Δύο αναμνηστικές πλάκες στη μνήμη του Βασίλη Τσιτσάνη τοποθέτησε ο δήμος Θεσσαλονίκης σε ένα από τα πιο κεντρικά σημεία της πόλης, στην οδό Παύλου Μελά, όπου λειτούργησε το θρυλικό «Ουζερί Τσιτσάνης» και το υπόγειο σπίτι όπου έζησε ο Έλληνας συνθέτης του ρεμπέτικου τραγουδιού και ίσως από τους σημαντικότερους μουσικούς υμνητές της πόλης.
Οι αναμνηστικές πλάκες τοποθετήθηκαν σήμερα παρουσία του δημάρχου Κωνσταντίνου Ζέρβα, σε μια συμβολική απόδοση τιμής με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 107 χρόνων από τη γέννηση του Βασίλη Τσιτσάνη και 38 από τον θάνατό του. Ο Βασίλης Τσιτσάνης πέθανε ανήμερα των γενεθλίων του. Γεννήθηκε στα Τρίκαλα, στις 18 Ιανουαρίου 1915 και άφησε την τελευταία του πνοή στο Λονδίνο, στις 18 Ιανουαρίου 1984.
Στην οδό Παύλου Μελά και πιο συγκεκριμένα στον αριθμό 22, λειτουργούσε το θρυλικό ουζερί, ενώ στον ίδιο δρόμο, ακριβώς απέναντι στο διατηρητέο, ο Βασίλης Τσιτσάνης έζησε σ’ ένα υπόγειο με τη γυναίκα του Ζωή Σαμαρά, από το 1942 έως το 1946, κι έγραψε ορισμένα από τα ωραιότερα τραγούδια του, όπως το «Συννεφιασμένη Κυριακή».
«Η Θεσσαλονίκη αποτίει φόρο τιμής και εκπληρώνει ένα χρέος απέναντι στον συνθέτη. Ο Δήμος, όχι μόνο σήμερα, αλλά πάντα θα μνημονεύει και θα τιμά μεγάλους συνθέτες, μεγάλους λόγιους ανθρώπους που άφησαν το στίγμα τους στον πολιτισμό», δήλωσε ο κ. Ζέρβας.
Πρόσθεσε δε, ότι η Διεύθυνση Πολιτισμού και Τουρισμού του Δήμου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Καλοκαιριού προετοιμάζει διήμερο αφιέρωμα στον Βασίλη Τσιτσάνη με ρεμπέτικες κομπανίες και σχήματα της πόλης, ενώ η Γ’ Δημοτική Κοινότητα διοργανώνει κάθε χρόνο «Βραδιά Τσιτσάνη» στην ομώνυμη πλατεία της Άνω Πόλης.
Το «παρών» στην τοποθέτηση των αναμνηστικών πλακών, οι οποίες διαθέτουν QR ώστε οι ενδιαφερόμενοι χρησιμοποιώντας το κινητό τους τηλέφωνο να λαμβάνουν πληροφορίες από τη ζωή και την πορεία του Βασίλη Τσιτσάνη, έδωσε και ο δημοσιογράφος- συγγραφέας Γιώργος Σκαμπαρδώνης, ο οποίος το 2001 κυκλοφόρησε το ιστορικό μυθιστόρημα «Ουζερί Τσιτσάνης», πάνω στο οποίο βασίστηκε και το σενάριο της ομότιτλης ταινίας, που γύρισε χρόνια αργότερα ο Μανούσος Μανουσάκης.
«Ο Τσιτσάνης έζησε στη Θεσσαλονίκη την πιο κρίσιμη περίοδο. Εδώ υπηρέτησε φαντάρος, εδώ παντρεύτηκε κι εδώ έκανε τα παιδιά του. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής και των ζοφερών χρόνων έζησε στο υπόγειο όπου δημιούργησε τα πιο ωραία τραγούδια του. Ο Τσιτσάνης έχει συνδεθεί με την πόλη της Θεσσαλονίκης και ο ίδιος έχει δηλώσει ότι εκείνα τα δύσκολα χρόνια έβγαλε τον καλύτερο μουσικό του κόσμο», συμπλήρωσε ο κ. Σκαμπαρδώνης.
Η εκδήλωση πλαισιώθηκε μουσικά από την ορχήστρα «Παρέα του Τσιτσάνη», μέλη της οποίας εξέφρασαν την συγκίνησή τους προς τον δήμαρχο για την τιμή στον μεγάλο Έλληνα συνθέτη.
Τα έξι χρόνια του Τσιτσάνη στη Θεσσαλονίκη
Ο Τσιτσάνης εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1941 και το 1942, στη διάρκεια της Κατοχής, και μαζί με τον κουνιάδο του Αντρέα Σαμαρά άνοιξε το «Ουζερί Τσιτσάνης». Χωρούσε λίγα τραπέζια, τα οποία γέμιζαν κάθε βράδυ που τραγουδούσε ο Τσιτσάνης, ενώ οι Γερμανοί περνούσαν για να σιγουρευτούν ότι όλα κυλούσαν ήρεμα.
Στη διάρκεια των έξι χρόνων παραμονής του στη Θεσσαλονίκη έγραψε πολλά τραγούδια, με τους τόπους και τα πρόσωπα των οποίων έκανε την πόλη διάσημη. Έγραψε τη «Συννεφιασμένη Κυριακή», την «Αχάριστη», το «Μπαχτσέ Τσιφλίκι», την «Αρχόντισσα», τα «Πέριξ», το «Τρέξε μάγκα να ρωτήσεις», την «Αθηναίισσα», το «Τι σε μέλλει εσένα κι αν γυρνώ», το «Μπλόκο» και πολλά άλλα.
Την άνοιξη του 1946 επέστρεψε στην Αθήνα και μάλλον τότε έκλεισε και το ουζερί.