Του Σπύρου Ριζόπουλου
Η συζήτηση για συνεκμετάλλευση φυσικών πόρων στην περιοχή μας έχει ξεκινήσει εδώ και περίπου 30 χρόνια, από τη δεκαετία του ‘90.
Την εποχή εκείνη -από το 1997 έως το 2001- αποτελούσα στέλεχος του Western Policy Center, ενός ορυχείου σκέψης στην Ουάσινγκτον συμμετέχοντας στη διαμόρφωση προτάσεων πολιτικής για την ανατολική Μεσόγειο. Η πόλη αυτή, σε συνδυασμό με τη θέση και τις σπουδές μου, μου έδινε τη δυνατότητα να γνωρίζω ανθρώπους και να γίνομαι κοινωνός καταστάσεων για να μπορώ να τοποθετούμαι σε ζητήματα τα οποία θα τα βρίσκαμε μπροστά μας μετά από 30 χρόνια. Είχα την τύχη να αποκτήσω δυνατότητες αντίληψης των πραγμάτων, γιατί πολύ απλά γαλουχήθηκα με πολύ έξυπνους ανθρώπους με μεγάλες γνώσεις και αντίληψη γεωστρατηγικών ισορροπιών.
Τότε, υποστήριζα την συνεκμετάλλευση με βάση τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Διότι στην πολιτική στρατηγική τα ίδια δεδομένα σε άλλες εποχές παράγουν διαφορετικά αποτελέσματα. Να θυμηθούμε, για παράδειγμα, ότι τη δεκαετία του 1990 ήταν ακόμη πολύ ισχυρή η συζήτηση για την προσφυγή στη Χάγη, ιδίως μετά τα Ίμια που ανέβασε την ένταση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στα ύψη.
Το σκεπτικό μου ήταν το εξής: όταν αγοράσεις οικόπεδο για να χτίσεις σπίτι, το θέλεις καθαρό βαρών και τακτοποιημένο. Τότε, λοιπόν, όταν εγώ παρουσίαζα την ιδέα της συνεκμετάλλευσης θεωρούσα ότι ήταν ιδανική για να λύσουμε όλα τα προβλήματα μαζί: Αρχικά το θέμα της υφαλοκρηπίδας και στη συνέχεια της αιγιαλίτιδας ζώνης και του εθνικού εναέριου χώρου.
Χωρίς τη λύση αυτών των προαπαιτούμενων δεν θα μπορούσε να γίνει η συνεκμετάλλευση.
Συνεπώς, όταν παρουσίαζα την πρόταση ήταν στη λογική ότι μου έλυνε οριστικά ένα χρόνιο εθνικό και κατ’ επέκταση πολιτικό ζήτημα.
Σήμερα, όμως, θεωρώ ότι η συζήτηση που επιχειρείται να γίνει με τον Ερντογάν είναι παντελώς παρωχημένη. Αποτελεί μια πραγματικότητα που μπορούσε να ισχύσει πριν από 30 χρόνια.
Τότε προσπαθούσαμε να λύσουμε ένα ζήτημα στο οποίο δεν μπορούσες να πεις ότι η Τουρκία δεν δικαιούται τίποτε.
Αντιθέτως, σήμερα ο Ερντογάν προσπαθεί να μπει σε κομμάτια που δεν δικαιούται. Σήμερα υπάρχουν πραγματικά ενεργειακά οικόπεδα στην Κύπρο. Συνεπώς αυτό το οποίο επιχειρεί να κάνει η Τουρκική πλευρά -να βάλει δηλαδή στο ίδιο τραπέζι σε ένα πακέτο την Κύπρο, το Αιγαίο, την Κρήτη- δεν μπορεί να το δεχθεί η Ελλάδα.
Μετά από 30 χρόνια η γενική αναφορά στο όρο συνεκμετάλλευση είναι ένας όρος ο οποίος ενώ ακούγεται ωραία, γιατί έχει ένα στοιχείο συλλογικότητας, εντούτοις έχει μεγάλο πρόβλημα γιατί αποδεικνύεται στρατηγικά ότι δεν θα μπορείς να ελέγχεις την περιοχή σου.
Όχι μόνο εσύ, κανείς. Θα τον ελέγχει η «χ» υπερδύναμη και οι πολυεθνικές της εταιρείες.
Από την άλλη, όσοι πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ θα εγκαταλείψουν την Τουρκία πλανώνται οικτρά. Οποιαδήποτε στιγμή υπάρξει πρόβλημα στη συνεκμετάλλευση η Αμερική θα ταχθεί στο πλευρό της Τουρκίας, υπάρχει δεν υπάρχει ο Ερντογάν.
Οι διαδικασίες της συνεκμετάλλευσης αργά η γρήγορα θα διαμορφώσουν σχέσεις εκτρώματα τις οποίες θα βρούμε μπροστά μας στο μέλλον και δεν θα ξέρουμε πως να τις λύσουμε, όπως για παράδειγμα στη Βοσνία Ερζεγοβίνη, που ήδη υπάρχουν διασπαστικές τάσεις.
Με δεδομένο μάλιστα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σήμερα ήξεις αφίξεις ενώ δεν έχει προχωρήσει και στη λογική μιας συμπαγούς ομοσπονδίας όπου τα συμφέροντα του κάθε κράτους μέλους είναι κοινά συμφέροντα όλων, η λύση σήμερα είναι αμιγώς οικονομική.
Πιστεύω λοιπόν, σήμερα, ότι η συναλλαγή με την Τουρκία πρέπει να γίνει σε καθαρά οικονομική βάση.
Για να μην παρεξηγηθώ υποστήριζα ανέκαθεν την έννοια της διζωνικής διακοινοτικής λύσης στο Κυπριακό. Όμως δυστυχώς στην Κύπρο έχουμε μπει στο φαύλο κύκλο του «ουδέν μονιμότερο του προσωρινού», γιατί κάθε νέα λύση που προτείνεται είναι χειρότερη από την προηγούμενη.
Είναι λοιπόν μυωπική εκείνη η προσέγγιση που δεν χρησιμοποιεί τις ενεργειακές εξελίξεις για να αλλάξει τα δεδομένα. Ξεκινώντας από την ανάγκη μετατόπισης από την έννοια της συνεκμετάλλευσης. Γιατί πολύ απλά Αιγαίο Κρήτη και Κύπρος δεν πρέπει επ’ ουδενί λόγο να γίνουν ένα πακέτο.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι οι Κύπριοι πρέπει να κάνουν ένα πραγματικό due diligence με τα οικόπεδα τα οποία έχουν και να έρθουν σε συμφωνία με την Τουρκία για να εξαγοράσουν το βόρειο κομμάτι.
Και εκεί θα τελειώσουν όλα. Ούτε συνεκμεταλλεύσεις ούτε συνεργασίες.
Θα υπογραφεί συμφωνία απόλυτης παραχώρησης στην ελληνοκυπριακή πλευρά διασφαλίζοντας φυσικά τα όποια δικαιώματα των Τούρκων ως μειονότητα.
Είναι η μόνη καθαρή και βιώσιμη λύση στο πρόβλημα. Χωρίς αρνητικές προβολές στο μέλλον και χωρίς εκπλήξεις.
Ήρθε η στιγμή ενός εθνικά ενιαίου κυρίαρχου κυπριακού κράτους.
Συνεπώς ας μετατρέψουμε την απόγνωση Ερντογάν σε εθνική ευκαιρία.