Με τα εισιτήρια να παρουσιάζουν σημαντική πτώση, εξαιτίας της πανδημίας, αλλά και προφανώς της τακτικής αρκετών γραφείων διανομής να ρίχνουν στη μάχη τής αίθουσας πολλές περισσότερες ταινίες απ’ όσες μπορεί να αντέξει η ελληνική αγορά, η νέα εβδομάδα ξεκινά απόψε με το πολυδιαφημισμένο βιογραφικό δράμα “Ο Οίκος Γκούτσι”, διαθέτοντας ένα πολυπρόσωπο καστ αστέρων και στη σκηνοθεσία τον Ρίντλεϊ Σκοτ, το animation της Disnay “Ενκάντο: Ένας Κόσμος Μαγικός” και πέντε ελληνικά φιλμ, που το καθένα έχει το δικό του ενδιαφέρον, αλλά είναι φανερό ότι οι συνθήκες δεν τα ευνοούν.
Ο Οίκος Gucci (House of Gucci). Δραματική βιογραφική περιπέτεια, αμερικανικηής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία Ρίντλεϊ Σκοτ, με τους Lady Gaga, Άνταμ Ντράιβερ, Τζάρεντ Λέτο, Αλ Πατσίνο, Σάλμα Χάγιεκ, Τζέρεμι Άιρονς κ.ά.
Η Φλωρεντία δεν είναι μόνο η πατρίδα, η πηγή έμπνευσης, του Μιχαήλ Άγγελου, του Λεονάρντο ντα Βίντσι, του Ντονατέλο ή του Δάντη και ένα μνημείο τέχνης και πολιτισμού, το οποίο σεβάστηκαν μέχρι και οι Ναζί, αλλά είναι και η πόλη στην οποία ιδρύθηκε η πρώτη τράπεζα στην ιστορία, τον 15ο αιώνα, το λίκνο της κερδοσκοπίας κι ενός αδηφάγου επεκτατισμού. Βεβαίως, σήμερα, για τους περισσότερους είναι ένας ξεχωριστός τουριστικός προορισμός και η έδρα του Οίκου Γκούτσι, μίας αυτοκρατορίας της μόδας, της ματαιοδοξίας, της επίδειξης πλούτου.
Αυτή η μακρά ιστορία, που ξεκινά με τους Μέδικους και έφτασε στους Γκούτσι (ξεκινώντας από ένα ταπεινό κατάστημα δερμάτινων ειδών το 1921), αυτή η σύνδεση ενός κόσμου που, πέρα από την επιφάνεια του καλού γούστου, κρύβει τη βαθιά αφοσίωση στο χρήμα και την εξουσία, μένει έξω από την πολυαναμενόμενη ταινία και μια χαμένη ευκαιρία για τον Ρίντλεϊ Σκοτ να εισχωρήσει στην παραδομένη ψυχή των μελών της οικογένειας, στις ρίζες ενός σοβαρού πραγματικά θέματος, που θα έκανε κατανοητή την υποκρισία, τη διαφθορά, ακόμη και στην κατάληξη όλων αυτών: του εγκλήματος. Αντιθέτως, ο Σκοτ, με τη μεγάλη του, αποδεδειγμένη, κινηματογραφική γνώση, αρκείται στη διεκπεραίωση του σεναρίου που έχει μπροστά του, απλώνει σε δυόμισι ώρες μία αποσπασματική ταινία, λόγω και των πολλών προσώπων που εμφανίζονται, αποδίδοντας τελικά μια λαμπερή και ορισμένες φορές χαώδη σαπουνόπερα.
Ο Σκοτ, επικεντρωμένος στα πάθη, την εγωπάθεια, τη μοχθηρία, την προδοσία, τα τεράστια συμφέροντα, το έγκλημα, αλλά και στην Πατρίτσια Ρετζιάνι, που μπαίνει στη φημισμένη οικογένεια “τυλίγοντας” τον άβγαλτο και εκ των διαδόχων της εταιρείας, Μαουρίτσιο Γκούτσι, θαμπώνεται από το μεγαλείο και τον πλούτο και μεταμορφώνεται από ένα λαϊκό κορίτσι σε μια αδίστακτη γυναίκα που θέλει τα πάντα.
