Όταν, τον προηγούμενο μήνα, ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν έφτασε στη Νέα Υόρκη θα πρέπει να ένιωθε σαν βασιλιάς. Είχε κυκλοφορήσει το πρώτο του βιβλίο, το A Fairer World is Possible [Ένας πιο δίκαιος κόσμος είναι εφικτός], με τον ίδιο στο εξώφυλλο. Το βιβλίο φιλοξενήθηκε στην Times Square την ώρα που ο ίδιος συζητούσε για τις αδικίες του συστήματος στη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Εγκαινίασε τον ουρανοξύστη, το «Σπίτι της Τουρκίας», κτίριο πολύ κοντά στα γραφεία των Ηνωμένων Εθνών και μίλησε σε ένα επαγγελματικό φόρουμ, φουσκώνοντας ότι αφορούσε τη στρατηγική συμμαχία και την απόλυτη συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ, ώστε να ξεπεράστούν τα ζητήματα και των δύο πλευρών.
Ο Μπάιντεν τον χαρακτήρισε «δικτάτορα», κάτι που όταν ερωτήθηκε για αυτό, ο Πούτιν είπε ότι δεν καταλάβαινε τι εννοούσε ο Μπάιντεν. Ωστόσο, κάποια στιγμή στο ταξίδι του, η διάθεση του Ερντογάν πρέπει να άλλαξε. Την τελευταία μέρα της παραμονής του στη Νέα Υόρκη δήλωσε πως οι σχέσεις Τουρκίας και ΗΠΑ «δεν προμηνύονται καλές» και πως «Δεν έχω βιώσει ποτέ μια παρόμοια κατάσταση με κάποιον Αμερικανό ηγέτη». Επιπλέον, δήλωσε πως η Τουρκία θα προμηθευτεί μια νέα παρτίδα από τα ρωσικά πυραυλικά συστήματα S-400, κάνοντας το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να προειδοποιήσει τη χώρα για νέες κυρώσεις. Ο Ερντογάν φαίνεται να θύμωσε επειδή δεν πραγματοποιήθηκε συνάντηση με τον Μπάιντεν, παρόλο που λόγω της πανδημίας δεν υπήρχαν πολλά ζητήματα προς συζήτηση. Ο Τούρκος Πρόεδρος πρέπει να ένιωθε την ανάγκη να κάνει επίδειξη εξουσίας στη χώρα του και ήλπιζε να εντυπωσιάσει κάποιους απογοητευμένους ψηφοφόρους. Παρόλη τη φασαρία με το βιβλίο, το ταξίδι στη Νέα Υόρκη δεν βοήθησε σε αυτόν τον σκοπό.
Ο άλλος λόγος για τον οποίο ο Ερντογάν ήθελε τόσο πολύ να συναντηθεί με τον Μπάιντεν, ήταν για να αποκτήσει περισσότεργ δύναμη στις διαπραγματεύσεις του με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο Τούρκος ηγέτης θεωρεί πως η Τουρκία δεν ανήκει ούτε στην υπερατλαντική κοινότητα, ούτε στην Ευρασία, ούτε στην Ανατολή, ούτε στη Δύση, αλλά αποτελεί μια -κατά τα δικά της λεγόμενα- ανακάμπτουσα δύναμη. Δεν επιθυμεί να υποταχτεί στη Ρωσία, αλλά παράλληλα δεν εμπιστεύεται και τη Δύση.
Ενώ έχει παίξει καλά μέχρι τώρα, τα πράγματα φαίνεται να δυσκολεύουν, καθώς στο εσωτερικό δείχνει πιο αδύναμος και η προσπάθεια του να τα ισορροπήσει όλα είναι κάπως αδέξια.
Στη συνάντηση του με τον Πούτιν, ο Ερντογάν πιθανότατα είχε πολλά να ζητήσει και λίγια να προσφέρει. Το βασικό αίτημά του ήταν να μεταπείσει τον Ρώσο Πρόεδρο από το να αποτρέψει μια επίθεση στη Συρία. Ένα ακόμα μεταναστευτικό κύμα θα μπορούσε να αποτελεί την πολιτική του πτώση.
Το δεύτερο θα ήταν να σιγουρευτεί πως τα συμβόλαια για το φυσικό αέριο με τη Ρωσία θα ανανεωθούν χωρίς να προκαλέσουν τεράστιες αυξήσεις στην πατρίδα του. Και αυτό είναι κρίσιμο για την πολιτική επιβίωση του Ερντογάν.
Η συνάντηση μεταξύ Ερντογάν και Πούτιν διήρκησε περίπου τρεις ώρες και είναι δύσκολο να φανεί το τι αποκόμισε η Τουρκία. Αυτό που είναι σίγουρο, είναι πως η ισορροπία του έχει κλονιστεί και σε θέση ισχύος είναι ο Πούτιν, ο οποίος μπορεί να πιέσει την Τουρκία οικονομικά και με τη Συρία. Αν ο Ερντογάν δεν είχε αποξενώσει τους εταίρους το ΝΑΤΟ ή αν δεν είχε αντιμετωπίσει μια κρίση στο εσωτερικό, σίγουρα θα μπορούσε να αμυνθεί πιο αποτελεσματικά ενάντια στον Πούτιν.
Αλίμονο. Ο χειμώνας πλησιάζει και τα πράγματα ζορίζουν με τη Συρία και με τις τιμές για τη θέρμανση στην Τουρκία. Αυτή τη στιγμή, ο κόσμος δεν φαίνεται πολύ δίκαιος στον Τούρκο ηγέτη. Και, πιο πολύ από οποιονδήποτε, μάλλον θα πρέπει να κατηγορήσει τον εαυτό του.