Γράφει ο Κωνσταντίνος Παντελής
Ετοιμότητα, όχι μόνο αντίδραση. Αυτό είναι το κλειδί της νέας μεταναστευτικής στρατηγικής του Frans Timmermans όπως αναφέρει σε άρθρο της η εφημερίδα NRC Handelsblad. Όλοι ξέρουν πόσο γρήγορα μπορεί να μεταβληθεί η Μεσόγειος σε έναν μαζικό υγρό τάφο μεταναστών, ιδίως το καλοκαίρι, όταν ο καιρός ευνοεί τις θαλάσσιες μετακινήσεις. Γιατί όμως το φαινόμενο των πνιγμένων μεταναστών γνωρίζει αύξηση;
Αφότου 800 μετανάστες πνίγηκαν σε ένα και μόνο περιστατικό τον περασμένο μήνα, οι ηγέτες της ΕΕ συναντήθηκαν σε μια ειδική διάσκεψη. Η δυνατότητα να πραγματοποιούνται διασωστικές επιχειρήσεις στη θάλασσα, οι οποίες σκόπιμα διατηρούνταν σε ένα χαμηλό επίπεδο προκειμένου να αποθαρρυνθούν οι πρόσφυγες, επεκτάθηκε. Μολοταύτα, οι ηγέτες διαφώνησαν για το ποια επιπλέον μέτρα θα πρέπει να λάβει η ΕΕ.
Ο Timmermans, ο νούμερο δύο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παρουσιάζει τώρα, ολοκληρωμένες προτάσεις. Συγκεκριμένα, την Τετάρτη παρουσίασε μια στρατηγική για τη μετανάστευση, η οποία εστιάζει όχι μόνον στη διάσωση των μεταναστών που κινδυνεύουν από πνιγμό, αλλά και στην αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης, στη δημιουργία συμπαγούς πολιτικής για τη νόμιμη μετανάστευση, και τις απαραίτητες αναθεωρήσεις στο ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου.
«Οι άνθρωποι πάντα μετανάστευαν κι αυτό δεν αλλάζει», αναφέρει στη συνέντευξή του στο NRC και προσθέτει: «Ένα λειτουργικό σύστημα ασύλου είναι συνεπώς απαραίτητο».
Είναι ένα δύσκολο μήνυμα. Κι αυτό γιατί όταν πρόκειται για το άσυλο, ο καθένας στην Ευρώπη λειτουργεί προς το δικό του συμφέρον. Σύμφωνα με τον Κανονισμό του Δουβλίνου (2003), οι πρόσφυγες θα πρέπει να παραμείνουν στη χώρα εισδοχής τους, μέχρι την έκβαση της αίτησής τους για άσυλο. Σίγουρα, αυτή η πτυχή αποτελεί δυσβάσταχτο φορτίο για χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Μάλτα. Ο Timmermans επιδιώκει να είναι ικανός να παρέχει αλλού άσυλο στους πρόσφυγες, εάν το βάρος γίνει δυσβάσταχτο. Με άλλα λόγια, μιλά για ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, μιλώντας όχι για εθελοντικές, αλλά υποχρεωτικές κινήσεις.
Αυτό είναι πέρα από τις παραδοχές των Ευρωπαίων ηγετών
Εάν είμαστε σοβαροί και δεν θέλουμε οι άνθρωποι να πνίγονται στη θάλασσα, θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι δεν θα καταφεύγουν σε αυτή. Και αν το κάνουν, θα πρέπει να αποφύγουμε να επωμιστούν όλο το βάρος μονάχα κάποια κράτη-μέλη.
Είμαστε όμως σοβαροί; Κατά τη διάρκεια της διάσκεψης της ΕΕ τον περασμένο μήνα, υπήρξε σύγχυση γύρω από τον όρο «υποχρεωτικό». Κατόπιν, οι ηγέτες προχώρησαν απλά στην απαλοιφή του από την τελική τους διακήρυξη.