Έτσι, παρά τις εντυπωσιακές εικόνες, την ύπαρξη ενός σπουδαίου καστ -από Αλ Πατσίνο, Άνταμ Ντράιβερ και Τζέρεμι Άιρονς, μέχρι Τζάρεντ Λέτο και Σάλμα Χάγιεκ- που όμως δεν δένει σχεδόν ποτέ, σαν να παίζει ο καθένας τον δικό του ρόλο στη δική του ταινία, χάνει το στοίχημα έστω μίας ενδιαφέρουσας συνολικά σαπουνόπερας. Επιπλέον, δεν τολμά, λόγω και του στόρι, που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, να βγει από τη σοβαροφάνεια, το δράμα της οικογένειας και να αναδείξει την κενότητα των χαρακτήρων, το γελοίο του πράγματος, που υπερβαίνει την ίντριγκα και το δράμα.
Όσον αφορά την Lady Gaga, που κρατά τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Πατρίτσια, είναι φανερό ότι πασχίζει να αποδώσει έναν πολυσύνθετο χαρακτήρα, τον πιο δουλεμένο απ’ όλους, δείχνει να έχει εξελιχθεί από την πρώτη της εμφάνιση στο “A Star is Born”, θυμίζοντας αρκετές φορές, μία ύαινα έτοιμη να κατασπαράξει όποιον μπει εμπόδιο στα σχέδιά της.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η συγκλονιστική ιστορία τριών δεκαετιών της οικογενειακής αυτοκρατορίας του Ιταλικού οίκου μόδας Gucci, που περιλαμβάνει έρωτες, προδοσίες, παρακμή, εκδίκηση και εν τέλει φόνο, εκείνον του Μαουρίτσιο Γκούτσι από την πρώην σύζυγό του Πατρίσια Ρετζιάνι.
Πράσινη Θάλασσα. Ψυχολογικό δράμα, ελληνικής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία Αγγελικής Αντωνίου, με τους Αγγελική Παπούλια, Γιάννη Τσορτέκη, Τάσο Παλαντζίδη, Χρήστο Κοντογιώργη, Μελέτη Γεωργιάδη κ.ά.
Καλών προθέσεων δράμα, από την Αγγελική Αντωνίου, για μια νεαρή γυναίκα που έχει χάσει τη μνήμη της αλλά δεν έχει ξεχάσει να μαγειρεύει, ξυπνώντας μνήμες στους πελάτες του μαγαζιού, που προσλήφθηκε, σε μια λαϊκή συνοικία.
Μία ταινία, το σενάριό της οποίας βασίζεται στο μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου “Για να δει τη θάλασσα”, που δημιουργεί ένα ζεστό κλίμα με την απεικόνιση του παρακμιακού μαγέρικου, που φιλοξενεί απλοϊκούς, κλισέ χαρακτήρες, στα όρια της γραφικότητας, στηρίζεται στην εύθραυστη ερμηνεία της Αγγελικής Παπούλια, που πασχίζει να βρει τη μνήμη της, την ταυτότητά της, αλλά ξεμένει από δυνάμεις από την επίπεδη αφήγηση και ειδικά όταν φτάσει στο διά ταύτα.
Κι αυτό διότι ακόμη και στο τέλος, όταν αποκαλύπτεται στον θεατή η ζωή της ηρωίδας, ο θεατής θα μείνει με αρκετά ερωτηματικά, ανικανοποίητος, καθώς λείπει η στοιχειώδης ένταση, το απρόοπτο, αυτό που θα τον ταρακουνήσει, θα του δώσει το έναυσμα να σκεφτεί για τη δική του ταυτότητα.
