Οι εκρήξεις αυτές σε συνδυασμό με τις αμέσως προηγούμενες στις Φιλιππίνες και την Παπούα-Νέα Γουινέα, δημιουργούν στην επιστημονική κοινότητα το ερώτημα αν υπάρχει πραγματικά το ηφαιστειακό ανάλογο της εποχής των μουσώνων. Ο πλανήτης μας επηρεάζεται από την βαρυτική έλξη τόσο του Ηλίου όσο και της Σελήνης, με συνέπεια η ταχύτητα περιστροφής του να αλλάζει συνέχεια, μεταβάλλοντας λίγο τη διάρκεια της ημέρας από έτος σε έτος.
Σύμφωνα με τη naftemporiki.gr, η διαφορά είναι της τάξεως των μιλισεκόντ όμως μία νέα έρευνα υποστηρίζει πως αυτή η φαινομενικά μικρή διαταραχή είναι υπεύθυνη για διάφορες αλλαγές στον πλανήτη μας, συμπεριλαμβανομένης της ηφαιστειακής δραστηριότητας.
Οι Ιταλοί ερευνητές του Πανεπιστημίου Σαπιέντσα και του Γεωλογικού Ινστιτούτου της Ρώμης μελέτησαν στατιστικά από το 1830 έως το 2013 και ανακάλυψαν πως οι αλλαγές στην ταχύτητα περιστροφής του άξονα της Γης συνοδεύονταν πάντα από αυξημένη ηφαιστειακή δραστηριότητα, σε τέτοιο βαθμό που πιστεύεται ότι την προκαλούσαν.
Η μικρότερη αλλαγή στην περιστροφή ενός πλανήτη απαιτεί τεράστιες ποσότητες ενέργειας, στην κλίμακα των εκατοντάδων χιλιάδων πετατζάουλ.
Η ενέργεια αυτή διαχέεται και μεταφέρεται στην ατμόσφαιρα και κάτω από την επιφάνεια της Γης, κάνοντας ευκολότερη την άνοδο του μάγματος στην επιφάνεια.
Εξάλλου, μία άλλη δημοφιλής θεωρία για την αύξηση της συχνότητας των ηφαιστειακών εκρήξεων είναι ότι οφείλονται στην κλιματική αλλαγή και το λιώσιμο των πάγων.
Οι πάγοι στους πόλους έχουν ιδιαίτερα μεγάλο βάρος και όταν αυτοί λιώνουν ο φλοιός της Γης «αναπηδά» με συνέπεια και πάλι το μάγμα να βρίσκει ευκολότερη διέξοδο. Ενδεικτικά αναφέρεται πως η Ανταρκτική χάνει 40 δισεκατομμύρια τόνους πάγου κάθε έτος.