Στο UfaFabrik, ένα πολιτιστικό κέντρο στο Βερολίνο, το πλήθος ζητωκραυγάζει με τα αποτελέσματα μιας δημοσκόπησης που δείχνει πως οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) της Γερμανίας – για πρώτη φορά μέσα σε ένα χρόνο- ξεπέρασαν τους Πράσινους.
Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και υποψήφιος του SPD για την καγκελαρία, Olaf Scholz, διατηρεί ήρεμους τόνους και όπως αναφέρει, η σημαντική ημέρα είναι αυτή των εκλογών.
Η καθυστερημένη άνοδος του SPD έχει γίνει το κύριο θέμα στην πιο ασταθή προεκλογική εκστρατεία στην πρόσφατη ιστορία της Γερμανίας.
Οι εκλογές θα διεξαχθούν την 26η Σεπτεμβρίου και, σύμφωνα με το στατιστικό μοντέλο του Economist, το SPD έχει κάνει ένα τεράστιο άλμα, από το 1% που βρισκόταν προ ημερών, η πιθανότητα να κατακτήσει την πρώτη θέση έχει φτάσει στο 33%.
Το 2017, στις προηγούμενες εκλογές, το κόμμα έχασε μεγάλο μέρος των ψήφων και συμβιβάστηκε με το να συνεχίσει να στηρίζει το CDU/ CSU στην κυβέρνηση.
Το 2019, η υποψηφιότητα του κ. Scholz να αναλάβει τη διοίκηση του κόμματος ήταν άκαρπη και όπως και οι αντίστοιχοι Ευρωπαίοι ομόλογοί του, το SPD φαινόταν να αντιμετωπίζει μια διαρθρωτική παρακμή. Η εργατική του βάση εξασθενούσε και πάσχιζε να βρει το τι θα μπορούσε να φέρει την ενότητα, αλλά και μια εκλογική νίκη.
Ο 63χρονος κ. Olaf Scholz διαθέτει κυβερνητική εμπειρία δεκαετιών και το πιο σημαντικό είναι πως προηγείται κατά πολύ του κόμματός του. Μάλιστα, τον περασμένο Αύγουστο, ο κ. Scholz χρίστηκε υποψήφιος του SPD για να αντικαταστήσει την Angela Merkel στην καγκελαρία.
Οι ενδείξεις αυτές δείχνουν ότι οι Γερμανοί ψηφοφόροι αρχίζουν τελικά να βλέπουν θετικά τον υποψήφιό τους και καταφέρνουν να ικανοποιούν τους συμμάχους τους.
«Όπως λένε οι Κινέζοι, αυτό που χρειάζεται σε αυτή τη δουλειά είναι στρατηγική υπομονή», λέει ένας από αυτούς.
Το εκλογικό σώμα στη Γερμανία δε δείχνει να έχει ενότητα, τουλάχιστον όχι ακόμα, με τους Πράσινους να βρίσκονται σε ένα επίπεδο που διαλύει τα όνειρα για την καγκελαρία.
Αυτό κάνει το SPD να είναι το μόνο σημείο αναφοράς των Γερμανών προοδευτικών- και η μάχη για την καγκελαρία μοιάζει με μια άμεση μονομαχία μεταξύ του κ. Scholz και του Armin Laschet, του υποψηφίου του CDU/CSU.
Το CDU/CSU, μέσα σε έξι εβδομάδες, έχασε το ένα τέταρτο της στήριξής του, κάτι που δίνει περισσότερες ελπίδες για νίκη στο SPD.
Οι αποτυχίες του κ. Laschet αναδεικνύονται σε πλεονεκτήματα για τον Scholz. Πολλοί ψηφοφόροι του CDU/CSU δηλώνουν πως τον προτιμούν από τον δικό τους άνθρωπο παρόλο που το μέχρι τώρα έργο του κ. Scholz περιλαμβάνει κάποια ζοφερά σημεία, συμπεριλαμβανομένης της κακής διαχείρισης των ταραχών κατά τη διάρκεια μιας συνόδου κορυφής της G20 στο Αμβούργο το 2017 και μιας σειράς φορολογικών και ρυθμιστικών σκανδάλων επί των ημερών του.
Ωστόσο, σε αντίθεση τόσο με τον κ. Laschet όσο και με την Annalena Baerbock, την υποψήφια καγκελάριο των Πρασίνων, ο κ. Scholz έχει χειριστεί ολόσωστα την προεκλογική εκστρατεία του και κουβαλά και τις επιτυχίες ως υπουργός Οικονομικών (το σχέδιο ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης ύψους 750 δισ. ευρώ (886 δισ. δολάρια) και η πρόσφατη συμφωνία της G20 για τη φορολογία των επιχειρήσεων). Ακόμα κατά την αντιμετώπιση της πανδημίας από τη Γερμανία, με 130 δισ. ευρώ, συγκράτησε την ανεργία και αναχαίτισε την ύφεση.
Στόχος του είναι η Γερμανία να επιστρέψει στις περιοριστικές για το έλλειμμα αυστηρές διατάξεις του «φρένου χρέους» το 2023.
Κάποιοι ακόλουθοι λένε πως ο κ. Scholz έχει ιδέες για το μέλλον της Γερμανίας, μεταξύ των οποίων η καθοδήγηση της μετάβασης σε μια οικονομία χωρίς εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και η διατήρηση της εξαγωγικής της ικανότητας.
Εν τέλει η άνοδος του SPD ενισχύει τις πιθανότητες του κ. Scholz να βρεθεί στη θέση που επιθυμούσε τόσο καιρό, αλλά, παράλληλα, ενδέχεται να οδηγήσει το CDU/CSU εκτός αξιώματος.