Το τέλος της πανδημίας αργεί, αλλά αρχίζουν να ξεπροβάλλουν φευγαλέες εικόνες της κληρονομιάς που αφήνει.
Απόδοση από άρθρο της στήλης Leaders του The Economist
Πότε θα τελειώσει όλο αυτό; Εδώ και ενάμιση χρόνο, η covid-19 έχει κατακυριεύσει τη μια χώρα μετά την άλλη. Τη στιγμή που πιστεύουμε ότι ο ιός νικήθηκε, μια νέα μετάλλαξη ορμά με μανία, ακόμα πιο μεταδοτική από την προηγούμενη. Και όμως, όσο οι εμβολιασμοί έχουν φτάσει τα τρία δισεκατομμύρια, αρχίζουν να ξεπροβάλλουν φευγαλέες εικόνες της ζωής μετά την covid. Ήδη, δυο πράγματα είναι ξεκάθαρα: ότι η τελευταία φάση της πανδημίας θα τραβήξει κι άλλο και θα είναι επίπονη· και ότι η covid-19 θα αφήσει πίσω της έναν διαφορετικό κόσμο.
Πρόσφατα το The Economist δημοσίευσε έναν δείκτη κανονικότητας, ο οποίος αντανακλά και τις δύο αυτές πραγματικότητες. Με μέσο όρο το 100 -σε εποχές προ πανδημίας- ο δείκτης καταγράφει αλλαγές σε πτήσεις, κίνηση και λιανική σε 50 χώρες, οι οποίες αποτελούν το 76% του παγκόσμιου πληθυσμού. Σήμερα ο δείκτης είναι στο 66, σχεδόν διπλάσιο από ότι τον Απρίλιο του 2020.
Ωστόσο, οι καταστροφικές συνέπειες της covid-19 είναι ακόμα εμφανείς σε πολλές χώρες. Η χώρα που τα πήγε πιο χάλια από όλες στον δείκτη μας, η Μαλαισία, χτυπήθηκε από κύμα μολύνσεων, έξι φορές πιο φονικό από το κύμα του Ιανουαρίου και έφτασε μόλις στο 27. Ο κύριος λόγος για αυτό είναι ότι δεν έχουν ολοκληρωθεί οι εμβολιασμοί.
Η Υποσαχάρια Αφρική υποφέρει επίσης από ένα θανατηφόρο ξέσπασμα και μόνο το 2,4 του πληθυσμού άνω των 12 ετών έχει λάβει μία δόση του εμβολίου. Ακόμα και στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου υπάρχει αφθονία εμβολίων, στον Μισισιπή και την Αλαμπάμα έχει εμβολιαστεί πλήρως μόνο το 30%. Παρόλο που αναμένεται να παραχθούν 11 δισεκατομμύρια δόσεις στον κόσμο, θα περάσουν μήνες μέχρι αυτές οι ενέσεις να βρεθούν πάνω σε μπράτσα και ακόμα πιο πολλοί, αν οι πλούσιες χώρες κρατήσουν επιπλέον εμβόλια για την περίπτωση που τα χρειαστούν.
Η έλλειψη των εμβολίων επιδεινώνεται από τις νέες μεταλλάξεις. Η Δέλτα, που εντοπίστηκε πρώτα στην Ινδία, είναι δύο με τρεις φορές πιο μεταδοτική από τον ιό που πρωτοεμφανίστηκε στην Γουχάν. Τα κρούσματα εμφανίζονται τόσο γρήγορα που τα νοσοκομεία ξεμένουν αμέσως από κρεβάτια και ιατρικό προσωπικό (σε κάποιες περιπτώσεις και από οξυγόνο), ακόμα και σε περιοχές που έχουν κάνει την ένεση σε ποσοστό 30%. Οι νέες μεταλλάξεις μεταδίδονται ακόμα και ανάμεσα στους εμβολιασμένους. Μέχρι τώρα, καμία από αυτές δεν έχει καταφέρει να πειράξει την ικανότητα του εμβολίου να αποτρέπει σχεδόν κάθε πιθανότητα για σοβαρή νόσηση και θάνατο. Αλλά, ίσως η επόμενη να το καταφέρει αυτό.
Τίποτα από αυτά δεν αναιρεί το γεγονός ότι η πανδημία τελικά θα καταλαγιάσει, αν και ο ιός πιθανότατα θα επιβιώσει. Οι τυχεροί, που έχουν καταφέρει να εμβολιαστούν πλήρως και έχουν πρόσβαση σε νέες θεραπείες θα δουν την covid-19 να γίνεται γρήγορα μια μη θανατηφόρος νόσος. Στη Βρετανία, όπου η Δέλτα κυριαρχεί, η θνησιμότητα του ιού έχει πέσει στο 0,1%, το ποσοστό που έχει και η εποχιακή γρίπη: είναι επικίνδυνη, αλλά ελέγξιμη. Αν μια μετάλλαξη το απαιτήσει, μια νέα εκδοχή του εμβολίου θα μπορεί να κατασκευαστεί σύντομα.
Όμως, όσο τα εμβόλια γίνονται όλο και πιο πολλά στις πλούσιες χώρες, τόσο αυξάνεται ο θυμός βλέποντας ανθρώπους σε πιο φτωχές χώρες να πεθαίνουν περιμένοντας προμήθειες. Αυτό θα προκαλέσει εντάσεις ανάμεσα στις πλούσιες χώρες και τον υπόλοιπο κόσμο. Οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί θα χωρίσουν τους δύο κόσμους.
