«Εσύ είσαι η πρόεδρος της επιχείρησης. Εγώ παίρνω τις αποφάσεις»: Μπορεί να ακούγεται οξύμωρο, αλλά συμβαίνει συχνά στις οικογενειακές επιχειρήσεις και αποτελεί το μεγαλύτερο λάθος που μπορεί να κάνει ο ιδρυτής μιας επιχείρησης, όταν περνά τη σκυτάλη στην επόμενη γενιά, όπως επισημαίνει μιλώντας στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Αμερικανίδα σύμβουλος επιχειρήσεων Λέσλι Ντάσιου (Leslie Dashew), γενική διευθύντρια της Aspen Family Business Group.
«Το μεγαλύτερο λάθος στη διαδικασία της διαδοχής είναι να περνάς (στην επόμενη γενιά) την ευθύνη, χωρίς όμως να περνάς την εξουσία» παρατηρεί η κ. Ντάσιου, η οποία βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη με αφορμή το διεθνές συνέδριο οικογενειακών επιχειρήσεων, που διοργανώνει στην πόλη στις 22-24 Σεπτεμβρίου η Aspen Group, με τίτλο
«Χτίζοντας και διατηρώντας την κληρονομιά του Οίκου».
Εξάλλου, ο διευθυντής του ομίλου Aspen, Μπουράκ Κότσερ (Burak Kocer), επισημαίνει στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων πως το μεγαλύτερο ίσως λάθος, που κάνουν κάποιοι από τους ιδρυτές, είναι ότι «δεν έχουν ένα σχέδιο για τη ζωή τους μετά την επιχείρηση, μετά τη συνταξιοδότηση», δεν έχουν ένα πλάνο για το πώς θα διαχειριστούν τη νέα καθημερινότητά τους, οπότε αρχίζουν να βρίσκουν τη ζωή τους δίχως νόημα.
Σε ποια ηλικία πρέπει να παραδίδεις τα ηνία;
Υπάρχει κάποια ηλικία, στην οποία ο/η ιδρυτής πρέπει να παραδώσει τη σκυτάλη στους διαδόχους του και η νεότερη γενιά να αναλάβει τα ηνία; «Δεν θα το προσδιορίσω βάσει ηλικίας, αλλά βάσει της ικανότητας, που έχουν οι διάδοχοι για να μπουν στην επιχείρηση. Δεν υπάρχει άμεσος συσχετισμός με την ηλικία. Υπάρχουν ιδιοκτήτες, που στα 80 τους δεν θέλουν να φύγουν από την επιχείρηση, γιατί η δουλειά τους είναι η “ταυτότητά” τους. Σημασία έχει ποιος κατέχει τη γνώση, ποιος αντιλαμβάνεται την αγορά. Για παράδειγμα, ένα άτομο 30 χρονών σε ένα διοικητικό συμβούλιο μπορεί να είναι “ξύπνιο” σε ό,τι αφορά την τεχνολογία, αλλά όχι σε ό,τι αφορά τις αρχές της μακροπρόθεσμης διοίκησης» παρατηρεί η κ. Ντάσιου.
«Δούλεψε πρώτα αλλού, μετά στην επιχείρηση της μαμάς και του μπαμπά»
Κατά την ίδια, δεν υπάρχει ούτε «ιδανική» ηλικία για την είσοδο των μελών της νέας γενιάς στην επιχείρηση. «Αυτό που προτείνουμε είναι τα μέλη της νεότερης γενιάς να δουλέψουν πρώτα κάπου αλλού, πριν εργαστούν στην οικογενειακή επιχείρηση. Να δουλέψουν πρώτα για κάποιον άλλο, γιατί έτσι, όταν οι γονείς τους και ιδιοκτήτες της επιχείρησης θα τους πουν ότι τα πράγματα χρειάζεται να γίνουν διαφορετικά, θα γνωρίζουν ότι δεν το λένε επειδή λειτουργούν σαν “ο μπαμπάς και μαμά”, αλλά γιατί έτσι συμβαίνει κι έξω από την οικογενειακή επιχείρηση» σημειώνει η Αμερικανίδα σύμβουλος.