Συμπαθητική η ερμηνεία της Αγγελικής Παπούλια, ενώ μια σειρά από καταξιωμένους καρατερίστες στους δεύτερους ρόλους προσπαθούν να ισορροπήσουν μεταξύ γραφικότητας και της στήριξης που πρέπει να παρέχουν στην ηρωίδα και στο άνευρο στόρι.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Άννα υποφέρει από αμνησία, όμως θυμάται πώς να μαγειρεύει. Βρίσκει δουλειά και φιλοξενία σε μια λαϊκή παραθαλάσσια ταβέρνα που ανήκει στον μοναχικό Ρούλα. Στην κουζίνα, ανάμεσα στις μυρωδιές των μπαχαρικών και σε παλιές ξεχασμένες συνταγές, αγωνίζεται να ξαναθυμηθεί το παρελθόν της. Τα απλά αλλά πεντανόστιμα φαγητά της ξυπνάνε αναμνήσεις στους θαμώνες και δημιουργούν δεσμούς ανάμεσα σε αυτούς και στην Άννα. Όμως τα πράγματα παίρνουν απρόσμενη τροπή όταν ο Ρούλας ανακαλύπτει την πραγματική ταυτότητα της Άννας.
Ένας Ήσυχος Άνθρωπος. Δραματικό θρίλερ, ελληνικής παραγωγής του 2020, σε σκηνοθεσία Τάσου Γερακίνη, με τους Τάκη Σακελλαρίου, Κατερίνα Παπαναστασσάτου, Γιώργο Σουξέ, Νικόλα Κασάπη κ.ά.
Η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους του Τάσου Γερακίνη, αποτελεί ένα ελπιδοφόρο ξεκίνημα, παρά τις αδυναμίες της, κυρίως του σεναρίου αλλά και της επιλογής του σκηνοθέτη να σχοινοβατήσει ανάμεσα στο ύφος των ταινιών των Κοέν, αλλά και της συνήθους θεματολογίας του Γιάννη Οικονομίδη για την ελληνική επαρχία.
Ο πρωτοεμφανιζόμενος Γερακίνης, έχοντας ένα στόρι με έντονους χαρακτήρες (μία κοπέλα, τα ανεκπλήρωτα όνειρα της οποίας, μαζί με την απόφασή της να μην γεννήσει το παιδί ενός ευκατάστατου συντοπίτη της, τη φέρνουν συχνά σε θερμοκρασίες βρασμού και τον φιλήσυχο οινοποιό πατέρα της, που πέφτει θύμα ομηρίας από έναν επικίνδυνο δραπέτη) διαλέγει να γυρίσει την ταινία του σε φυσικούς χώρους και συγκεκριμένα στη Σκύρο.
Ο Γερακίνης αποφεύγοντας να δώσει ένα ειδυλλιακό τοπίο, να κερδίσει από τις φυσικές χάρες του νησιού, διηγείται στρωτά, αλλά και αρκετά προβλέψιμα την ιστορία του, θα κλιμακώσει ως ένα σημείο την ένταση και την αγωνία, άλλες φορές θα πετύχει και άλλες όχι να εισχωρήσει στους χαρακτήρες και τα προβλήματα στα οποία έχουν εγκλωβιστεί από την αδιέξοδη καθημερινότητα, τις λάθος επιλογές, επηρεασμένοι από έναν τρόπο ζωής που δεν αρμόζει στην απλότητα ενός αιγαιοπελαγίτικου νησιού. Όχι ότι η ελληνική επαρχία δεν κρύβει ένοχα μυστικά, ξεδιάντροπες συμπεριφορές, πλησιάζοντας και συμβαδίζοντας με έναν κόσμο που μοιάζει μακρινός αλλά έρχεται όλο και πιο κοντά ακόμη και στις εσχατιές του Αιγίου, αλλά αυτό παραμένει ένα θολό σημείο στην ταινία. Όπως και ως ένα σημείο και το εκρηκτικό φινάλε, μια επιλογή που παραπέμπει στους Κοέν ή και άλλες ευρωπαϊκές απομιμήσεις του σινεμά τους.
