Σε ισχύ βρίσκονται σε αρκετούς κλάδους, αλλού με ισχυρές συστάσεις και αλλού με έκδοση εγκυκλίων, μέτρα και ρυθμίσεις για την πρόληψη της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων τις ημέρες του καύσωνα, ώστε να μην υπάρξουν συνέπειες είτε με εργατικά ατυχήματα, είτε με άλλους επαγγελματικούς κινδύνους.
Υπενθυμίζουμε τον ορισμό της «θερμικής καταπόνησης», όπως τον έχει διατυπώσει το EΛ.ΙΝ.Υ.Α.Ε. (Eλληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας): «Η θερμική καταπόνηση ή αλλιώς θερμικό στρες είναι η αντίδραση του ανθρώπινου οργανισμού στην εξωτερική θερμοκρασία, όταν αυτή είναι υψηλότερη ή χαμηλότερη από την επιθυμητή.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 100 χρόνων, η μέση θερμοκρασία της γης έχει αυξηθεί κατά περίπου 0,85°C. Το αποτέλεσμα αυτής της κλιματικής αλλαγής, είναι η επικράτηση εξαιρετικά θερμών ημερών και νυχτών με δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, εγείροντας, όλο και πιο συχνά, το θέμα της θερμικής καταπόνησης στους χώρους εργασίας.
Οι εργαζόμενοι, που διατρέχουν κίνδυνο θερμικής καταπόνησης, είναι αυτοί που εκτίθενται σε εξωτερικές θερμοκρασίες (π.χ. αγρότες, αλιείς, εργάτες σε οικοδομικά/τεχνικά κατασκευαστικά έργα, δασοκόμοι) ή όσοι εργάζονται σε ιδιαίτερα θερμά περιβάλλοντα (π.χ. πυροσβέστες, αρτοποιοί, εργάτες σε χυτήρια, υαλουργεία κ.ά.). Η θερμική καταπόνηση εκφράζεται με προβλήματα που σχετίζονται είτε με την έκθεση σε υψηλή θερμοκρασία, όπως η θερμοπληξία, η συγκοπή από τη θερμότητα, η θερμική εξάντληση και οι θερμικές κράμπες είτε με αυτήν σε πολύ χαμηλή θερμοκρασία όπως υποθερμία ή βλάβες από το κρύο και το πάγωμα ως επακόλουθο της διατάραξης του φυσιολογικού ρυθμού θερμορύθμισης του οργανισμού.
Επιπλέον, με συνθήκες θερμικής καταπόνησης συνδέονται και επαγγελματικά ατυχήματα, ως έμμεση επίδραση της έκθεσης στη θερμότητα ή στο κρύο. Ιδιαίτερα ευάλωτοι είναι οι εργαζόμενοι που η ηλικία τους ξεπερνά τα 65 έτη, έχουν υποκείμενα ή χρόνια νοσήματα ή λαμβάνουν ειδική φαρμακευτική αγωγή. Η εκτίμηση πραγματοποιείται από τον γιατρό εργασίας της επιχείρησης».