«Η Επιτροπή είναι σοβαρή. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες μας ζήτησαν να παρουσιάσουμε κάποιες προτάσεις και εμείς δεχθήκαμε την πρόκληση. Το πιο εύκολο είναι τώρα να παραμείνουμε στη ρητορική και να παραδεχθούμε πόσο απάνθρωπο είναι όλο αυτό. Εάν όμως νιώθεις ότι πρέπει πραγματικά να γίνει κάτι, θα πρέπει να είσαι έτοιμος να δεχθείς τις συνέπειες».
Γιατί είναι τόσο δύσκολο αυτό;
«Τα κράτη δεν εμπιστεύονται το ένα το άλλο. Κάποια είναι θυμωμένα επειδή κανείς δεν τα βοηθά όταν το έχουν ανάγκη. Κάποια άλλα, όπως η Ιταλία, η Ελλάδα και η Μάλτα δεν καταγράφουν τους πρόσφυγες όπως θα έπρεπε κατά την άφιξή τους σε αυτά. Το κάνουν αυτό επειδή νιώθουν εγκαταλελειμμένα. Διάφορες χώρες υπόσχονται βοήθεια, μόνο και μόνο για να προβάλουν αργότερα το Δουβλίνο. Αυτό πρέπει να σταματήσει».
Συνεπώς, δηλαδή, αντιστρέφετε την αυστηρή λογική του Δουβλίνου;
«Όχι. Αυτό που θέλω είναι να βεβαιωθώ ότι το Δουβλίνο δουλεύει. Εάν απλούστατα εφαρμόσουμε αναλόγως το Δουβλίνο, δεν θα έχουμε ένα κόκκινο χαλί πάνω από τις Άλπεις. Αλλά, τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα πρέπει να είναι ικανά να βασιστούν σε άλλες χώρες για βοήθεια σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Δεν είναι επιστήμη των πυραύλων, όπως λένε οι Αμερικανοί».
Ζητάτε επίσης περισσότερη νόμιμη μετανάστευση
«Εάν δεν δώσεις στους ανθρώπους καμία πιθανότητα να φτάσουν νόμιμα, θα έρθουν παράνομα. Αλλά από την οπτική των πολιτών μας, η αντίθετη περίπτωση είναι επίσης αληθινή: Εάν η πολιτική σου για το άσυλο είναι λανθασμένη, δεν θα έχεις δημόσια υποστήριξη για τη νόμιμη μετανάστευση. Και αυτό θα έπληττε σοβαρά τις οικονομίες μας μακροπρόθεσμα. Υπάρχουν ήδη σοβαρές ελλείψεις προσωπικού σε συγκεκριμένους τομείς. Όταν αναφέρεις τη λέξη μετανάστευση οι άνθρωποι την αντιμετωπίζουν ως απειλή. Ενώ είναι ταυτόχρονα και μια ευκαιρία. Το να την ελέγχεις κατάλληλα είναι άκρως σημαντικό για τις κοινωνικές σχέσεις, για την πολιτική σταθερότητα στα κράτη, αλλά και για την επιβίωση του κράτους πρόνοιας.
Προκειμένου να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη, η Κομισιόν καλεί για ένα σύστημα έκτακτης ανάγκης της επονομαζόμενης επανατοποθέτησης. Εάν υπάρχουν πολλοί μετανάστες στη Νότια Ευρώπη, οι πρόσφυγες θα πρέπει να διανέμονται κατά μήκος της ΕΕ με βάση μια φόρμουλα. Η Επιτροπή επικαλείται μια πτυχή που δεν έχει εφαρμοστεί ποτέ ξανά στο παρελθόν, το Άρθρο 78(3) της Συνθήκης της Λισαβόνας, σύμφωνα με το οποίο μπορεί να υιοθετήσει «προσωρινά μέτρα» σε περίπτωση «ξαφνικής εισροής» μεταναστών.
Χρειάζεται επίσης να γίνουν περισσότερα σε σχέση με τη μετεγκατάσταση και την αποφόρτιση των προσφυγικών καταυλισμών στην Τουρκία, το Λίβανο και την Ιορδανία. Οι ηγέτες της ΕΕ συζήτησαν τον περασμένο μήνα για μια πειραματική κατάσταση, που περιελάμβανε 5000 θέσεις. Την Τετάρτη, η Επιτροπή πρότεινε τον τριπλάσιο αριθμό».
