Η απερχόμενη Καγκελάριος ρίχνει τη σκιά της στις γερμανικές -αμφίρροπες- εκλογές
Απόδοση από άρθρο της theguardian.com
Τον Σεπτέμβριο του 1998, όταν ο σχετικά νέος Γκέρχαρντ Σρέντερ νίκησε τον Χέλμουτ Κολ, βάζοντας τέλος στην 16 ετών θητεία του ως Καγκελάριος, ο νικηφόρος ηγέτης του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας (SPD) είπε στους υποστηρικτές του ότι η χώρα είχε επιλέξει «να αλλάξει γενιά». Ο θρίαμβος του Σρέντερ άλλαξε σελίδα από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου και εναρμόνισε τη Γερμανία με τη φρέσκια ανερχόμενη κεντροαριστερή πολιτική των δυτικών δημοκρατιών, με επικεφαλής τους Μπιλ Κλίντον και Τόνι Μπλερ. Στη γλώσσα της πολιτικής, αυτό ήταν μια εκλογική διαδικασία με ουσιαστικές αλλαγές.
Σχεδόν έναν αιώνα μετά, η Άνγκελα Μέρκελ θα αποχωρήσει με τη θέλησή της από τη θέση της -η πρώτη Καγκελάριος που κάνει κάτι τέτοιο- αφότου παρέμεινε εκεί όσα χρόνια όσα και ο Κολ. Αλλά αυτή τη φορά, εν όψει των εκλογών της 26ης Σεπτεμβρίου, οι Γερμανοί ψηφοφόροι δείχνουν να μην είναι έτοιμοι να την ξεπεράσουν. Κανένας από τους υποψήφιους δεν την έχει φτάσει σε δημοτικότητα. Ούτε ένας στους πέντε δεν βλέπει τον Άρμιν Λάσετ, υποψήφιο της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU/CSU) -επιλογή της ίδιας της Μέρκελ- σαν τον καλύτερο αντικαταστάτη της. Ο Λάσετ καταγράφηκε από κάμερες να γελάει, σε μια επίσκεψή του σε μια κατεστραμμένη από πλημμύρες πόλη και έτρεξε μια αδιάφορη καμπάνια, πράγματα που τον καθιστούν επικίνδυνο για το κόμμα του.
Μια δημοσκόπηση έδειξε πως από το 35% που είχε στην αρχή της χρονιάς το CDU/CSU, τώρα υπήρξε μια απότομη πτώση περίπου δέκα μονάδων και είναι στα χαμηλότερα ποσοστά από το 2006. Οι πράσινοι ηλέκτρισαν το εκλογικό κλίμα με τα ποσοστά τους να ανεβαίνουν την άνοιξη. Η ασυνήθης αύξηση φαινόταν να ενσωματώνει έναν ευρύ πόθο για πολιτικές πιο φιλικές στο περιβάλλον που θα οδηγήσουν σε μηδενικές εκπομπές αερίων. Αλλά και αυτοί φαίνεται πως έχουν χάσει μέρος της γοητείας τους, καθώς η υποψήφια του κόμματος για Καγκελάριος, η άπειρη Αναλένα Μπέρμποκ, παλεύει να αποτινάξει κατηγορίες για λογοκλοπή και οικονομική κακοδιαχείριση.
Οι επώδυνες προσπάθειες αυτών των δύο, έχουν έτσι ανοίξει τον δρόμο για το στραπατσαρισμένο κόμμα SPD, που για χρόνια παρέμενε σύμβολο της κατά τα φαινόμενα -σε τελικό στάδιο- παρακμής των ευρωπαϊκών κεντροαριστερών κομμάτων. Περιέργως, το SPD με μικρή διαφορά φαίνεται ότι είναι μπροστά στον αγώνα για να οδηγηθεί η χώρα σε μια νέα εποχή. Ωστόσο, ακόμα και αυτή η «ανάσταση» μπορεί να ερμηνευτεί ως ένας φόρος τιμής στην ανθεκτική στον χρόνο, γοητεία του μερκελισμού. Ο 63χρονος υποψήφιος του SPD, Όλαφ Σολτς, έχει υπηρετήσει ως Ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών στην απερχόμενη κυβέρνηση. Βασίζεται στο ότι είναι μια ασφαλής επιλογή, είναι στα μέτρα της προηγούμενης Καγκελάριου. Πρόσφατη καμπάνια του SPD, με χιουμοριστική διάθεση τον χαρακτήρισε ως «την Καγκελάριο που μπορεί», βάζοντας το θηλυκό άρθρο την για να υπογραμμίσει τη συνέχιση του έργου της προκατόχου του.
Αν η κα Μέρκελ ήταν υποψήφια, θα είχε σχεδόν σίγουρη τη νίκη. Μετά από 16 χρόνια στη θέση, αυτό το γεγονός αποτελεί ένα κομπλιμέντο για τις πολιτικές της ικανότητες και τη συναινετική πολιτική της. Αλλά, όσο η Γερμανία αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις, όπως να επιτύχει τους στόχους για το κλίμα και να χειριστεί έναν πληθυσμό που γερνάει, μια νέα γενιά ηγετών θα χρειαστεί να αφήσει το σημάδι της σε μια νέα εποχή. Είναι σχεδόν αδύνατο να προβλεφθεί η δημιουργία οποιουδήποτε είδους συνασπισμού, καθώς προβάδισμα σε αυτή τη μάχη δεν έχει κρατήσει κανείς από τους τρεις. Για παράδειγμα, το Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (FDP) θα μπορούσε να περάσει μπροστά μετά τις 26 Σεπτεμβρίου, εξισορροπώντας τις κεντροαριστερές δεσμεύσεις για υψηλότερους φόρους, περισσότερα κρατικά έξοδα και πράσινες επενδύσεις.
Με τις εκλογές να έρχονται σε δέκα ημέρες, οι Γερμανοί φαίνεται πως κοιτούν μέσα από ένα παραμορφωτικό καθρέφτη, σε ένα ίσως σκοτεινό μέλλον μετά τη Μέρκελ.