Εξελικτικά, οι πτήσεις θα επανέλθουν, αλλά οι αλλαγές στις συμπεριφορές θα μείνουν. Κάποιες θα είναι βαθύτερες. Για παράδειγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες παρατηρούν άνθιση της οικονομίας, σε επίπεδα προ πανδημίας, αλλά ο δείκτης τις δείχνει στο 73, κυρίως λόγω της τηλεργασίας και επειδή στις μεγάλες πόλεις δεν παρατηρείται τόση κινητικότητα.
Μέχρι τώρα, φαίνεται πως η κληρονομιά που θα αφήσει η covid-19 θα ακολουθήσει τα μοτίβα από προηγούμενες πανδημίες. Ο Νικόλας Χρηστάκης από το Πανεπιστήμιο του Γέιλ διακρίνει τρεις αλλαγές: η συλλογική απειλή αυξάνει την κρατική εξουσία· η ανατροπή της καθημερινότητας οδηγεί στην αναζήτηση ενός μεγαλύτερου νοήματος· και το ότι όταν η πανδημία είναι σε έξαρση η εγγύτητα του θανάτου μας κάνει να είμαστε πιο προσεκτικοί, αλλά όταν περάσει έρχεται μια πιο παράτολμη περίοδος. Κάθε ένα από αυτά θα αφήσει τα δικά του σημάδια στην κοινωνία.
Όταν οι κάτοικοι των πλούσιων χωρών κλείστηκαν στα σπίτια τους για τα λοκντάουν, το κράτος ταμπουρώθηκε μαζί τους. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι κυβερνήσεις αποτέλεσαν το κύριο κανάλι πληροφοριών, ήταν αυτοί που έθεταν τους κανόνες, η πηγή εισοδήματος και τελικά αυτοί που παρείχαν τα εμβόλια. Χοντρικά, οι κυβερνήσεις πλήρωσαν 90 σεντς για κάθε χαμένο δολάριο. Προς έκπληξή τους, οι πολιτικοί που κατέστειλαν τις ελευθερίες των πολιτών, είδαν τους πολίτες τους να επικροτούν αυτά τα μέτρα.
Ανάμεσα στους ακαδημαϊκούς η συζήτηση για το αν τα λοκντάουν «άξιζαν» είναι έντονη. Αλλά, η μεγάλη κυβερνητική κληρονομιά της πανδημίας έχει φανεί ήδη. Δείτε τα πλάνα εξόδων της κυβέρνησης Μπάιντεν. Για οποιοδήποτε ζήτημα -ανισότητα, βραδυκίνητη οικονομική ανάπτυξη, τη διασφάλιση των προμηθειών- μια πιο δραστήρια κυβέρνηση φαίνεται να είναι η προτιμητέα λύση.
Υπάρχουν επίσης στοιχεία μιας αναζωπυρωμένης αναζήτησης ενός μεγαλύτερου νοήματος. Αυτό σημαίνει την ενδυνάμωση της στροφής προς μια «Πολιτική βάση ταυτότητας» (identity politics) και για τη δεξια, αλλά και για την αριστερά, αλλά φτάνει και σε βαθύτερο επίπεδο. Περίπου ένας στους πέντε ανθρώπους στην Ιταλία και στην Ολλανδία, δήλωσαν στην έρευνα πως η πανδημία μεγάλωσε το ποσοστό των θρησκευόμενων στις χώρες τους. Στην Ισπανία και τον Καναδά, δύο στους πέντε είπαν πως δυνάμωσαν οι οικογενειακοί δεσμοί.
Η διασκέδαση έχει επίσης επηρεαστεί. Οι άνθρωποι δήλωσαν πως έχουν περίπου 15% περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Στη Βρετανία, οι νέες γυναίκες πέρασαν 50% περισσότερο χωμένες μέσα σε κάποιο βιβλίο. Οι εκδότες έχουν βυθιστεί σε νέα βιβλία που ψάχνουν να εκδοθούν. Κάποιες από αυτές τις αλλαγές θα περάσουν. Οι εταιρείες που ασχολούνται με τη διασκέδαση φοβούνται την ύφεση στην προσοχή που έχουν επιδείξει έως τώρα οι καταναλωτές. Αλλά κάποιες άλλες θα παραμείνουν.
Για παράδειγμα, ο κόσμος μπορεί να αποφασίσει να ξεφύγει από τις ανιαρές εργασίες που έκανε προ πανδημίας και η πιο στενή αγορά εργασίας μπορεί να το ενισχύσει αυτό. Στην Βρετανία αυξήθηκαν οι αιτήσεις για εισαγωγή σε ιατρικές σχολές κατά 21% το 2020. Στις ΗΠΑ, ο αριθμός νέων επιχειρήσεων ήταν ο πιο μεγάλος που έχει καταγραφεί από το 2004. Σύμφωνα με τις έρευνες, ένας στους τρεις Αμερικανούς που μπορεί να δουλεύει από το σπίτι, θέλει να το κάνει για πέντε μέρες τη βδομάδα. Κάποια αφεντικά διατάζουν τους εργαζόμενους να έρθουν στο γραφείο και άλλα προσπαθούν να τους δελεάσουν.