή τη στιγμή ένας χρήσιμος «μπαλαντέρ», ιδιαίτερα προσφιλής στους δανειστές αλλά και στα πλέον επιθετικά και διαπλεκόμενα τμήματα της ελληνικής πολιτικής και επιχειρηματικής ελίτ. Ωστόσο, η πραγματική εμβέλεια του ρόλου του θα εξαρτηθεί απόλυτα από το ποιος θα είναι στο τιμόνι της επικείμενης ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού και ποιος θα είναι ο κυρίαρχος «πολιτικός άξονας».
Το ΠΑΣΟΚ, κόμμα συνδεμένο με την κυβερνητική διαχείριση και το «βαθύ κράτος» αυτής της διαχείρισης περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, είναι πολιτικά στη χειρότερη μοίρα: η διάσπαση του χώρου στο βενιζελικό επίσημο ΠΑΣΟΚ και στο ΚΙΔΗΣΟ του Γ. Παπανδρέου όχι μόνο έχει «τελειώσει» την όποια εκλογική του δυναμική, αλλά δίνει τη δυνατότητα στους μεγάλους πολιτικού «πυλώνες» να λεηλατήσουν το χώρο του με κινήσεις προσεταιρισμού του ενός ή του άλλου πόλου ή τμήματος – προσφέρεται δηλαδή για πολιτικό κανιβαλισμό… Η απρόσμενη και γι’ αυτό αιφνιδιαστική συνάντηση Τσίπρα – Παπανδρέου σε ένα τέτοιο πλαίσιο αποκτά τη σημασία της.
Οι ΑΝΕΛ είναι ένα «αγκάθι», γενικώς. Οι δανειστές δεν θέλουν να τους βλέπουν «ούτε ζωγραφιστούς», Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ το ίδιο, με τη ΝΔ η σχέση είναι εκ των πραγμάτων ανταγωνιστική. Αυτούς τους εν δυνάμει «απόβλητους», ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να τους «προσπεράσει» εύκολα: διαθέτουν έναν αριθμό βουλευτών που μπορεί να αποδειχτεί κρίσιμος και στη διαδικασία ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού (όπως αποδείχτηκε κρίσιμος στη διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης), κυρίως όμως είναι ο χώρος που αντικειμενικά θα έχει σημαντικό ρόλο (εκτός αν ναυαγήσει λόγω άστοχων χειρισμών) στην ανασύνθεση του δεξιού χώρου στο πλαίσιο της γενικότερης ανασύνθεσης. Η ανατροπή Σαμαρά από την ηγεσία της ΝΔ από τη μια και η ανάγκη του πολιτικού συστήματος για ένα πολιτικό «ανάχωμα» στην αύξηση της δυναμικής της Χρυσής Αυγής δίνουν στους ΑΝΕΛ πολιτικό χώρο για να κινηθούν και ρόλο για να διεκδικήσουν.
Αφήσαμε τελευταίο τον ΣΥΡΙΖΑ γιατί αυτός είναι το «σταυροδρόμι» σε οποιοδήποτε σενάριο κυβερνητικής και πολιτικής ανασύνθεσης. Ο Αλέξης Τσίπρας ψάχνει τις προϋποθέσεις για να μείνει αυτός στο τιμόνι με το βασικό κορμό του κόμματος και της Κ.Ο. συσπειρωμένο γύρω του. Αυτό είναι από μόνο του ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα στο βαθμό που οι δανειστές επιμείνουν στη σκληρή γραμμή. Διότι δεν είναι μόνο η Αριστερή Πλατφόρμα που στην περίπτωση «μνημονίου χωρίς φύλλο συκής» θα… επαναστατήσει, αλλά και μεγάλο μέρος της Κ.Ο. και της πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ, που λένε ότι σε αυτή την περίπτωση «καλύτερα να μην υπογράψουμε κι ας μας ρίξουν»…
Για τον Αλέξη Τσίπρας -το ξαναγράψαμε- ο κύβος έχει ριφθεί για το συμβιβασμό. Αλλά δεν είναι πρόθυμος να «υπογράψει» και ύστερα να παραμεριστεί. Οι πληροφορίες μας λένε ότι δεν αποκλείει μια κυβερνητική διεύρυνση, αλλά δεν θέλει με κανένα τρόπο να είναι δέσμιος του Σταύρου Θεοδωράκη σε μια σχεδόν οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που θα τον φθείρει και θα κάνει την παραμονή του στο «τιμόνι» εντελώς προσωρινή.
Εδώ «κολλάνε» οι δίαυλοι επικοινωνίας με τον Κώστα Καραμανλή: όπως στην πρώτη φάση προτίμησε τον Καμμένο αντί για τον Σταύρο Θεοδωράκη, έτσι στη δεύτερη φάση μιας πιθανής νέας κυβέρνησης, προτιμάει για κυβερνητική διεύρυνση την «καραμανλική» ΝΔ…
Έτσι, ανεπαισθήτως και… αισίως περνάμε σιγά-σιγά σε μια νέα πολιτική φάση. Η φάση της «ζέουσας αναστολής» των πολιτικών και κυβερνητικών ανασυνθέσεων θα δώσει τη θέση της στην κατακλυσμιαία ανασύνθεση του πολιτικού και κυβερνητικού τοπίου. Ακόμη και το σενάριο που ο Τσίπρας καταλήξει στο «δεν υπογράφω», θα είναι ένα σενάριο ανασύνθεσης, αλλά τότε «διά πυρός και σιδήρου». Γι’ αυτό όμως θα μιλήσουμε σε επόμενο άρθρο.