Τέλος Σεπτεμβρίου τοποθετείται χρονικά η έναρξη των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
Οι τραπεζικοί εμπειρογνώμονες εκτιμούν ότι το όριο για τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας μπορεί να πέσει στις 200.000 ευρώ από 300.000 σήμερα.
Δεν αποκλείουν μάλιστα, το όριο να οδηγηθεί σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα, δεδομένου ότι το μέσο ύψος δανείου πριν από λίγα χρόνια ήταν οι 100.000 ευρώ, άρα δεν έχει νόημα η ύπαρξη υψηλότερου πλαφόν. Σημειώνεται ότι η πρώτη κατοικία προστατεύεται από πλειστηριασμό, μέχρι τα τέλη του 2017, για όσους δανειολήπτες είναι ενταγμένοι στο νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά (νόμος Κατσέλη).
Σύμφωνα με τους τραπεζίτες, η μικρή καθυστέρηση στην έναρξη της ηλεκτρονικής πλατφόρμας πλειστηριασμών οφείλεται στην ανάγκη ευθυγράμμισης όλων των τραπεζών σε μία κοινή βάση δεδομένων για τους πλειστηριασμούς.
Στο πλαίσιο αυτό υπάρχει έντονη κινητικότητα σε επίπεδο ανταλλαγής αρχείων, ενώ το πλέον πιθανό είναι όλη η διαδικασία να περάσει μέσω “Τειρεσία”. Στον τελευταίο τηρείται Σύστημα Υποθηκών – Προσημειώσεων όπου καταχωρούνται στοιχεία για δεδομένα υποθηκών και προσημειώσεων, παρέχοντας ενημέρωση στις τράπεζες για τις εμπράγματες επιβαρύνσεις των ακινήτων ιδιωτών και επιχειρήσεων.
Στην έναρξη των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών οι τράπεζες στηρίζουν τις εκτιμήσεις τους για την παύση σχηματισμού νέων καθυστερήσεων άνω των 90 ημερών (NPLs) στα δάνεια λιανικής τραπεζικής στο τελευταίο τρίμηνο του έτους.
Παρά τη γενική αποκλιμάκωση των NPEs, δηλαδή των ανοιγμάτων ανεξαρτήτως ημερών καθυστέρησης τα οποία κρίνονται ως αβέβαιης είσπραξης, η δημιουργία νέων NPLs δεν έχει ανακοπεί από το σύνολο των τραπεζών, καθώς παραμένει υψηλός ο ρυθμός redefault (εκ νέου επισφάλειας).
Στον παράγοντα αυτό οι τράπεζες απέδωσαν, κατά τις παρουσιάσεις των αποτελεσμάτων β΄ τριμήνου στους αναλυτές, το γεγονός ότι δεν έχει κερδηθεί ακόμη η μάχη με τα NPLs, εκτιμώντας ότι ούτε στο γ΄ τρίμηνο ο θετικός σχηματισμός NPLs θα γυρίσει σε αρνητικός. Αυτό θα συμβεί, όπως εκτίμησαν, στο τελευταίο τρίμηνο του έτους, όταν τόσο ο εξωδικαστικός μηχανισμός, όσο και η πλατφόρμα των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών θα έχουν μπει σε σταθερή τροχιά.
Σημειώνεται ότι παρά την επιβράδυνσή του στο α΄ τρίμηνο του 2017, ο τριμηνιαίος δείκτης αθέτησης (default rate) παρέμεινε σε επίπεδα άνω του 2% και υψηλότερος από το ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate).
Η διαφορά ανάμεσα στο ρυθμό αθέτησης και στο ρυθμό αποκατάστασης είναι υψηλότερη στο επιχειρηματικό και το καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο.
Στοιχεία για την πορεία του δείκτη στο β΄ τρίμηνο του έτους θα ανακοινώσει η ΤτΕ, δημοσιεύοντας τα στοιχεία για την πρόοδο των επιχειρησιακών στόχων των τραπεζών.