Γεγονός είναι δυστυχώς τα πρώτα μαζικά «λουκέτα» στον χώρο της εστίασης, η οποία παραμένει κλειστή από τις αρχές Νοεμβρίου και η επανέναρξη λειτουργίας της δεν αναμένεται σύντομα. Κολωνάκι και Γκάζι στην Αθήνα, το κέντρο της Θεσσαλονίκης, αλλά και καταστήματα σε μεγάλους τουριστικούς προορισμούς, όπως για παράδειγμα στη Ρόδο, είναι περιοχές όπου εντοπίζονται ήδη πολλές επιχειρήσεις του κλάδου της εστίασης οι οποίες έκλεισαν οριστικά.
Τα σενάρια για επανέναρξη σύντομα της λειτουργίας του κλάδου «πάγωσε» ο ίδιος ο πρωθυπουργός μιλώντας χθες στη Βουλή, ενώ οι επιχειρηματίες από την πλευρά τους κατέστησαν σαφές στην κυβέρνηση ότι η επαναλειτουργία μόνο σε εξωτερικούς χώρους δεν είναι βιώσιμη. Από το γεγονός και μόνο ότι ανανέωσαν το ραντεβού τους με τον υπουργό Ανάπτυξης για το πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου φαίνεται ότι δεν αναμένονται νεότερα σε αυτό το μέτωπο τουλάχιστον για τις επόμενες τρεις εβδομάδες.
Οι περιοχές
Σύμφωνα με όσα ανέφερε, μιλώντας στην «Καθημερινή», ο Γιώργος Καββαθάς, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων (ΠΟΕΣΕ), επικεφαλής ταυτόχρονα και της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), περί τις 40 επιχειρήσεις εστίασης (εστιατόρια, καφέ, μπαρ) στην περιοχή του Κολωνακίου, κυρίως στις οδούς Σκουφά και Βαλαωρίτου, έχουν κλείσει οριστικά.
Ανάλογη εικόνα παρατηρείται και στο Γκάζι, κυρίως σε καταστήματα που λειτουργούσαν ως μπαρ ή κλαμπ και στα οποία ήδη έχουν μπει τα πρώτα ενοικιαστήρια (πάνω από δέκα), ενώ έχουν πραγματοποιηθεί και εξώσεις. Περί τις 40 επιχειρήσεις του κλάδου έχουν κλείσει στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, ενώ «λουκέτα» έχουν εμφανισθεί και στην παλιά πόλη της Ρόδου.
Οριστικό «λουκέτο» έχουν βάλει εστιατόρια και στα προάστια της Αθήνας (Χολαργός, Αγία Παρασκευή, Χαλάνδρι και Νέο Ψυχικό), παρά το γεγονός ότι αρχικά επιχείρησαν να δραστηριοποιηθούν στην υπηρεσία του delivery (διανομή έτοιμου φαγητού). «Τα καταστήματα ειδικά στην οδό Σκουφά λειτουργούν κατά βάση τους χειμερινούς μήνες. Το γεγονός ότι έμειναν κλειστά τον Μάρτιο και τον Απρίλιο και στη συνέχεια από τον Νοέμβριο κι έπειτα, είχε ως αποτέλεσμα να κλείσουν. Πρόκειται στην πλειονότητά τους για μικρές επιχειρήσεις στις οποίες δούλευαν και οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες. Βεβαίως, η οδός Σκουφά βρισκόταν σε σχετική πτώση προ κορωνοϊού, αλλά η πανδημία επιδείνωσε την κατάσταση», επισήμανε στην «Κ» γνωστός επιχειρηματίας του κλάδου που δραστηριοποιείται στο Κολωνάκι και στη Μύκονο.
Καθοριστικό ρόλο επίσης για το κλείσιμο των καταστημάτων στην περιοχή του Κολωνακίου είναι τα υψηλά ενοίκια που σε κάποιες περιπτώσεις, όπως εξηγεί ο κ. Καββαθάς, μπορεί να φτάνουν ακόμη και τις 32.000 ευρώ. «Με μηδενικό τζίρο είναι αδύνατον να συνεχίζεις να πληρώνεις έστω και το 60% ενός τέτοιου ενοικίου για πολλούς μήνες», λέει χαρακτηριστικά και προσθέτει: «Η μετεγκατάσταση σε άλλο ακίνητο είναι ασύμφορη, κοστίζει όσο δέκα ενοίκια μαζί».
Η διατύπωση θέσεων, πάντως, όπως συνέβη πριν από λίγες ημέρες από τον υπουργό Ανάπτυξης Αδ. Γεωργιάδη, για επαναλειτουργία της εστίασης μόνο στους εξωτερικούς χώρους δεν βρίσκει σύμφωνο τον κλάδο. Σε τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε ανάμεσα στους εκπροσώπους του κλάδου και στον υπουργό, οι πρώτοι τόνισαν ότι για να έχει πιθανότητες βιωσιμότητας η εστίαση θα πρέπει να λειτουργήσουν, εκτός από τους εξωτερικούς χώρους, τουλάχιστον το 40%-50% της δυναμικότητας των εσωτερικών χώρων των καταστημάτων.
Ζητούν πρόσθετα μέτρα
Σε άλλη τηλεδιάσκεψη, αυτή τη φορά με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, οι εκπρόσωποι του κλάδου ζήτησαν μεταξύ άλλων επιπλέον στήριξη, πέραν της επιστρεπτέας προκαταβολής, «κούρεμα» των υποχρεώσεων που δημιουργήθηκαν την περίοδο της πανδημίας, απαλλαγή από την καταβολή ενοικίου εάν η επιχείρηση είναι εντελώς κλειστή και συνέχιση της καταβολής μειωμένου ενοικίου για κάποιο διάστημα μετά την επαναλειτουργία της εστίασης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), ο κλάδος της εστίασης για τον μήνα Νοέμβριο (αφορούν μόνο τις επιχειρήσεις που έχουν υποχρέωση τήρησης διπλογραφικών βιβλίων) είχε κύκλο εργασιών 56,08 εκατ. ευρώ, μειωμένο κατά 53,4% σε σύγκριση με τον Νοέμβριο του 2019. Τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με πληροφορίες με βάση τα στοιχεία των ηλεκτρονικών συναλλαγών, ο τζίρος ήταν μειωμένος κατά 46%.
Πηγή: kathimerini.gr