Γράφει ο Δημήτρης Κατσαρός
Follow @dimitriskatsar
Μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου και τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, πολλοί από αυτούς που αποχώρησαν είδαν την πολιτική καριέρα τους να μπαίνει στον πάγο. Γνώριζαν ωστόσο ότι μόνο ανακούφιση θα αισθάνονταν το επόμενο διάστημα βλέποντας εκείνα που η κυβέρνηση Τσίπρα θα έχει να αντιμετωπίσει. Δεν αναφέρομαι μόνο στα μέτρα λιτότητας που θα πρέπει να εφαρμόσει η κυβέρνηση, αλλά και στη στροφή ολόκληρου του αφηγήματος για την ανάπτυξη και την αναδιοργάνωση του κράτους στην οποία σήμερα επικεντρώνεται ο Αλέξης Τσίπρας φερόμενος ως ηγέτης μίας αναγεννημένης σοσιαλδημοκρατίας.
Αντίστοιχη ήταν η εμφάνισή του στην εκδήλωση του ιδρύματος Κλίντον, στην οποία πολύ λιγότερο μίλησε για την ανάγκη στροφής πολιτικής στην Ευρώπη και περισσότερο επικεντρώθηκε στο να δώσει πειστικές απαντήσεις στο πώς θα έρθουν επενδύσεις στη χώρα, οι οποίες ελλείψει δυνατότητας δανεισμού και κρατικών επενδύσεων θα πρέπει να προέρχονται από το, διεθνές κυρίως, ιδιωτικό κεφάλαιο, αυτό δηλαδή που παραδοσιακά αποτελεί εχθρό για τη ριζοσπαστική αριστερά.
Η άποψη ωστόσο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη μεταλλαχθεί σε ένα μετριοπαθές κεντροαριστερό κόμμα αφού «οι άλλοι αποφάσισαν να πάνε νομισματοκοπείο», όπως ο ίδιος ο πρωθυπουργός προεκλογικά είχε σημειώσει με νόημα, ελέγχεται ως ανακριβής. Εχθές το βράδυ σύμβουλος συριζαίου υπουργού της προηγούμενης κυβέρνησης μου περιέγραφε το καταθλιπτικό κλίμα που επικρατούσε κάθε μέρα στη δουλειά μετά την ψήφιση του τρίτου μνημονίου. Η μεγάλη αγωνία στην κυβέρνηση δεν ήταν μόνο το πολιτικό κόστος που είχε για το ΣΥΡΙΖΑ η μεγάλη διάσπαση αλλά και η ανάγκη να κρατηθεί μέσα στο κόμμα ένα μέρος από την εσωκομματική αντιπολίτευση. Είναι αυτή η πτέρυγα που ακούει στο όνομα «ομάδα των 53» στην οποία ανήκουν κάποια πολύ σοβαρά στελέχη του κόμματος των οποίων η «αριστερότητα» είναι πέραν πάσης αμφιβολίας, τουλάχιστον προς το παρόν. Εν τέλει, ένα μέρος τη πτέρυγας παρέμεινε στο κόμμα προς ανακούφιση των προεδρικών αλλά έθεσε και κάποιους σκληρούς όρους και προειδοποιήσεις για την επόμενη περίοδο.
Θα αναρωτηθεί κανείς, γιατί να θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ να κρατήσει εσωκομματική αντιπολίτευση τη στιγμή που «ξεφορτώνεται» τα ριζοσπαστικά του στοιχεία, οπότε με ένα πόνο να ξεκαθαρίσει με ό,τι θα τον πίεζε την επόμενη περίοδο. H απάντηση είναι ότι «τί γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήσῃ τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού;» (Μρκ. η΄, 34- θ΄ 1). Χωρίς τους 53 στον ΣΥΡΙΖΑ θα έχαναν κάποια από τα χαρακτηριστικά που ακόμη τους κάνουν να δηλώνουν «σύντροφοι» με άλλα κόμματα της ευρωπαϊκής αριστεράς. Ήταν άλλωστε πολύ ενδεικτικό της σύγχυσης που επικρατεί σε αυτό το μέτωπο, η τελευταία εβδομάδα πριν τις εκλογές που βουλευτής της Ανδαλουσίας των Podemos, παρευρέθηκε στη συγκέντρωση της Λαϊκής Ενότητας, ενώ μετά από τρεις ημέρες, ο ηγέτης του Ισπανικού κόμματος βρισκόταν στο πλευρό του Αλέξη Τσίπρα.
Εν τέλει στην κυβέρνηση το επόμενο διάστημα θα υπάρξουν πολλές εσωτερικές πιέσεις οι οποίες και πάλι δεν θα χρεωθούν στους ΑΝΕΛ αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ. Και αναλόγως πώς θα πάνε οι πρώτες φάσεις της αξιολόγησης και αντιστοίχως και οι δόσεις θα είναι μεγαλύτερη η μικρότερη η επόμενη κρίση ταυτότητας που θα περάσει το κόμμα. Το βαρίδι που λέγεται μνημόνιο είναι εδώ και αναγνωρίζουν πλέον βασικοί αστικοί οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες ότι «δεν βγαίνει», όπως έγραφε και το Der Spiegel λίγο μετά τις εκλογές. Και είναι αυτό που θα επιβάλλει νέες ζυμώσεις, συγκρούσεις και συσχετισμούς, όχι μόνο στο εσωτερικό των κομμάτων αλλά και στην κοινωνία.