Απαντώντας σε ερώτημα του Αθηναϊκού Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων σχετικά με τη σημασία της επίσκεψης του Τούρκου Πρόεδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα, ο επικεφαλής του Ποταμιού, Σταύρος Θεοδωράκης δήλωσε:
«Πολλά θα μπορούσε να σημάνει η επίσκεψη του Προέδρου της Τουρκίας στην Ελλάδα. Εξήντα πέντε χρόνια πριν, η επίσκεψη του Τζελάλ Μπαγιάρ στην Ελλάδα και η αντίστοιχη του αρχηγού του ελληνικού κράτους στην Άγκυρα είχαν αναπτερώσει τις ελπίδες του ελληνικού, αλλά και του τουρκικού λαού, γιατί όλα έδειχναν πως οι χώρες μας, σύμμαχες πια, θα βάδιζαν στον δρόμο της συνεννόησης και της ειρήνης. Από τότε μεσολάβησαν πολλά και δεν αναφέρομαι στα μικρά λάθη -Ελλήνων και Τούρκων- αλλά κυρίως στις στρατηγικές επιλογές της εκάστοτε τουρκικής ηγεσίας που σημάδεψαν αρνητικά αυτές τις δεκαετίες: Τα Σεπτεμβριανά του ‘55, η εισβολή στην Κύπρο το ‘74, το casus belli ως αντίδραση στην προοπτική επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων την δεκαετία του ‘80, τα Ίμια το ’96, οι αμέτρητες παραβάσεις και παραβιάσεις στον χώρο του Αιγαίου. Έχουμε λόγους να είμαστε και πάλι αισιόδοξοι; Έχει αλλάξει κάτι στη συμπεριφορά της Άγκυρας απέναντι στην Αθήνα; Μήπως δεν ζούμε ακόμα σε κλίμα δυσπιστίας;
Επισκέψεις σε επίπεδο αρχηγού κράτους γίνονται όταν οι σχέσεις ανάμεσα σε δύο χώρες έχουν φτάσει στο καλύτερο σημείο. Κι αυτό δεν συμβαίνει σήμερα ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Φιλόξενα, όμως, θα υποδεχτούμε τον Πρόεδρο της γειτονικής χώρας έχοντας την ελπίδα ότι η συγκρατημένη πολιτική του απέναντι στην Ελλάδα στα χρόνια που ο ίδιος βρίσκεται στις κορυφαίες θέσεις της χώρας του, θα μεταλλαχθεί σε πολιτική πραγματικής φιλίας. Να εξαλείψουμε την αμοιβαία καχυποψία και να ενισχύσουμε τους δεσμούς μας σεβόμενοι τον ιστορικό ρόλο των χωρών μας αλλά και τις σύγχρονες ευρωπαϊκές αξίες. Και αν αυτό συμβεί, μεγάλοι θα είναι οι καρποί για την Ελλάδα, την Τουρκία, τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και τελικά για ολόκληρη την Ευρώπη».