Τα παχύσαρκα άτομα βιώνουν διακρίσεις σε πολλά σημεία της ζωής τους και ο χώρος εργασίας δεν αποτελεί εξαίρεση. Μελέτες έχουν δείξει εδώ και καιρό ότι οι παχύσαρκοι εργαζόμενοι, που ορίζονται ως εκείνοι με δείκτη μάζας σώματος (bmi) 30 ή περισσότερο, κερδίζουν λιγότερα χρήματα από τους πιο αδύνατους συναδέλφους τους. Στην Αμερική, αρκετές πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις εξετάζουν νόμους επίλυσης αυτής της άδικης πρακτικής.
Ωστόσο, το κόστος της διάκρισης βάρους μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερο από ό,τι πιστεύαμε προηγουμένως. Το Ινστιτούτο Μελετών Απασχόλησης εξέφρασε μια άποψη που μεταδίδεται ευρέως σε ακαδημαϊκές εργασίες. Σε μια πρόσφατη έκθεση υποστήριξαν πως μόνο οι παχύσαρκες γυναίκες αντιμετωπίζουν διακρίσεις στον επαγγελματικό τομέα. Για να το τεστάρει στην πράξη, ο Economist ανέλυσε δεδομένα που αφορούν 23.000 εργαζομένους που άντλησε από το Γραφείο Στατιστικών Εργασίας. Η σύγκριση μας δείχνει ότι, στην πραγματικότητα, η παχυσαρκία βλάπτει τους μισθούς τόσο των γυναικών όσο και των ανδρών.
Τα δεδομένα που αναλύσαμε καλύπτουν άνδρες και γυναίκες ηλικίας μεταξύ 25 και 54 ετών και με πλήρη απασχόληση. Σε συνολικό επίπεδο, είναι αλήθεια ότι το BMI των ανδρών δεν σχετίζεται με τους μισθούς τους. Αλλά αυτό αλλάζει για τους άνδρες με πτυχία πανεπιστημίου. Για αυτούς, η παχυσαρκία συνδέεται με μισθολογικό πρόστιμο σχεδόν 8%, ακόμη και αν ληφθούν υπόψη οι ξεχωριστές επιπτώσεις της ηλικίας, της φυλής, της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης και της οικογενειακής κατάστασης. Όταν επανεκτελέσαμε την ανάλυσή μας, χρησιμοποιώντας ένα διαφορετικό σύνολο δεδομένων που καλύπτει σχεδόν 90.000 άτομα, από το Υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών, λάβαμε παρόμοια αποτελέσματα.
Το συμπέρασμα – ότι ιδιαίτερα οι καλά μορφωμένοι εργαζόμενοι τιμωρούνται για το βάρος τους – ισχύει και για τα δύο φύλα. Επιπλέον, όσο υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης, τόσο μεγαλύτερη είναι η ποινή. Διαπιστώσαμε ότι οι παχύσαρκοι άνδρες με πτυχίο κερδίζουν 5% λιγότερα από τους πιο αδύνατους συναδέλφους τους, ενώ αυτοί με πτυχίο κερδίζουν 14% λιγότερα. Για τις γυναίκες τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 12% και 19%, αντίστοιχα άρα το φαινόμενο είναι ακόμη πιο έντονο.
Όταν αναλύσαμε τους αριθμούς για μεμονωμένα επαγγέλματα και βιομηχανίες, βρήκαμε τις μεγαλύτερες διαφορές στις θέσεις εργασίας υψηλής ειδίκευσης. Οι παχύσαρκοι εργαζόμενοι στην υγειονομική περίθαλψη, για παράδειγμα, βγάζουν 11% λιγότερα από τους πιο αδύνατους συναδέλφους τους. Αυτά τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι το συνολικό κόστος των μισθολογικών διακρίσεων που βαρύνουν τους υπέρβαρους εργαζόμενους στην Αμερική είναι βαρύ.
Τι μπορεί να γίνει για να αλλάξει το φαινόμενο αυτό; Αρκετές πόλεις, όπως το Σαν Φρανσίσκο και η Ουάσιγκτον, απαγορεύουν ήδη τις διακρίσεις λόγω εμφάνισης. Μερικές πολιτείες -συμπεριλαμβανομένης της Μασαχουσέτης, της Νέας Υόρκης, του Νιου Τζέρσεϊ και του Βερμόντ- εξετάζουν παρόμοια νομοσχέδια. Η Νέα Υόρκη άρχισε να επιβάλλει στις 22 Νοεμβρίου, νομοσχέδιο που απαγορεύει τις διακρίσεις λόγω παχυσαρκίας στην απασχόληση, τη στέγαση και τα δημόσια καταλύματα, όπως ξενοδοχεία και εστιατόρια. Όταν περιορίσαμε την ανάλυσή μας στους εργαζόμενους στο Μίσιγκαν, όπου ισχύει παρόμοια απαγόρευση για σχεδόν 50 χρόνια, διαπιστώσαμε ότι η ποινή των μισθών για την παχυσαρκία δεν ήταν χαμηλότερη από ό,τι για την Αμερική συνολικά. Συμπερασματικά η παράνομη προκατάληψη είναι ένα πράγμα αλλά το να ξεριζώνεις μια προκατάληψη από την κοινωνία είναι κάτι άλλο.
ΠΗΓΗ: economist.com