«The Washington Post» | Opinion: Οι στόχοι που έχουμε θέσει δεν είναι αρκετοί για να αποτραπεί η κλιματική αλλαγή. Η περίοδος που θα έπρεπε να το πάρουμε στα σοβαρά έχει περάσει.
Άρθρο του Eugene Robinson για την The Washington Post
Πρόσφατη ενημέρωση των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή, φαίνεται να έχει γραφτεί σε πιο μυστηριώδη τόνο απ’ ότι συνήθως, αλλά πίσω από τις λέξεις κρύβεται ένας καταπέλτης: Ακόμα και αν τα κράτη εκπληρώσουν τις τωρινές τους υποσχέσεις και μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, οδεύουμε προς μια «καταστροφική» αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη μέχρι το τέλος του αιώνα.
Με αυτόν τον τρόπο, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, απέδωσε το πόρισμα έκθεσης που προβλέπει πως η θερμοκρασία στον πλανήτη πρόκειται να ανέβει κατά 2,7 βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2100. Αυτό ξεπερνά κατά πολύ τα όρια που έχει θέσει η Συμφωνία του Παρισιού για 1,5 βαθμούς Κελσίου. Και ναι, η πιο απειλητική πρόβλεψη παίρνει υπ όψιν το ότι τα κράτη θα τιμήσουν τις δεσμεύσεις τους και θα συγκρατήσουν τις εκπομπές.
Πρόκειται σίγουρα να ακούσουμε πολλές απειλητικές προειδοποιήσεις για την κλιματική αλλαγή από τους παγκόσμιους ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου Τζο Μπάιντεν. General Assembly speech-fest in New York. Θα ακούσουμε ειδικά φτιαγμένα αφιερώματα για το τι έχουν κάνει ήδη οι χώρες για να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που δεσμεύουν τη θερμότητα, αλλά και υπεκφυγές για όλα όσα μετανιώνουν που δεν μπορούν να κάνουν πια.
Αυτό που δεν θα ακούσουμε είναι χειροπιαστά σχέδια αποφυγής των χειρότερων δυνατών σεναρίων για το κλίμα. Οι επιστήμονες των Ηνωμένων Εθνών λένε πως οι εκπομπές αερίων θα πρέπει να μειωθούν κατά 45 τοις εκατό μέχρι το 2030. Αντιθέτως, οι εκπομπές μέχρι το τέλος της δεκαετίας πιθανώς να αυξηθούν περίπου στο 16 τοις εκατό πάνω από τα επίπεδα που ήταν το 2010.
Ενώ βρισκόμαστε στην άκρη του γκρεμού, αντί να πατήσουμε δυνατά τα φρένα, κάνουμε ότι θα έκανε η Θέλμα και η Λουίζ και επιταχύνουμε.
Φυσικά, μέρος του προβλήματος είναι ότι το όχημα έχει πολλούς οδηγούς. Ανάμεσα στους πιο ισχυρούς από αυτούς, βρίσκεται και ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ως κυρίαρχη οικονομική δύναμη στον κόσμο, υποχρεούται να οδηγήσει την ανθρωπότητα προς ένα ενεργειακά καθαρό μέλλον. Αλλά, η Κίνα είναι -με διαφορά- η χώρα που εκλύει τις μεγαλύτερες ποσότητες εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, δημιουργώντας πάνω από το διπλάσιο των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν το Πεκίνο δεν γίνει μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος, δεν θα λύσουμε ποτέ το θέμα της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη.
Ακολουθώ το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής εδώ και τρεις δεκαετίες και άποψή μου είναι ότι τελικά, η Κίνα θα αναγνωρίσει τα ίδια της τα συμφέροντα και θα μειώσει τις εκπομπές αερίων. Βρήκα εμψυχωτικό τον τρόπο με τον οποίο η Κίνα ευελπιστεί να οδηγήσει τον κόσμο σε μια τεχνολογία καθαρής ενέργειας, όπως τα ηλιακά πάνελ και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Ήλπιζα το Πεκίνο αλλάξει πορεία και να φύγει από τα ορυκτά καύσιμα, ενώ παράλληλα να δει το θέμα της καθαρής ενέργειας ως ένα ζήτημα πατριωτισμού, περηφάνιας και υποχρέωσης της πολιτείας.
