Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Από τη Μεταπολίτευση και μετά εάν κανείς παρατηρήσει την πολιτική μας εξέλιξη θα αναγνωρίσει αν μην τι άλλο την ανάγκη που έχουμε να μας προσέξουν οι άλλοι.
Πολλοί αποδίδουν αυτό το δεδομένο στο φόβο της ύπαρξης ενός επικίνδυνου γείτονα. Έτσι λοιπόν, δημιουργήθηκε ένα αυτονόητο δόγμα ότι θα πρέπει σε ότι οργανισμό υπάρχει με διεθνές status να μετέχουμε με το σκεπτικό ότι αυτή η ένταξη και η διεθνοποίηση μας μπορεί να δημιουργήσει τέτοιο δίκτυο συμμαχιών που την κατάλληλη στιγμή θα παρέμβει για να μας προστατέψει.
Στις δεκαετίες λοιπόν που έχουν περάσει λίγο ο ραγιαδισμός που είναι βαθιά ριζωμένος, περισσότερο ο φόβος και ακόμη περισσότερο ότι νιώθουμε ότι είμαστε παιδιά της «Ψωροκώσταινας» μας έχει οδηγήσει σε μία πολιτική λειτουργία αναχωμάτων, χωρίς τόλμη, χωρίς θάρρος, χωρίς όραμα.
Πιστεύουμε ότι είμαστε τυχεροί που μετέχουμε, νιώθουμε Ευρωπαίοι διότι κυκλοφορούμε με ευρώ, χαιρόμαστε που ζούμε με Τρόικες λόγω της υποσυνείδητης αμυντικής μας φιλοσοφίας ότι δεν έχουμε τη δυνατότητα να διαχειριστούμε οι ίδιοι τα οικονομικά μας και αγοράζουμε εξοπλιστικά προσπαθώντας να νιώσουμε πιο ισχυροί άσχετα εάν κινδυνεύουμε από ένα «ντου» τώρα, καθώς όλα αυτά για τα οποία συζητάμε είναι πολύ αμφιλεγόμενο αν θα τα έχουμε όντως στη διάθεσή μας, όταν τα χρειαστούμε.
Και ξαφνικά έρχεται στη ζωή μας Το Διαβατήριο Εμβολίου της ΕΕ.
Είμαστε κυριολεκτικά αμήχανοι. Οι θεσμικοί αρνητές των πάντων βιάζονται να πουν ότι «εδώ ο κόσμος καίγεται….» Επειδή λίγοι ασχολούνται με τη μεσοπρόθεσμη στρατηγική της εθνικής παρουσίας θα παρακαλούσα τους αναγνώστες αυτού του άρθρου να κάνουν ένα «βήμα» πίσω και να αναλογισθούν ότι σε αυτούς τους τελευταίους 12 μήνες έχουμε κερδίσει μία μεγάλη παγκόσμια νίκη αναγνωσιμότητας που δεν είναι άλλη από την επιτυχή αντιμετώπιση του πρώτου κύματος.
Θα πει ο επικριτής και τι πετύχαμε; Τους κλείσαμε όλους μέσα, «τα χώσαμε» στα media, ο κόσμος πεινάει κλπ. Όλα αυτά είναι αλήθεια. Όμως μην παραγνωρίζουμε ότι η παγκόσμια κοινότητα για πρώτη φορά αναγνώρισε την επιτυχία όπως τη διαμορφώσαμε εμείς όχι όπως προέκυψε μέσα από συγκυρίες αμυντικών στρατηγικών.
Αυτή η νέα παγκόσμια αναγνώριση διαμόρφωσε ένα νέο πλαίσιο εμπιστοσύνης εξίσου ισχυρής με εκείνη του καλοπληρωτή των υποχρεώσεων. Αυτή η εμπιστοσύνη δικαιώνει την έξοδο στις αγορές για ένα 30αετές εθνικό ομόλογο, αυτή η εμπιστοσύνη οδηγεί πλέον στο επόμενο μεγάλο βήμα: για πρώτη φορά από την ημέρα ένταξης στην Ευρωζώνη εισακούσθηκε και υιοθετήθηκε από το σύνολο της Ένωσης πολιτική πρόταση της Ελλάδος που να αφορά την Ένωση.
Εξαιρετική η ιδέα και του κου. Τσίπρα για απελευθέρωση της πατέντας του εμβολίου. Μακάρι να είχε εισακουσθεί. Χαίρομαι που εσωτερικά δεν σχολιάστηκε αρνητικά αν μη τι άλλο αποδεικνύει ότι έχουμε ιδέες ισάξιες-ίσως και καλύτερες- των υπολοίπων μελών.
Τι μας έλειπε;
Το βήμα της αναγνωρισιμότητας για να εισακουστούμε!
Κάπως έτσι βήμα- βήμα αλλάζουμε πίστα, αλλάζουμε κατηγορία. ‘Όχι γιατί έχουμε βιομηχανία, όχι γιατί είμαστε εξοπλισμένοι σαν αστακοί, αλλά γιατί απλά δείξαμε ότι πλέον μπορούν να μας εμπιστεύονται για το μυαλό μας… Αυτό έγινε επίπονα και εφόσον ακόμη και οι μηδενιστές, όλοι αγωνιστήκαμε την τελευταία δεκαετία για να φτάσουμε εδώ. Ας αποβάλουμε λοιπόν το εθνικό μας κόμπλεξ και ας συγχαρούμε τους συντελεστές για την επιτυχία. Συγχαίροντας τον Πρωθυπουργό συγχαίρουμε τους εαυτούς μας που αγωνιστήκαμε για να κερδίσουμε τη χτυπημένη μας ταυτότητα. Το πρότεινε εκείνος. Δική του ιδέα ήταν.
Όμως πρέπει να μετακινηθούμε από το αυτονόητο επιφώνημα του «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» στο «η Νίκη ανήκει στους Έλληνες και οι ιδέες μας μπορούν να κερδίσουν τον κόσμο».