Οι προμήθειες των ελληνικών τραπεζών που χρεώνουν στους εμπόρους για την αποδοχή συναλλαγών σε τερματικά αποδοχής καρτών (POS) είναι από τις πλέον ανταγωνιστικές, συγκρινόμενες με αυτές λοιπών τραπεζών που λειτουργούν σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις τραπεζών, με αφορμή και την υποχρεωτική εγκατάσταση από αύριο POS από 400.000 περίπου επαγγελματίες από 85 επαγγελματικές κατηγορίες.
Ειδικότερα στο πλαίσιο της εμπορικής πολιτικής κάθε τράπεζας υπάρχει ανταγωνισμός και διαφοροποιήσεις στις προμήθειες που χρεώνουν στους εμπόρους για την αποδοχή συναλλαγών. Σε διάστημα μόλις ενός έτους έχουν μειωθεί μεσοσταθμικά κατά περίπου 20% και πλέον ανέρχονται αρκετά κάτω του 1%.
Μάλιστα, για μικροσυναλλαγές έως 10-20 ευρώ οι προμήθειες είναι ακόμα χαμηλότερες, με αποτέλεσμα οι προμήθειες των ελληνικών τραπεζών είναι από τις πλέον ανταγωνιστικές συγκρινόμενες με αυτές λοιπών τραπεζών που λειτουργούν σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρά το γεγονός πως οι συναλλαγές με κάρτες στην Ελλάδα εξακολουθούν να είναι λίγο πάνω από το μισό του μέσου όρου της ευρωζώνης. Δηλαδή, λιγότερες συναλλαγές αλλά καλύτερες τιμές για τους ελεύθερους επαγγελματίες και επιχειρήσεις της χώρας μας. Είναι πραγματικά δύσκολο να βρεθεί κλάδος της ελληνικής οικονομίας που να έχει προσαρμόσει τόσο γρήγορα προς τα κάτω την τιμολογιακή του πολιτική στην αυξημένη ζήτηση παρεχόμενων υπηρεσιών του.
Το κόστος αγοράς ενός τερματικού POS, σύμφωνα με τράπεζες, κυμαίνεται από 99 έως 440 ευρώ, ανάλογα με τον τύπο και τη λειτουργικότητά του, ενώ στην περίπτωση μίσθωσής του το κόστος κυμαίνεται ετησίως από 50 έως 360 ευρώ, ανάλογα με το μηνιαίο όγκο συναλλαγών. Αντίστοιχα, το ετήσιο κόστος συντήρησης κυμαίνεται μεταξύ 24 και 96 ευρώ.
Επίσης, οι τράπεζες παρέχουν προγράμματα επιβράβευσης πόντων για τις επιχειρήσεις – πελάτες τους, προγράμματα τα οποία λειτουργούν εδώ και μια δεκαετία με τεράστια αναγνωρισιμότητα και αξιοποίηση από τους χρήστες καρτών πληρωμών (π.χ. yellow, go4more, Euroπιστροφή, Alpha Bonus).
Η αποδοχή καρτών θεωρείται πλέον απαραίτητο εργαλείο για την εξυπηρέτηση της πελατείας και των εισπράξεων οποιασδήποτε επιχείρησης. Μετά την επιβολή των capital controls η πληρωμή με κάρτα είναι μια απαίτηση των πελατών, που επιπλέον απαλλάσσονται από την υποχρέωση συλλογής αποδείξεων. Και τους πελάτες δεν τους ενδιαφέρει απαραίτητα η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής ή η ενίσχυση των εσόδων των τραπεζών. Τους ενδιαφέρει να χρησιμοποιούν ένα σύγχρονο και ασφαλή τρόπο πληρωμής των αγορών τους, ασφαλέστερο και από τα μετρητά, ιδίως όταν το ποσό αναλήψεων είναι περιορισμένο, λόγω capital controls. Η μη αποδοχή καρτών από μια επιχείρηση, ανεξαρτήτως μεγέθους, είναι πλέον η εξαίρεση και όχι ο κανόνας, επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη.
Επιπλέον, η αύξηση χρήσης των καρτών πληρωμών συνεπάγεται για τους εμπόρους σημαντική μείωση του κόστους διαχείρισης των μετρητών (πχ διαχείριση κερμάτων, κόστος χρηματαποστολών, απώλειες από ληστείες, διαχείριση ακατάλληλων προς κυκλοφορία χαρτονομισμάτων, χρόνος εξυπηρέτησης πελατών κ.λπ) που με βάση τη διεθνή εμπειρία σε πολλές περιπτώσεις υπερκαλύπτουν την προμήθεια αποδοχής συναλλαγών καρτών πληρωμών. Το ετήσιο κόστος διαχείρισης μετρητών στην Ελλάδα εκτιμάται ότι ανέρχεται στο 1,5% με 2% του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων, δηλαδή περίπου 3 με 4 δισ. ευρώ.