Ολοι πιστεύουν ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν διέπραξε καταστροφικό σφάλμα. Πίστεψε ότι οι ρωσόφωνοι Ουκρανοί θα καλωσόριζαν τον στρατό του, κάτι που δεν συνέβη. Πίστεψε ότι θα ανέτρεπε με ευκολία τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Δεν το πέτυχε. Πίστεψε ότι θα δίχαζε το ΝΑΤΟ. Το συσπείρωσε όσο ποτέ. Θεώρησε ότι είχε θωρακίσει την οικονομία του απέναντι σε κυρώσεις. Την καταρράκωσε. Πίστεψε ότι η Κίνα θα τον βοηθούσε. Το Πεκίνο επέλεξε την ισορροπία. Νόμισε ότι ο εκσυγχρονισμός του στρατού θα οδηγούσε σε θρίαμβο απέναντι στις ουκρανικές δυνάμεις. Οι Ουκρανοί έχουν κατατροπώσει τους Ρώσους σε ορισμένα μέτωπα του πολέμου.
Τα σφάλματα του Πούτιν εγείρουν ερωτήματα για τη στρατηγική του κρίση και την ψυχική του υγεία. Ποιος τον συμβουλεύει; Εχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα; Η Κοντολίζα Ράις προειδοποιεί: «Δεν είναι κύριος των συναισθημάτων του. Κάτι δεν πάει καλά». Πολλοί αναλυτές παρομοιάζουν τον Πούτιν με αρουραίο, που έχει εγκλωβισθεί και έχει γίνει για τον λόγο αυτό πιο επικίνδυνος και επιθετικός.
Η κοινή λογική επιβεβαιώνει τη στρατηγική της Δύσης με στόχο την ενίσχυση της ουκρανικής άμυνας, ενώ όλα τείνουν προς την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, που θα διασφαλίσει την αξιοπρέπεια της Μόσχας, προσφέροντας στη Ρωσία τμήμα ουκρανικού εδάφους, δέσμευση ουκρανικής ουδετερότητας ή άρση κάποιων κυρώσεων. Τι θα συμβεί, όμως, αν η κοινή λογική δεν επιβεβαιωθεί; Μήπως η Δύση παίζει πάλι το παιχνίδι του Πούτιν;
Την πιθανότητα αυτή εξέτασε σε άρθρο της η ανταποκρίτρια των Times στη Ρωσία, Καρλότα Γκολ. Σε ρεπορτάζ της από την πολιορκία του Γκρόζνι το 1994, η Γκολ παρουσίασε με τον πλέον γλαφυρό τρόπο τις φονικές τακτικές του ρωσικού στρατού και των ειδικών του δυνάμεων.
«Η στρατηγική Πούτιν είναι γνωστή σε κάθε Τσετσένο. Καθώς τα ρωσικά στρατεύματα αποκτούν τον έλεγχο εδαφών, τσάκισαν κάθε εστία αντίστασης, προβαίνοντας σε μαζικές συλλήψεις και δημιουργώντας στρατόπεδα συγκέντρωσης. Την ίδια ώρα, έδωσαν εξουσία σε προστατευόμενους και συνεργάτες τους», έγραφε η Γκολ.
Η Ρωσία ακολουθεί τη στρατηγική που υιοθέτησε στον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στα αρχικά στάδια της σύρραξης, αποφασισμένοι Τσετσένοι μαχητές κατατρόπωσαν ρωσικό τεθωρακισμένο σύνταγμα, προκαλώντας την έκπληξη της Μόσχας. Ο ρωσικός στρατός ανασυντάχθηκε τελικά και τσάκισε κάθε αντίσταση, σφυροκοπώντας με πυροβολικό το Γκρόζνι.
Αν υποθέσουμε ότι ο Πούτιν ουδέποτε σκόπευε να κυριεύσει το σύνολο της Ουκρανίας και ότι οι στόχοι του ήταν πάντα η πλούσια σε πρώτες ύλες –και φυσικό αέριο– ανατολική Ουκρανία, τότε το σχέδιό του καθίσταται πασιφανές, καθώς αφορά την εξασφάλιση της ρωσικής ενεργειακής κυριαρχίας.
«Κάτω από το προκάλυμμα της στρατιωτικής εισβολής, ο Πούτιν οργάνωσε γιγάντια ληστεία», λέει ο αναλυτής Ντέιβιντ Νάιτ Λεγκ. Το υπόλοιπο ουκρανικό έδαφος θα βυθιστεί στην οικονομική εξάρτηση, ως «αποθήκη ψυχών» εσωτερικών προσφύγων. Σύμφωνα με την ανάλυση αυτή, ο Πούτιν παύει να παίζει τον ρόλο του χαμένου στον πόλεμο της Ουκρανίας.
Η άποψη αυτή προσφέρει εξήγηση για τη ρωσική στρατηγική στόχευσης αμάχων. Η μαζική σφαγή Ουκρανών πολιτών δημιουργεί αφόρητη πίεση στον πρόεδρο Ζελένσκι, προκειμένου να συμφωνήσει με τις εδαφικές και στρατιωτικές απαιτήσεις του Πούτιν (παραχώρηση εδαφών και αμυντική ουδετερότητα). Η Δύση από τη μεριά της θα αναζητήσει κάθε ευκαιρία για αποκλιμάκωση της κρίσης, εφόσον εκτιμά ότι ο Πούτιν είναι ανισόρροπος, άρα ικανός να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα.
Στο εσωτερικό της Ρωσίας, ο πόλεμος έχει ήδη εξυπηρετήσει τα πολιτικά συμφέροντα του Πούτιν. Πολλά μέλη της μεσαίας τάξης, η κατηγορία πληθυσμού με τα μεγαλύτερα ποσοστά στήριξης αντικαθεστωτικών, όπως ο Αλεξέι Ναβάλνι, επέλεξαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Ο,τι απέμεινε από τον ανεξάρτητο Τύπο έχει διακόψει την κυκλοφορία του, χωρίς προοπτική επαναλειτουργίας. Η όποια ταπείνωση υπέστη ο ρωσικός στρατός θα οδηγήσει μάλλον σε επιλεκτική εκκαθάριση, καθ’ υπόδειξιν της ηγεσίας στο Κρεμλίνο, και όχι σε λαϊκή επανάσταση. Τα νέα ενεργειακά πλούτη της Ρωσίας θα μπορούσαν να τη βοηθήσουν να αποφύγει τα οικονομικά δεινά των κυρώσεων.
Η εναλλακτική αυτή ανάλυση για τον Πούτιν μπορεί να είναι εσφαλμένη. Στον πόλεμο, στην πολιτική και στη ζωή, όμως, είναι πάντα καλύτερο να αντιμετωπίζεις τον αντίπαλό σου λες και είναι αλεπού και όχι παράφρων.