«The Washington Post»: Η προσαρμογή στην Covid-19 και η αποδοχή της αβεβαιότητας
Απόδοση από άρθρο του David Von Drehle για την The Washington Post
Είμαστε εδώ. Καλώς ή κακώς ζούμε με την Covid-19 και -οι περισσότεροι από εμάς είμαστε εμβολιασμένοι και τηρούμε τα μέτρα. Αλλά, δυστυχώς, όχι όλοι. Κάποιοι αρκούνται στην άρνησή τους και στις μαγικές σκέψεις, ανεξάρτητα από το πόσοι από αυτούς έχουν περάσει στον άλλο κόσμο.
Το ξωτικό της Covid-19 δεν έκλεψε και αυτά τα Χριστούγεννα. Η National Football League ελάφρυνε τα πρωτόκολλά της, αντί να αναβάλλει και άλλους αγώνες. Στις 4 Ιουλίου ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε την ανεξαρτησία της χώρας από τον κορονοϊό, αλλά η όμικρον έφερε τα πάνω κάτω. Ωστόσο, βλέπουμε τους φίλους μας. Ανοίγουμε τα δώρα μαζί με την οικογένειά μας. Πάμε να δούμε τη νέα ταινία του Spider-Man.
Τα κάνουμε όλα αυτά.
Καθώς τελειώνει ο δεύτερος χρόνος της πανδημίας, εξατμίζονται οι ελπίδες ότι ο ιός θα εξαφανιστεί. Αυτή είναι μια δόση πραγματικότητας που βοηθάει την κατάσταση. Η πλήρης εξαφάνιση του ιού δεν θα μπορούσε να γίνει ποτέ, απλώς πολλοί από εμάς θέλαμε να το πιστεύουμε.
Οι ιοί δεν φεύγουν έτσι απλά. Ούτε εξαλείφονται έτσι απλά. Μεταδίδεται και αναπαράγεται συνεχώς. Μέχρι η ανθρωπότητα να καταλάβει τι ήταν αυτό το παθογόνο στις αρχές του 2020, αυτό είχε εξαπλωθεί παντού. Από τότε παίζουμε ζάρια.
Μετράμε δύο χρόνια και πάνω από πέντε εκατομμύρια νεκρούς. Έχει περάσει αρκετό διάστημα και μπορούμε πλέον να μάθουμε πολλά από την πανδημία. Ξεκινώ με αυτό: Η πανδημία μας δίδαξε πως η Εποχή της Πληροφορίας δεν είναι ιδιαίτερα προσοδοφόρα στις καλές πληροφορίες. Οι νέες τεχνολογίες διευκολύνουν πολύ τη συλλογή και τη διάδοση της πληροφορίας. Αλλά, η ανάλυση της πληροφορίας εξαρτάται ακόμα από την παλιά καλή, ανθρώπινη κρίση. Αυτό είναι κάτι που παίρνει χρόνο. Απαιτεί υπομονή μέσα σε μια θάλασσα αβεβαιότητας.
Η 24ωρη ενημέρωση μας έχει γεννήσει την ανάγκη για την τέλεια γνώση, ακόμα και σε μη τέλειες καταστάσεις. Περιμένουμε πως ό,τι υπάρχει για να μάθουμε, μπορούμε να το μάθουμε τώρα. Όχι μόνο το πως, αλλά το γιατί, το ποιος και πιο σημαντικό, το τι ακολουθεί. Αυτή η αίσθηση του επείγοντος ξυπνά φήμες. Μας αναγκάζει να εξαγάγουμε συμπεράσματα από μεμονωμένα περιστατικά.
Σίγουρα, σε κάθε σημείο της πανδημίας οι απορίες μας ήταν πιο πολλές από τις απαντήσεις.
Θα ήταν πιο χρήσιμο να αποζητάμε τη γνώση της αβεβαιότητας. Το κοινό θα ήταν πιο προετοιμασμένο και λιγότερο εξαντλημένο και περισσότεροι άνθρωποι θα ένιωθαν περισσότερη εμπιστοσύνη στα επιστημονικά ευρήματα.
Την εποχή αυτή παρατηρείται και μια έλλειψη στην ταπεινότητα όσον αφορά τα όρια της γνώσης που μπορούμε να φτάσουμε και έχουμε πνιγεί στα δεδομένα. Οι θάνατοι, τα περιστατικά που καταγράφονται, αυτά που δεν είναι τόσο σοβαρά για να καταγραφούν έχουν μπλεχτεί και έτσι μπερδεύουν και τα ποσοστά της θνητότητας, άρα και τα συμπεράσματα που μπορούμε να βγάλουμε από αυτά.
Αλλά υπάρχουν και καλά νέα. Ευτυχώς, γενιές επενδύσεων σε ιατρικές έρευνες έχουν προετοιμάσει τα εργαστήρια και τους επιστήμονες και έτσι έχουν καταφέρει θαυμάσια κατορθώματα: εμβόλια νέας γενιάς και φάρμακα που δρουν τόσο αποτελεσματικά στον κορονοϊό, όπως το Tamiflu στη γρίπη.
Μεταξύ εμβολίων και θεραπειών, η Covid-19 μπορεί να γίνει μια ακόμα ρουτίνα. Η ζωή μαζί της θα γίνει ευκολότερη. Οι συνέπειες της πανδημίας πιθανότατα θα μείνουν μαζί μας για πολλά χρόνια και ως ιστορικό για την πρόοδο της επιστήμης και σαν μια επίπονη αποτυχία στη μεταξύ μας επικοινωνία.