Αλλά οι ελπίδες μου λιγοστεύουν. Παρακολουθήσαμε την Κίνα να συνεχίζει να χτίζει εργοστάσια ενέργειας που λειτουργούν με άνθρακα. Παρακολουθήσαμε την Κίνα να συνεχίζει να βάζει ως προτεραιότητα την βραχυπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη, πάνω από την μακροπρόθεσμη υγεία και την ασφάλεια του 1,4 δισεκατομμυρίων πολιτών της.
Ο πιο ισχυρός Κινέζος ηγέτης μετά τον Μάο Τσετούνγκ, ο Σι έχει πιο πολλά να πει για το περιβαλλοντικό μέλλον της γης από οποιονδήποτε άλλον. Ισχύει το ότι ανά κεφαλή, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα των ΗΠΑ είναι πολύ πιο υψηλές από της Κίνας, αλλά αυτό δεν είναι πλέον ένα λογικό μέτρο σύγκρισης. Πρέπει να μειωθούν σημαντικά οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα όλων, αυτή τη στιγμή και έχουμε την τεχνολογία και τα κίνητρα για να το πραγματοποιήσουμε. Αυτό που λείπει στην Κίνα είναι η αποφασιστικότητα για να κάνει το σωστό και, αυτό πρέπει να αλλάξει.
Ένας παγκόσμιος ηγέτης που σχεδιάζει να παραστεί στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών αυτοπροσώπως είναι ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι, της τρίτης σε σειρά χώρας με τις μεγαλύτερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στον κόσμο. Με έναν πληθυσμό δισεκατομμυρίων και μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη οικονομία, η Ινδία ενδέχεται να καταφέρει να ξεπεράσει τις ΗΠΑ σε εκπομπές αερίων.
Ο Μόντι ξεκίνησε να συζητά για καλύτερες κινήσεις σχετικά με την κλιματική αλλαγή και δήλωσε πως η αντιμετώπιση του ζητήματος είναι θέμα εθνικής «περιβαλλοντικής ασφάλειας». Αλλά, στην προηγούμενη σύνοδο των G-20, η Ινδία εμπόδισε μια συμφωνία για περισσότερο φιλόδοξους, νέους κλιματικούς στόχους και είπε πως το βάρος θα πρέπει να πέσει στις πλούσιες χώρες και αυτές να μειώσουν τις εκπομπές αερίων ανά κεφαλή.
Ούτε η Κίνα, ούτε η Ινδία έχουν θέσει νέους στόχους στην Συμφωνία του Παρισιού για να μειώσουν τις εκπομπές. Η εκτενής λίστα με τους στόχους παρουσιάστηκε στη σύνοδο της Γλασκόβης, στην οποία Κίνα και Ρωσία δεν συμμετείχαν.
Αλλά, αυτό για το οποίο πρέπει πραγματικά να συζητήσουν οι ηγέτες του κόσμου είναι, όχι ένας νέος αριθμητικός στόχος στον οποίο μπορεί να αποτύχουν, αλλά ένα νέο πρότυπο ανάπτυξης, βασισμένο στην καθαρή ενέργεια. Η Κίνα, η Ινδία και οι υπόλοιπος αναπτυσσόμενος κόσμος έχουν κάθε δικαίωμα να βγάζουν δισεκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια. Αλλά, όλοι θα έπρεπε να θέλουν αυτό να γίνει μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που δεν θα στείλουν τον πλανήτη σε ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή, κάτι που διαφαίνεται ήδη καθαρά μπροστά μας. Δεν υπάρχει πιο υψηλό κριτήριο σε ένα κόσμο που πνίγεται, καίγεται και δεν μπορεί να ανασάνει.
Δεν είναι πολύ αργά για να αποφύγουμε την καταστροφή. Έχουμε τα μέσα -ηλιακή, αιολική, υδροηλεκτρική, πυρηνική ενέργεια- για να το καταφέρουμε. Το μόνο που θέλουμε από τους παγκόσμιους ηγέτες είναι η θέληση.