Του Θεμιστοκλή Ζ. Ζανίδη*
Φαίνεται πως το τρέχον έτος θα καταχωρηθεί στην ιστορία ως ένα ακόμα κατά το οποίο έλαβε χώρα μια ελληνο-τουρκική κρίση μετά τα 1976, 1987 και 1996. Η ελληνική αλλά και η παγκόσμια κοινή γνώμη παρακολουθεί όλο το τελευταίο διάστημα την Τουρκία, μια Μεσογειακή χώρα, να απομακρύνεται από τις αρχές και αξίες της Δύσης μετατρεπόμενη ολοένα και περισσότερο σε μια ισλαμιστική δύναμη που διεκδικεί με τρόπο επιθετικό και χοντροκομμένο τα “δίκαιά” της στην Ανατολική Μεσόγειο προσβάλλοντας κάθε έννοια δικαίου, καλής γειτονίας κι ενίοτε της λογικής. Όμως τι συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν για το μέλλον;
Η κρίση αυτή, η οποία δεν έχει ακόμη ομαλοποιηθεί, μας διδάσκει πως ο νέο-οθωμανισμός στην γειτονική χώρα περιορίζει τις επιλογές της Κυβέρνησής της για διάλογο και συνεννόηση με τα γειτονικά κράτη από τη στιγμή που κανένα κράτος δεν μπορεί να διαπραγματευτεί το παραμικρό όταν η Τουρκία προκαλεί συνεχώς τετελεσμένα (βλ. τουρκολιβυκό σύμφωνο οριοθέτησης ΑΟΖ). Σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής μεταφράζεται στο δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας η οποία θίγει απευθείας τα συμφέροντα πολλών δυνάμεων της περιοχής συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ. Σε μια άλλη ανάγνωση, μαίνεται ο “εσωτερικός” ανταγωνισμός στον Ισλαμικό κόσμο για την ανάδειξη μιας κυρίαρχης δύναμης μεταξύ Τούρκων και Αράβων. Οι Τούρκοι επιδιώκουν ξεκάθαρα να εμφανιστούν ως οι ηγέτες-προστάτες του Ισλάμ συνολικά στην περιοχή (η μετατροπή της Αγίας Σοφίας εντάσσεται στην παραπάνω επιδίωξη) κάτι που οι Άραβες (Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) δεν είναι διατεθειμένοι σε καμία περίπτωση να αποδεχτούν. Μάλιστα, η τουρκική εξάπλωση μέσω της εμπλοκής στον λιβυκό εμφύλιο εντείνει το δίλλημα ασφαλείας της Αιγύπτου, της μεγαλύτερης μουσουλμανικής δύναμης, με αποτέλεσμα το Κάιρο να τάσσεται στο ελληνικό στρατόπεδο (υπογραφή με Ελλάδα μερικής οριοθέτησης ΑΟΖ).
Επιπροσθέτως, το περιστατικό στα ανοικτά της Λιβύης με την τουρκική και γαλλική φρεγάτα φαίνεται πως κατέδειξε στο Παρίσι με τον πλέον εμφατικό τρόπο την επικινδυνότητα των τουρκικών προθέσεων για τα γαλλικά συμφέροντα στη Μεσόγειο. Πράγματι, ο τουρκικός αναθεωρητισμός απειλεί ολόκληρο το δυτικό οικοδόμημα ασφαλείας της ευρύτερης περιοχής γεγονός που δεν βλέπουν με καλό μάτι ούτε οι ΗΠΑ οι οποίες όμως είναι απασχολημένες με τις εκλογές αλλά και τον μεγάλο ανταγωνιστή που έχει αναδυθεί στην Ανατολή, την Κίνα. Προφανώς η Τουρκία επωφελείται από την καίρια γεωγραφική της σημασία για το NATO και τον δυτικό συνασπισμό γενικότερα αλλά και από το μέγεθός της ως αγορά για να εκβιάσει την Συμμαχία αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση (ωμή εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού ζητήματος ώστε να λάβει ανταλλάγματα).
Συνεπώς, η ΕΕ και κυρίως η Γερμανία όσο και σύσσωμο το NATO οφείλουν να συνειδητοποιήσουν πως η σχετικά ήπια στάση τους έναντι των τουρκικών αξιώσεων, ο κατευνασμός, δεν θα επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα για ομαλότητα στην ΝΑ πτέρυγα της Συμμαχίας αλλά αντίθετα θα την οδηγήσει σε περαιτέρω αποσταθεροποίηση η οποία δεν αφήνει καθόλου αδιάφορη τη Ρωσία η οποία έχει ήδη σπεύσει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση. Από την πλευρά της η Ελλάδα έχει βιώσει μια 10ετή και πλέον οικονομική κρίση η οποία την ανάγκασε να θέσει τις ΕΔ της σε δεύτερη μοίρα. Όμως η πραγματικότητα είναι αδυσώπητη καθώς η χώρα απειλείται ξεκάθαρα από την ακραία επιθετική Τουρκία. Δεν απειλούνται μονάχα τα συμφέροντά της Αθήνας αλλά και η ίδια η υπόσταση του Ελληνικού κράτους.
Για τον λόγο αυτόν οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν, σε συνεργασία των ειδικών, να καταρτίσουν ένα ξεκάθαρο μακρόπνοο στρατηγικό σχέδιο για την χώρα. Η πρόσφατη κρίση που βιώνουμε δεν είναι τυχαίο-ευκαιριακό γεγονός αλλά απόρροια της τουρκικής στρατηγικής. Για τον λόγο αυτόν είναι εξαιρετικά πιθανόν να επαναληφθεί στο εγγύς μέλλον. Η Ελλάδα δεν έχει κατά συνέπεια την πολυτέλεια της αδράνειας αλλά ούτε μπορεί να βασίζεται εσαεί σε ξένες δυνάμεις για την προστασία της ίδιας ή της Κύπρου. Οφείλει να ενισχύσει την αποτρεπτική της ικανότητα και να δημιουργήσει ένα πλέγμα συμμαχιών ώστε να αποθαρρύνει την φιλόδοξη Άγκυρα από οποιαδήποτε μελλοντική αμφισβήτηση των ελληνικών δικαίων (γεγονός που δείχνει να κατορθώνει στην παρούσα κατάσταση σε ικανοποιητικό βαθμό). Η παρούσα συγκυρία είναι ευνοϊκή για τα ελληνικά συμφέροντα αφού η τουρκική επιθετικότητα προσβάλλει απευθείας τα συμφέροντα των μεγαλύτερων παικτών της περιοχής. Για τον λόγο αυτόν βλέπουμε κυρίως την γαλλική πρωτοβουλία για ενίσχυση των δυνάμεων στην περιοχή και την ανακοίνωση για κοινές ασκήσεις του γαλλικού με το ελληνικό πολεμικό ναυτικό τις επόμενες ημέρες.
Εν κατακλείδι, η Ελλάδα αποδεικνύει στη Διεθνή Κοινότητα ξανά πως αποτελεί μια δύναμη αξιοπιστίας, σταθερότητας και ειρήνης στην περιοχή που σέβεται τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και της καλή γειτονίας. Αυτό επ’ ουδενί δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως αδυναμία της Αθήνας να υπερασπιστεί τα εθνικά της συμφέροντα με καταφυγή στη στρατιωτική βία έστω ως έσχατη επιλογή.
* Ο Θεμιστοκλής Ζανίδης είναι διεθνολόγος – Αναλυτής Κέντρου Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων (ΚΕΔΙΣΑ)