Ικανοποιητικές οι ερμηνείες από τους βασικούς ήρωες της ταινίας, τον μετρημένο Σάκη Σακελλαρίου, την ορμητική Κατερίνα Παπαναστασίου, τον μυστηριώδη Χρήστο Στρέπκο και τον Γιώργο Σουξέ, που προσεγγίζει καλύτερα τον χαρακτήρα ενός Έλληνα επαρχιώτη που ζει την περιφρόνηση.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ…. Ο Μάκης, ένας φιλήσυχος οινοποιός, ζει απομονωμένος σ’ ενα ακριτικό νησί μαζί με την κόρη του, όταν πέφτει θύμα ομηρίας από έναν επικίνδυνο δραπέτη. Προσπαθώντας να εμποδίσει τη σχέση της κόρης του με τον κακοποιό, ξεπερνάει τα όριά του και υπομένει στωικά τις συνέπειες.
Μικρά Όμορφα Άλογα. Δραματικό θρίλερ, ελληνικής παραγωγής του 2020, σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κωνσταντάτου, με τους Δημήτρης Λάλο, Γιώτα Αργυροπούλου, Δημήτρη Καπετανάκο, Θάλεια Παπακώστα, Κατερίνα Διδασκάλου, Βίκυ Παπαδοπούλου, Αντώνη Μυριάγκο, Δημήτρη Καταλειφό κ.ά.
Αξιοπρόσεκτη δεύτερη κινηματογραφική προσπάθεια από τον Μιχάλη Κωνσταντάτο ο οποίος, μετά το ενθαρρυντικό του “Luton”, μπαίνει στο σύμπαν της οικονομικής κρίσης και τα αδιέξοδα του καπιταλισμού, που πλέον έχουν αρχίσει να φαίνονται ακόμη και στα πιο απλά. Όπως στην οικογένεια που επικεντρώνεται ο σκηνοθέτης, που χάνει τον άνετο τρόπο ζωής της, νιώθει αποξενωμένη από την κοινωνία και προσπαθώντας με τα ψέματα, κλέβοντας τη ζωή μίας άλλης ευκατάστατης οικογένειας, αρνούμενη να κοιτάξει στον καθρέφτη, πέφτει στον λάκκο που της έσκαψε το, εδώ και κάποιες δεκαετίες, ανθρωποφάγο οικονομικό σύστημα.
Εννοείται ότι η πρώτη σκέψη του θεατή θα πάει στα “Παράσιτα” του Μπονγκ Τζουν-χο, αλλά ο Κωνσταντάτος παίρνει τις αποστάσεις του, καθώς μιλά για κάτι πιο φυσιολογικό, μένει μακριά από την υπερβολή και την εξόφθαλμη ταξική σύγκρουση, αν και επιλέγει όπως ο Νοτιοκορεάτης συνάδελφός του να μεταφέρει την ιστορία του ως δραματικό θρίλερ.
Από την αρχή ο Κωνσταντάτος υπονομεύει την εικόνα μιας μεγαλοαστικής οικογένειας που διαμένει σε μια πολυτελή παραθαλάσσια βίλα, καθώς σε κάθε πλάνο υπάρχει μία αδιόρατη απειλή, ένα μυστικό που κρύβει τη νοσηρή πραγματικότητα. Σταδιακά αποκαλύπτεται η αλήθεια. Η βίλα δεν ανήκει στην οικογένεια, αλλά ο σύζυγος που δουλεύει ως φροντιστής, εκμεταλλεύεται την απουσία τηής πλούσιας ιδιοκτήτριας, για να μένει κρυφά εκεί, εν αγνοία της, με τη γυναίκα και το παιδί του, παριστάνοντας τον ευκατάστατο ιδιοκτήτη της.
Το αμφίσημο μήνυμα που εκπέμπει η αλληγορική ταινία για τον παρασιτικό τρόπο ζωής που συνδέει την πλούσια ιδιοκτήτρια με την οικογένεια που έχασε την ευμάρειά της είναι σαφώς το πιο αδούλευτο κομμάτι του σεναρίου και δείχνει αμήχανο -αν όχι σε σύγχυση- τον νεαρό σκηνοθέτη.
