Οι ημιαγωγοί, τα μικροτσίπ δηλαδή, αποτελούν τον «εγκέφαλο» σχεδόν κάθε σύγχρονης ηλεκτρονικής συσκευής και η συντριπτική πλειονότητα αυτών κατασκευάζεται στην Ταϊβάν. Οποιαδήποτε κρίση στην αλυσίδα εφοδιασμού αυτού του προϊόντος θα προκαλούσε σοκ στην παγκόσμια οικονομία.
Οι αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με την εξάρτηση από την Ταϊβάν για την παραγωγή προηγμένων ημιαγωγών -ιδιαίτερα δεδομένης της εύθραυστης σχέσης μεταξύ Ταϊβάν και Κίνας- οδήγησαν το αμερικανικό Κογκρέσο να ψηφίσει το νομοσχέδιο CHIPS and Science act, στα τέλη Ιουλίου 2022.
Το δικομματικό νομοσχέδιο ύψους 280 δισεκατομμυρίων δολαρίων, παρέχει επιδοτήσεις ύψους 52 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την εγχώρια κατασκευή ημιαγωγών και αποτελεί μέρος της προσπάθειας ενίσχυσης της αμερικανικής ανταγωνιστικότητας έναντι της Κίνας. Ωστόσο, όπως αναφέρει ο ιστότοπος Nikkei Asia, οι εταιρείες θα λάβουν χρηματοδότηση μόνο εάν συμφωνήσουν να μην κατασκευάζουν επεξεργαστές για κινεζικές εταιρίες. Ενώ φαίνεται ότι υπάρχει κάποιο περιθώριο για τους κατασκευαστές να προστατεύσουν τις υφιστάμενες δραστηριότητές τους στην Κίνα, αναλυτές και δικηγόροι δήλωσαν στον ιστότοπο ότι οι όροι του νομοσχεδίου δημιουργούν εμπόδια για τις εταιρείες και θα μπορούσαν να τις αναγκάσουν να επιλέξουν μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας.
Αυτή η επένδυση στη δημιουργία εγχώριων αλυσίδων εφοδιασμού ημιαγωγών και στις δύο πλευρές του Ειρηνικού, αντανακλά την αυξανόμενη δυσπιστία μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων. Υποδηλώνει επίσης, μια σημαντική μετατόπιση από την παγκοσμιοποίηση. Ο Όρβιλ Σελ, διευθυντής του Κέντρου για τις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας στο Asia Society, δήλωσε στο Grid, ότι η βιομηχανία τσιπ παγκοσμιοποιήθηκε χωρίς «να λαμβάνονται υπόψη οι πιθανές πολιτικές εντάσεις και συγκρούσεις που είναι εγγενείς στο πού κατασκευάζονται τα πράγματα και σε ποιον διακινούνται». «Νομίζω ότι βρισκόμαστε σε ένα σημείο εξαιρετικής καμπής, και τα τσιπ βρίσκονται ακριβώς στο κέντρο της», πρόσθεσε.
Γιατί οι ΗΠΑ πιστεύουν ότι η εξάρτηση από την Ταϊβάν είναι ριψοκίνδυνη
Η εταιρεία Taiwan Semiconductor Manufacturing Company (TSMC) είναι ο μεγαλύτερος κατασκευαστής επεξεργαστών στον κόσμο, από τον οποίο εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό οι ΗΠΑ. Το 92% της παγκόσμιας παραγωγής εξελιγμένων ημιαγωγών 10 νανομέτρων ή και μικρότερων, προέρχεται από την TSMC. Ο σημαντικός ρόλος της εταιρείας φάνηκε κατά τη διάρκεια του σύντομου ταξιδιού της Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν. Η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων συναντήθηκε με ανώτερα στελέχη της TSMC σε μια προσπάθεια της αμερικανικής κυβέρνησης να πείσει την εταιρεία να δημιουργήσει μια παραγωγική βάση στις ΗΠΑ και να σταματήσει να κατασκευάζει προηγμένα τσιπ για κινεζικές εταιρείες.
Στον απόηχο της επίσκεψης της Πελόζι στην Ταϊβάν, ο κινεζικός στρατός διεξήγαγε τις μεγαλύτερες ασκήσεις του εδώ και δεκαετίες και εκτόξευσε πυραύλους κοντά στο νησί, διακόπτοντας τις διαδρομές εφοδιασμού για ημέρες.
Για να κατανοήσει κανείς τους κινδύνους που συνδέονται με αυτή την εξάρτηση, αρκεί να ρίξει μια ματιά σε έναν χάρτη. Η TSMC παράγει τσιπ σε γιγάντια εργοστάσια που βρίσκονται στη δυτική ακτή της Ταϊβάν εκεί όπου η Κίνα θα αποβιβαστεί αν εισβάλει στο νησί. Ορισμένοι έχουν υποστηρίξει ότι η εξάρτηση της ίδιας της Κίνας από την Ταϊβάν για τα τσιπ θα την απέτρεπε από την επίθεση. Αλλά ο κίνδυνος δεν μπορεί να αποκλειστεί και οι συνέπειες θα αντηχούσαν σε όλο τον κόσμο.