Προσθέτει δε, ότι αυτός δεν είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο οι μελλοντικοί ιδιοκτήτες μιας οικογενειακής επιχείρησης, προτείνεται να εργαστούν πρώτα για άλλον εργοδότη. «Χρειάζεται να δουλέψουν αλλού και για να μπορούν να συνεισφέρουν μετέπειτα νέες ιδέες στην οικογενειακή επιχείρηση. Για κάποιους ή κάποιες χρειάζεται να γίνουν πρώτα δικηγόροι ή λογιστές ή υδραυλικοί ή ηλεκτρολόγοι, προκειμένου να είναι σε θέση να αποδεχτούν καλύτερα τα ισχύοντα στην οικογενειακή επιχείρηση ή και για να “νομιμοποιηθεί” η παρουσία τους εκεί στα μάτια των άλλων εργαζόμενων (που δεν είναι μέλη της επιχείρησης). Επίσης, όταν έχουν πρώτα εργαστεί αλλού, γνωρίζουν ότι μπορούν να το ξανακάνουν αν χρειαστεί, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που είναι δυστυχισμένοι μέσα στην οικογενειακή επιχείρηση, αλλά δεν τολμούν να φύγουν γιατί δεν ξέρουν αν υπάρχει θέση για αυτούς εκτός της επιχείρησης» σημειώνει η Λέσλι Ντάσιου.
Λεφτά για τα παιδιά από το ταμείο της επιχείρησης;
Με βάση διεθνείς στατιστικές, μόλις τρεις στις 100 οικογενειακές επιχειρήσεις επιβιώνουν αρκετά χρόνια, ώστε να περάσουν στην τέταρτη γενιά. Ισχύει όντως αυτό; Η κ. Ντάσιου δηλώνει ότι ένα από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά των επιτυχημένων οικογενειακών επιχειρήσεων είναι η ικανότητα της προσαρμογής. Καθώς οι αγορές αλλάζουν, οι επιτυχημένες οικογενειακές επιχειρήσεις μπορεί να αλλάξουν τον βασικό πυρήνα της δραστηριότητας της επιχείρησης κι αυτό αντανακλάται στις στατιστικές ως αποτυχία, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι.
Η κ. Ντάσιου επισημαίνει ότι έχουν εντοπιστεί συνολικά οκτώ λόγοι για τους οποίους οι οικογενειακές επιχειρήσεις αποτυγχάνουν και ένας βασικός είναι ότι «οι ανάγκες της οικογένειας συχνά υπερκαλύπτουν εκείνες της επιχείρησης».
Πώς τις υπερκαλύπτουν; Π.χ., περισσότερα παιδιά μπορεί να σημαίνουν ότι η οικογένεια αντλεί περισσότερα χρήματα από την επιχείρηση για να τα συντηρήσει. Ή ότι όταν ένας ξάδερφος έχει ανάγκη, τον προσλαμβάνεις ως εργαζόμενο, αντί ίσως να εντάξεις στο δυναμικό σου κάποιον με καταλληλότερες δεξιότητες. «Όταν εστιάζεις στην επιχείρηση και την “τρέχεις” ως επιχείρηση, τότε επιβιώνεις. Αν όχι, τότε δουλεύεις σαν δεινόσαυρος. Αν η οικογένεια θέλει να διατηρήσει την επιχείρηση, χρειάζεται να σκεφτεί μακροπρόθεσμα. Το να ξεκινήσεις μια επιχείρηση είναι πολύ ευκολότερο από το να την κρατήσεις ζωντανή. Σύμφωνα με τις στατιστικές, μόνο ένα στα πέντε επιχειρηματικά εγχειρήματα γενικά επιβιώνει για πέντε χρόνια η περισσότερο. Στην περίπτωση των οικογενειακών επιχειρήσεων, (για τόσα χρόνια) επιβιώνουν περισσότερες, γιατί οι οικογενειακές επιχειρήσεις σκέφτονται σε όρους γενεών, όχι απλά ενός ή δύο ετών» λέει η κ. Ντάσιου.
Σε περιόδους οικονομικών κρίσεων, οι οικογενειακές επιχειρήσεις είναι λιγότερο ή περισσότερο ανθεκτικές σε σχέση με εκείνες που δεν ανήκουν σε οικογένειες; «Αποδεικνύονται πιο ανθεκτικές λόγω της δυναμικής της οικογένειας» σημειώνει ο κ. Κότσερ, ενώ η κ. Ντάσιου επισημαίνει ότι, με βάση τα δεδομένα από κρίσεις του παρελθόντος, ακόμη και στα δύσκολα «οι οικογενειακές επιχειρήσεις θα κρατήσουν τους μισθούς σταθερούς και θα διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας, γιατί νοιάζονται για τους υπαλλήλους τους. Αυτή η αφοσίωση εκτιμάται τόσο από τους εργαζόμενους, όσο και από τους πελάτες τους», με ό,τι αυτό σημαίνει για την επιβίωση της επιχείρησης.