Γράφει ο Αλέξανδρος Κ. Παπαναστασίου
Τι σχέση μπορεί να έχει το «9ο Συντακτικό Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ» (βαρύγδουπος τίτλος, μικρό το μέγεθος) με το πάλαι ποτέ «ρωμαλέο Κίνημα της Αλλαγής» και της «Εθνικής Λαϊκής Ενότητας (Ε.Λ.Ε)» των νεανικών μας χρόνων;
Για εμάς τους παλαιότερους του ιστορικού αυτού πολιτικού χώρου, δημιουργήματος ενός πρωτόγνωρου και γνήσιου κοινωνικού ριζοσπαστισμού με αυθεντικά στοιχεία αυτοοργάνωσης των πρώτων μεταδικτατορικών χρόνων, που ευφυώς αξιοποίησε ο Ανδρέας Παπανδρέου, μόνο αισθήματα αναστοχαστικής μελαγχολίας προκαλεί το Συνέδριο της…«Ανανέωσης»(!) του Μαρτίου 2013.
Αυτό το Συνέδριο της Ήττας (ως εκλογικού αποτελέσματος και δημοσκοπικής καταγραφής) εξ αυτού και μόνον του λόγου όφειλε να αποτελέσει αφετηρία σκληρής κριτικής και αυτοκριτικής, εξαντλητικής ανάλυσης των βαθύτερων αιτίων του εκφυλισμού και της παρακμής της «μεγάλης δημοκρατικής παράταξης» και της αντίστοιχης απόδοσης ευθυνών σε συγκεκριμένα πρόσωπα και επιλογές. Μόνον έτσι θα μπορούσαν τελικά οι εργασίες και τ’ αποτελέσματα του Συνεδρίου να λειτουργήσουν ως έναυσμα αυτοκάθαρσης, εξαγνισμού και αφύπνισης. Ώστε στη συνέχεια το υγιές τμήμα του κόμματος να είναι σε αξιόπιστη θέση να παρέμβει ανανεωτικά και θετικά στα μελλοντικά τεκταινόμενα της χώρας.
Αντ’ αυτού, τις όλες εργασίες του Συνεδρίου του ΠΑΣΟΚ διέτρεξε, στην καλύτερη των περιπτώσεων, μία επιφανειακή, γενική και αόριστη αποδοκιμασία αρνητικών φαινομένων που στην ουσία συγκάλυπτε αντί να αποκαλύπτει τις πραγματικές παθογένειες του κόμματος και της ραγδαίας συρρίκνωσής του. Στη δε χειρότερη περίπτωση και την πιο αποκαρδιωτική, αναδείχθηκαν αυτοδοξαστικές αναφορές για την σωτηρία της χώρας από το μονόδρομο της χρεωκοπίας, παραλληλισμού του ΠΑΣΟΚ σε ρόλο Σίμωνος του Κυρηναίου που του έλαχε ο κλήρος να σηκώσει μόνο του τον Σταυρό του Μαρτυρίου κ.τ.τ. Μέχρι βεβαίως και την ακραία συμπεριφορά της ανεκδιήγητης σουρεαλιστικής ατάκας «νάτος, νάτος ο πρωθυπουργός» από αμετανόητους ανεγκέφαλους κλακαδόρους προς τον (αφελή μόνον;) ολετήρα (εκ του αρχ. όλλυμι=καταστρέφω, αφανίζω) της παράταξης και της πατρίδας.
Έτσι το Συνέδριο επέτυχε με ομαλό ομολογουμένως τρόπο να περιορισθεί σε συνέδριο εσωτερικών διευθετήσεων και συμβιβασμών καθώς και μιας εκ νέου νομιμοποίησης – μετά τη συντριβή των εθνικών εκλογών – της πολιτικής και οργανωτικής επικυριαρχίας της ρεαλιστικής «βενιζελικής» εκδοχής για το ΠΑΣΟΚ ως ενός μικρού αλλά αξιοπρεπούς, συντεταγμένου κεντρώου κόμματος. Φαίνεται έτσι ότι οι άμεσοι στόχοι του Ευάγγελου Βενιζέλου επιτεύχθηκαν στο ακέραιο:
α) ανέκοψε τις φυγόκεντρες έως αυτοδιαλυτικές τάσεις του κόμματος σύμφωνα με τις προ συνεδρίου ενδείξεις (αλλά) και προσδοκίες πολλών καλοθελητών εντός και εκτός των τειχών, και
β) αναβάθμισε το προφίλ του Προέδρου και τον έναντι των τρίτων διαπραγματευτικό του ρόλο τόσο στο πλαίσιο της συγκυβέρνησης όσο και σε αυτό της ανασύνταξης του μεσαίου (όχι όμως αυτοδίκαια και «κεντρο – αριστερού») χώρου, αφού για την ανασύνθεση του τελευταίου απαιτείται άλλου είδους και άλλης ποιότητας πολιτική και κοινωνική δυναμική.
To γεγονός, ασφαλώς, ότι αποφεύχθηκαν οι δυσάρεστες εκπλήξεις στο Συνέδριο δεν οφείλεται μόνον στις ικανότητες και τους χειρισμούς της ηγεσίας. Στο αποτέλεσμα αυτό συνέβαλε κυρίως το ένστικτο διάσωσης και αυτοσυντήρησης της εναπομείνασας παλαιάς αλλά και της νέας φιλόδοξης κομματικής νομενκλατούρας στο όνομα του πολιτικού επαγγελματισμού, που βρίσκεται όμως σε αναντιστοιχία με τις ανάγκες της πραγματικής πολιτικής. Ο «κυβερνητισμός» είναι δυστυχώς μια κακή έξις με ανυπέρβλητες δυσκολίες αποτοξίνωσης για τους χρήστες του. Άλλωστε, αφού «μαζί κυβερνούσαμε», πώς να γίνει αυστηρή κριτική της τελευταίας μοιραίας 3ετίας; Δεν θα ήταν οξύμωρο να εκτοξεύονται εκατέρωθεν βολές μεταξύ συνυπεύθυνων στελεχών; Η συνωμοσία της σιωπής λοιπόν βολεύει και δεν προκαλεί.
Από την άλλη πλευρά, ήταν τόσοι πολλοί οι επώνυμοι και ανώνυμοι που η συνείδησή τους δεν τους επέτρεψε να συμμετάσχουν και να παραστούν σε αυτό το συνέδριο ανανέωσης της ήττας. Είναι κρίμα. Γιατί χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία για ένα σοβαρό και λυτρωτικό Συνέδριο Αυτογνωσίας. Δεν μιλώ για τους δολίως και για ίδιον όφελος απέχοντες, γιατί υπήρξαν και τέτοιοι. Ας ακούσουμε μόνον τους χωρίς σκοπιμότητες απόντες:
– «Όχι, σύντροφοι, δεν εγκαταλείψαμε εμείς το τραίνο. Το τραίνο εκτροχιάσθηκε από τους μηχανοδηγούς του. ΄Ετσι απλά».