Παρά ταύτα, ο Κωνσταντάτος δομεί από την αρχή το κλίμα απειλής, εστιάζει σε λεπτομέρειες που φωτίζουν μέρη τής αλήθειας αλλά και των όσων δεν μπορούν να ειπωθούν από τους ήρωες, κρατά σε επιφυλακή τον θεατή, τον οποίο συνάμα προετοιμάζει εγκαίρως προς μια δυσοίωνη κλιμάκωση, η οποία, ωστόσο, έρχεται υποτονική, δραματουργικά ξέπνοη, χαλαρώνοντας περισσότερο απ’ όσο πρέπει τον καλπασμό της ταινίας προς ένα δυνατό φινάλε.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μετά από μία απότομη αλλαγή στη ζωή τους, η Αλίκη και ο Πέτρος βρίσκουν πρόσκαιρο καταφύγιο σε μια μικρή παραθαλάσσια επαρχιακή πόλη μαζί με τον μικρό τους γιο, Παναγιώτη. Και οι δύο έχουν βρει προσωρινές δουλειές, μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου να επιστρέψουν γρήγορα και μόνιμα στην Αθήνα. Η Αλίκη όμως αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι το σχέδιο τους δεν λειτουργεί ή ακόμα χειρότερα ότι μπορεί καν να μην υπάρχει. Η απόσταση ανάμεσά τους μεγαλώνει επικίνδυνα κι οι δυο τους κινδυνεύουν να παγιδευτούν σε έναν ιστό από ψέματα που οι ίδιοι έπλεξαν.
Λούγκερ. Δραματική περιπέτεια, ελληνικής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία του Κώστα Χαραλάμπους, με τους Τάσο Νούσια, Στεφανία Γουλιώτη, Ερρίκο Λίτση, Μαίρη Σταυρακέλλη, Κυριακή Γάσπαρη, Νίκο Χίλιο κ.ά.
Φιλόδοξη ελληνική παραγωγή, που διασχίζει ανερμάτιστα, τουλάχιστον τρεις δεκαετίες της μεταπολεμικής Ελλάδας, μέσα από μία οικογένεια της Κρήτης -περνώντας από τη φτώχεια στα πλούτη και στην ισχύ, στον εκμαυλισμό των μελών της και την άνοδο και πτώση του αρχηγού τηής φαμίλιας.
Η επική διάθεση του Κώστα Χαραλάμπους, σε αυτή την τρίτη του ταινία, μετά τα φιλμ “Αγάπη στα 16” και “Δεμένη Κόκκινη Κλωστή”, μένει ξεκρέμαστη καθώς βάζει χύμα και τσουβαλάτα διαφορετικά κινηματογραφικά είδη, από νοσταλγικό οικογενειακό μελόδραμα και κοινωνικό σινεμά μέχρι δραματική περιπέτεια και σάτιρα του λάιφ στάιλ της δεκαετίας του ’80, καταλήγοντας σε μία σαπουνόπερα τσέπης.
Το στόρι του γύρω από μια οικογένεια της ορεινής Κρήτης που θα εμπλακεί με το εμπόριο πετρελαίου και θα φτάσει στην οικονομική και κοινωνική καταξίωση και αναπόφευκτα στην πτώση, θα μας θυμίσει αρκετές φορές Νίκο Φώσκολο -ακόμη και ολόκληρες σεκάνς μοιάζουν ξεπατικωτούρα, όπως αυτή μετά από ένα ναυάγιο- δίνοντας την εντύπωση μίας αναγέννησης του είδους που θριάμβευσε εμπορικά τη δεκαετία του ’60.
Και αν ο Φώσκολος το ’60 ήθελε να αναδείξει, με το γνωστό πομπώδες ύφος του, τη διαφθορά και την παράδοση της ψυχής των πλουσίων στο βωμό του πλούτου και της εξουσίας, ο Χαραλάμπους θέλει να σχολιάσει μεγαλόστομα πώς φτάσαμε στην οικονομική κρίση, ένα θέμα που εμφανώς τον ξεπερνά.
