Γράφει η Μαρία Αρετή Ευαγ. Ζιαζιά
Ένα από τα μείζονα ζητήματα των ημερών; Τα κόκκινα δάνεια. Δάνεια, τα οποία οι πολίτες αδυνατούν να ανταπεξέλθουν και να αποπληρώσουν με αποτέλεσμα να συσσωρεύονται οι τόκοι με τις οφειλόμενες δόσεις.
Γιατί, όμως, οι Έλληνες δε μπορούν να καταβάλλουν το οφειλόμενο ποσό; Η απάντηση που έρχεται ευθύς αμέσως είναι η ανεργία. Κατάσταση απολύτως λογική, βέβαια, τη στιγμή που το μείζον πρόβλημα της χώρας εντοπίζεται στην αδυναμία εύρεσης εργασίας –απαραιτήτως αμειβόμενης- των πολιτών. Συγκεκριμένα, το υψηλό εργατικό κόστος, οι δυσβάσταχτες ασφαλιστικές εισφορές, η γραφειοκρατία, οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές αποτελούν ορισμένους από τους λόγους που εντείνουν το πρόβλημα της ανεργίας και κατά συνέπεια τα ποσοστά ανέργων –και κυρίως στους νέους- έχουν λάβει καλπάζουσα μορφή.
Παράλληλα, τα υψηλότερα ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων εντοπίζονται τόσο στους ελεύθερους επαγγελματίες όσο και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σύμφωνα μάλιστα και με στοιχεία της ΤτΕ, 7 στα 10 μη εξυπηρετούμενα δάνεια αφορούν ελεύθερους επαγγελματίες και 6 στα 10 μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Τα ανωτέρω δεδομένα δικαιολογούνται, καθώς όλο αυτό το διάστημα πολλές επιχειρήσεις μετεγκαθίσταντο σε φορολογικώς ελκτικές χώρες, όπου το κόστος που απαιτείται για να δραστηριοποιείται μια επιχείρηση εκεί είναι σαφώς χαμηλότερο συγκριτικά με την Ελλάδα.
Λουκέτο βάζουν καθημερινά πλείστες επιχειρήσεις εξαιτίας της φοροκαταιγίδας, οδηγώντας αμέτρητους εργαζομένους στην ανεργία ενώ η εικόνα είναι πιο απογοητευτική- σύμφωνα μάλιστα με τα στοιχεία του ΓΕΜΗ- αν συγκριθούν τα ποσοστά μεταξύ των νέων επιχειρήσεων και των διεγραμμένων. Ποσοστό αρνητικό σε κάθε περίπτωση, καθώς οι διαγραφές έχουν περάσει κατά πολύ τις συστάσεις νέων εταιρειών. Και πως να μη συμβαίνει αυτό, αφού τα κίνητρα προς νέους επιχειρηματίες έχουν εξαφανισθεί. Εφόσον, λοιπόν, «αιμορραγεί» ο επιχειρηματικός κλάδος της χώρας, είναι δεδομένο πως θα καθίσταται αδύνατο να ικανοποιηθούν οι οφειλές προς τρίτους.
Ας έρθουμε τώρα στο νέο πλαίσιο που ανακοίνωσε η ΤτΕ αναφορικά με τη ρύθμιση των κόκκινων δανείων. Προβλέπονται καινοτόμες διαδικασίες για τα ελληνικά δεδομένα, όπως «κούρεμα» υπό ορισμένες προϋποθέσεις, «σπάσιμο» του δανείου σε «βιώσιμο» και «παγωμένο», «πάγωμα» τόκων και πλειστηριασμοί εφόσον δεν υπάρξει ρύθμιση. Η βασική λογική της όλης διαδικασίας στηρίζεται στο γεγονός ότι οι ρυθμίσεις θα πραγματοποιούνται με τους «συνεργάσιμους» δανειολήπτες ενώ στο επίκεντρο θα βρίσκονται οι «στρατηγικοί» οφειλέτες (εκείνοι που ναι μεν έχουν τα χρήματα αλλά δεν προβαίνουν στην αποπληρωμή της δόσης).
Το ζητούμενο σε αυτή την περίπτωση είναι να υπάρξει ένα σύστημα άμεσο, λειτουργικό και αποτελεσματικό, ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων δίχως να υπάρξει επιβάρυνση με πρόσθετη γραφειοκρατία.
Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση χιλιάδων νοικοκυριών που ζουν καθημερινά με το άγχος του πλειστηριασμού και δη της απώλειας της κατοικίας. Το πρόβλημα των μη «εξυπηρετούμενων» δανείων έχει μετατραπεί σε εφιάλτη, διότι η έλλειψη ενός σαφούς και οργανωμένου πλαισίου εφαρμογής, το οποίο θα προστατεύει και θα παρέχει την απαιτούμενη ασφάλεια στους πολίτες, διογκώνει την αγωνία και την αβεβαιότητα. Και φυσικά δε δύναται να μη γίνει αναφορά στις εξαγγελίες της παρούσας Κυβέρνησης (όταν ήταν αντιπολίτευση) και πόσο πολύ απέχουν με τις συνθήκες που βιώνει η χώρα σήμερα.
Ανατρέχοντας μάλιστα στο 2015, η συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών προστάτευε την πρώτη κατοικία με αυστηρά όρια αντικειμενικής αξίας ενώ αυτό δε θα ίσχυε από 1.1.2016, κάτι το οποίο οι Έλληνες πλέον το συνειδητοποιούν πλήρως. Πόσο απέχει, όμως, από το προεκλογικό σύνθημα «Κανένα σπίτι στα χέρια Τραπεζίτη»;;…