«Είναι πιθανό ότι η χρήση στρατιωτικής βίας κατά της Ταϊβάν θα ήταν πραγματικά καταστροφική για τον κλάδο αυτό, με τρόπους που δεν μπορούμε να φανταστούμε», δήλωσε ο Πολ Τριόλο, αντιπρόεδρος για την Κίνα και την τεχνολογική πολιτική στην Albright Stonebridge Group.
«Τεχνολογικός πόλεμος»
Το νέο νομοσχέδιο είναι η τελευταία από μια σειρά κινήσεων που έχουν κάνει οι ΗΠΑ για να περιορίσουν την τεχνολογική ανάπτυξη της Κίνας. Οι ΗΠΑ έχουν θέσει περιορισμούς στις εξαγωγές ημιαγωγών και συναφούς εξοπλισμού προς τις κινεζικές τεχνολογικές εταιρείες Huawei και SMIC. Έχουν επίσης συνεργαστεί με την Ολλανδία για να εμποδίσουν την Κίνα να αποκτήσει βασικά μηχανήματα κατασκευής τσιπ που παράγονται από την ολλανδική εταιρεία ASML και τα οποία θα της επέτρεπαν να εκκινήσει την παραγωγή των μικρότερων, πιο πρωτοποριακών τσιπ.
Από την άλλη, η Κίνα έχει καταστήσει την ενίσχυση της βιομηχανίας ημιαγωγών της στρατηγική προτεραιότητα τα τελευταία χρόνια, με έμφαση στην αυτοδυναμία και την απεξάρτηση από την αμερικανική τεχνολογία. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας έχει δαπανήσει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια για την ανάπτυξη της βιομηχανίας παραγωγής τσιπ. Προς το παρόν, τα εργοστάσιά της κατασκευάζουν τσιπ χαμηλού επιπέδου για αυτοκίνητα και άλλα προϊόντα, αλλά δεν μπορούν να προμηθεύσουν smartphones και άλλες συσκευές υψηλού επιπέδου.
Η Κίνα, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν αντέδρασε θετικά στο νομοσχέδιο.
«Η Κίνα είναι αποφασιστικά εναντίον του», δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών Ζάο Λιτζιάν. «Είναι στο χέρι των ΗΠΑ το πώς θα αναπτυχθούν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να δημιουργούν εμπόδια για τις κανονικές τεχνολογικές και λαϊκές ανταλλαγές και τη συνεργασία με την Κίνα, και ακόμη λιγότερο να στερούν ή να υπονομεύουν τα νόμιμα αναπτυξιακά δικαιώματα και συμφέροντα της Κίνας», τόνισε.
Επίσης, η Κίνα θα μπορούσε να προβεί σε αντίποινα. Μεγάλες αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας, όπως η Qualcomm και η Nvidia, πωλούν ημιαγωγούς και συναφή εξοπλισμό στην κινεζική αγορά. Η Κίνα ενδεχομένως θα μπορούσε να μπλοκάρει τις συμφωνίες με αυτές τις εταιρείες.
Συμμαχίες
Οι ΗΠΑ επιδιώκουν να προχωρήσουν σε συνεργασίες για την κατασκευή ημιαγωγών με συμμάχους στην Ασία, συμπεριλαμβανομένης της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας, για να εξασφαλίσουν την προμήθεια των κρίσιμων εξαρτημάτων και να διατηρήσουν ένα προβάδισμα έναντι της Κίνας.
Ενδεχομένως, η TSMC θα αναγκαστεί να διαλέξει πλευρά, σύμφωνα με τον Αμπισούρ Πρακάς, συνιδρυτή της συμβουλευτικής εταιρείας Center for Innovating the Future, ο οποίος μίλησε στο CNBC.
«Στην πραγματικότητα, μια εταιρεία όπως η TSMC έχει ήδη ‘διαλέξει πλευρά’. Επενδύει στις ΗΠΑ για να υποστηρίξει την αμερικανική παραγωγή τσιπ και έχει πει ότι θέλει να συνεργαστεί με ‘δημοκρατίες’, όπως η ΕΕ, στην παραγωγή τσιπ», εξήγησε.
«Καθώς αυξάνονται οι εντάσεις μεταξύ Ταϊβάν και Κίνας, η TSMC θα μπορέσει να διατηρήσει τη θέση της ή θα αναγκαστεί να αναπροσαρμόσει τη γεωπολιτική της στρατηγική; Αυτό είναι το ερώτημα», τόνισε ο Πρακάς.
ΠΗΓΗ: Asia Nikkei, Grid, ABC