Ταυτόχρονα, η διάχυτη υπερβολή, οι σχηματικοί όσο και γραφικοί χαρακτήρες, που κάτι πάντα μας θυμίζουν, αλλά χωρίς το υπόβαθρο να μας μιλήσουν στην ψυχή, να τους νιώσουμε πραγματικούς, οι αδικαιολόγητες σεναριακές ευκολίες, οι γκροτέσκο εκρηκτικές δραματικές εξάρσεις, που σηματοδοτούνται από τα ουρλιαχτά των ηρώων και τους μετατρέπουν σε καρικατούρες, έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία των αντίθετων συναισθημάτων στο θεατή, απ’ αυτά που επιδιώκει ο σκηνοθέτης.
Ο Τάσος Νούσιας, κρατώντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο του πατριάρχη της φαμίλιας, παρά την προσπάθειά του, οδηγείται σε ανεξήγητους κομπασμούς, όπως και οι περισσότεροι βασικοί ρόλοι της ταινίας και το μόνο που λείπει είναι η ατάκα “όχι άλλο κάρβουνο…”
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ορεινή Κρήτη, 1958. Η οικογένεια Αγγελιδάκη, μια συνηθισμένη φτωχή εργατική οικογένεια της εποχής, προσπαθεί να ανέλθει κοινωνικά. Η ενασχόλησή της με το εμπόριο πετρελαίου θα αποτελέσει το εφαλτήριό της για την απόκτηση τεράστιου πλούτου και υπέρμετρης κοινωνικής ανόδου. Ο απότομος πλουτισμός όμως θα επηρεάσει καταλυτικά τα μέλη της οικογένειας….
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Ενκάντο: Ένας Κόσμος Μαγικός (Encanto). Μουσικοχορευτική ευχάριστη παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων με την υπογραφή της Disnay (2021), σε σκηνοθεσία Μπάιρον Χάουαρντ και Τζάρεντ Μπους. Θεαματική, με έντονα χρώματα και συναισθήματα και με ηρωίδα την κόρη μιας ασυνήθιστης οικογένειας που ανακαλύπτει τη μαγεία και θα κάνει τα πάντα για να τη σώσει.
Τα Όριά Μας. Ελληνικό ντοκιμαντέρ του 2021, σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Γιατζουζάκη για τον αγώνα IRONMAN, μια από τις πιο εξαντλητικές ψυχο-σωματικές δοκιμασίες που μπορεί ν’ αντέξει κανείς σε μια μέρα. Έναν αγώνα που περιλαμβάνει 3,86 χλμ κολύμβησης, 180 χλμ ποδήλατου και τα 42 χλ. ενός Μαραθωνίου. Πριν και μετά τους αγώνες η ταινία εξερευνά πως και εάν τα παιδιά μπορούν να καταλάβουν αυτή την ιδέα του ακραίου τριάθλου που τόσο πολύ γοητεύει τους μεγάλους. Απόψε αποκλειστικά στον Δαναό και από αύριο στην Ταινιοθήκη.
Απελευθέρωση: Φλεγόμενο Τόξο. Σοβιετική δραματική πολεμική ταινία του 1970, για τους λάτρεις του συγκεκριμένου σινεμά και τους μελετητές. Εδώ, το πρώτο μέρος της επικής πενταλογίας, του μετρ των πολεμικών ταινιών, Γιούρι Οζέροβ, στο οποίο απεικονίζεται η σοβιετική επίθεση στο Κουρσκ απέναντι στις ναζιστικές δυνάμεις οι οποίες συγκεντρώθηκαν στην περιοχή για μια άγρια μάχη το καλοκαίρι του 1943.
Η ταινία προβάλλεται στο πλαίσιο του αντιφασιστικού φεστιβάλ στο Studio.