Παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την αναστροφή του αρνητικού κλίματος και το πέρασμα θετικών μηνυμάτων, προκειμένου να καταστεί η Ελλάδα ελκυστικός τόπος για επενδύσεις, η άποψη των ανθρώπων της αγοράς στο εξωτερικό δεν φαίνεται να έχει ουδόλως επηρεαστεί.
Στελέχη βιομηχανικών επιχειρήσεων κλήθησαν στο πλαίσιο έρευνας* της Deloitte να κατατάξουν τις χώρες σύμφωνα με την ανταγωνιστικότητα του βιομηχανικού της κλάδου. Η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία. Στην 38η θέση…
Δυο είναι κατά τη γνώμη τους οι παράγοντες που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα του βιομηχανικού κλάδου μια χώρας. Ο πρώτος είναι η ποιότητα, η διαθεσιμότητα και η παραγωγικότητα του εργασιακού δυναμικού της χώρας, και η ικανότητα δημιουργίας καινοτομίας. Ο δεύτερος, είναι το οικονομικό εμπορικό και φορολογικό σύστημα.
Εμπόδια, όπως οι φορολογικές επιβαρύνσεις, η πολυπλοκότητα των διαδικασιών, η γραφειοκρατία, είναι δύσκολο να ξεπεραστούν από τις λιγότερο ανταγωνιστικές χώρες, ώστε να αποτελέσουν έναν πιο ελκυστικό προορισμό βιομηχανικής παραγωγής…
Ειδικά για την Ελλάδα, η άποψη των στελεχών είναι πως η αύξηση της ανταγωνιστικότητας (πάντα του βιομηχανικού κλάδου), βασισμένη σε εστιασμένα προϊόντα υψηλής τεχνογνωσίας και προστιθέμενης αξίας, καθίσταται σήμερα αναγκαία περισσότερο από ποτέ, καθώς μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην ενίσχυση, αλλά και στην ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Αυτή είναι η πραγματικότητα (δυστυχώς) την οποία θα πρέπει να έχουν υπόψη τους όσοι φροντίζουν το κρίσιμο ζήτημα των επενδύσεων να αναλώνεται σε κύκλους επαφών επικοινωνιακού τύπου και εν τέλει αυτό που μπαίνει στο καλάθι είναι φασονατζιδικες παραγωγές.
* Πρόκειται για τη μελέτη «Παγκόσμιος Δείκτης Ανταγωνιστικότητας Βιομηχανικού Κλάδου 2013», προϊόν συνεργασίας της Deloitte Touche Tohmatsu Limited (Deloitte) και του Αμερικανικού Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας (US Council on Competitiveness). Πραγματοποιήθηκε σε 550 διευθύνοντες συμβούλους (CEOs) και ανώτερα διευθυντικά στελέχη του βιομηχανικού κλάδου, το 2012 (39,7% από Βόρεια Αμερική, 28,5% από Ασία, 21% από Ευρώπη, 5,4% από Νότια Αμερική και 5,4% από Αυστραλία).