Χρησιμοποιείτε το Άρθρο 78(3), ένα αυστηρό μέσο
«Το άρθρο εισήχθη στη συμφωνία για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης όπως αυτή. Αυτή είναι μια έκτακτη ανάγκη. Έχουμε δει όλοι τις εικόνες. Προσωπικά με συγκλονίζουν».
Πώς περιορίζετε την κίνηση των ανθρώπων, δεδομένων των ανοιχτών μας συνόρων;
«Οι προτάσεις μας για μετεγκατάσταση συνδέονται άρρηκτα με την υποχρέωση της πρότερης καταγραφής και της λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων, κάτι το οποίο θα διευκολύνει την εποπτεία των ανθρώπων και εάν θεωρηθεί απαραίτητο, να σταλούν πίσω στα κράτη-μέλη από τα οποία τους χορηγήθηκε άσυλο».
Τα σχέδια ήδη αντιμετωπίζουν αντιδράσεις. Πώς θα καταφέρετε να τους πείσετε όλους;
«Ελπίζω τουλάχιστον ότι τα κράτη θα λάβουν υπόψη τους αυτά που προτείνουμε. Δεν πρόκειται να προκληθεί καμία αποδιοργάνωση σε κανένα κράτος-μέλος. Αντίθετα, μπορούν να επωφεληθούν χώρες όπως η Ολλανδία και η Γερμανία, επειδή έχουν ήδη προσφέρει πολλά. Το έχω εξετάσει από κάθε οπτική γωνία και μπορώ να πω με το χέρι στην καρδιά ότι δεν μπορώ να βρω καλύτερη λύση. Τα κράτη-μέλη από μόνα τους δεν μπορούν πλέον να λύσουν το πρόβλημα. Γνωρίζω από την εμπειρία μου σε επίπεδο εθνικής πολιτικής, ότι δεν υπάρχει δυσκολότερο και πιο επίπονο ζήτημα από αυτό του ασύλου. Μεγάλες μερίδες πληθυσμού δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στους πολιτικούς όσον αφορά την επίλυσή του με τον κατάλληλο τρόπο. Εν μέρει, επειδή μερικές φορές γίνεται πολύ μικρή προσπάθεια να επιστρέψουν άνθρωποι που δεν έχουν κανένα δικαίωμα να μείνουν».
Είναι και η αυστηρότερη πολιτική επαναπατρισμού μέρος της στρατηγικής σας;
«Πρέπει να είμαστε πιο σκληροί στις διαπραγματεύσεις μας με τις χώρες προέλευσης των μεταναστών και να εφαρμόζουμε καλύτερα την πολιτική επαναπατρισμού τους. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο θα κερδίσουμε ξανά την εμπιστοσύνη των πολιτών».
Τι εννοείτε με τη φράση σκληρές διαπραγματεύσεις;
«Εάν οι χώρες δεν εφαρμόσουν την πολιτική επαναπατρισμού, τότε θα υπάρξουν συνέπειες στις μεταξύ μας σχέσεις, στη βάση της αναπτυξιακής συνεργασίας. Παρόλα αυτά, οι επιπτώσεις αυτές δεν θα πρέπει να είναι μόνο αρνητικές, αλλά και θετικές για εκείνους που συνεργάζονται αρμονικά. Και πρέπει να συνεργαστούμε εκτενέστερα με χώρες που επιτελούν ήδη τεράστιο έργο. Η Τουρκία έχει ήδη δεχτεί δύο εκατομμύρια πρόσφυγες. Στην άλλη μεριά βρίσκονται ο Λίβανος και η Ιορδανία. Εάν δεν λάβουμε σοβαρά υπόψη τη διαδικασία μετεγκατάστασης, ολόκληρες οικογένειες θα συνεχίζουν να επιβιβάζονται σε επικίνδυνα σκάφη».
Πηγή
NRC Handelsblad