Γράφει ο Δημήτρης Κατσαρός
Συνηθίσαμε τα τελευταία 5 χρόνια σε έναν πολιτικό λόγο που κινούνταν στη βάση της συνθηματολογίας με θιασώτες των διάφορων απόψεων να μην είναι καν σε θέση να κατανοήσουν τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν στο δημόσιο λόγο. Τους 5 μήνες της κυβέρνησης Τσίπρα έχουμε έναν υπουργό Οικονομικών που παρά την όποια κριτική μπορεί να του ασκηθεί, έχει μιλήσει με πολύ καθαρό τρόπο καταφέρνοντας να εκλαϊκεύει οικονομικές έννοιες και φαινόμενα που είναι απαραίτητο να έχει η λαϊκή βάση υπόψιν της. Είναι απαραίτητο για την ίδια την διασφάλιση της δημοκρατίας, ειδικά μάλιστα όταν ο κόσμος βιώνει την αποτυχία των προγραμμάτων λιτότητας. Αυτό το θετικό παράδειγμα δημόσιου λόγου, ανεξαρτήτως περιεχομένου, αυτή τη στιγμή δυστυχώς χωλαίνει.
Είναι λογικό στην προεκλογική περίοδο του δημοψηφίσματος ο διχασμός και η πόλωση να προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερες απώλειες ως προς την ουσιαστική πολιτική συζήτηση. Η συζήτηση αυτή όχι μόνο δεν γίνεται με νηφαλιότητα, όχι μόνο γίνεται κυρίως με συνθήματα αλλά δυστυχώς γίνεται και σε μη ειλικρινή βάση. Και επειδή μία συζήτηση χρειάζεται τουλάχιστον δύο, οι δύο πλευρές μοιράζονται την ευθύνη μίας αποπροσανατολιστικής, τουλάχιστον εν μέρει τοποθέτησης του ερωτήματος.
Η κυβέρνηση έθεσε το ερώτημα στη βάση της πρότασης των θεσμών. Ας μην κοροϊδευόμαστε. Μικρή σημασία έχει αν το κείμενο είχε την υποσημείωση «τελεσίγραφο» ή όχι. Από την προηγούμενη Δευτέρα το ΔΝΤ τορπίλισε άξαφνα τη συμφωνία και η συντονισμένη απόκριση των θεσμών στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας δεν άφηνε άλλα περιθώρια στην κυβέρνηση για διαπραγμάτευση. Από την πλευρά της η αντιπολίτευση και οι θεσμοί προσπαθούν να μεταφράσουν το ερώτημα «Ναι ή Όχι στην Πρόταση των θεσμών» σε «Ναι ή Όχι στην παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ». Καμία από τις δύο ερωτήσεις δεν είναι εντελώς ειλικρινής.
Το ερώτημα “ευρώ ή δραχμή”, είναι αποπροσανατολιστικό γιατί δεν αφήνει να ανοίξει η συζήτηση για τις μεσοπρόθεσμες συνέπειες του πιο δυσβάσταχτου μνημονίου που είδε αυτή η χώρα, αν η απόφαση είναι ΝΑΙ και την έλλειψη οποιασδήποτε ελπίδας για ανάκαμψη.
Το ερώτημα “ναι ή όχι στην πρόταση των δανειστών” δεν επιτρέπει να ανοίξει ουσιαστικά η συζήτηση για τις επιλογές που θα έχει η κυβέρνηση αν η απάντηση είναι ΟΧΙ.
Μία πιο ειλικρινής τοποθέτηση του ερωτήματος είναι
“ΝΑΙ” σε μέτρα που θα διαλύσουν ακόμη παραπάνω την παραγωγική βάση της χώρας, θα βαθύνουν δραματικά την κρίση (όχι δεν πιάσαμε πάτο ακόμη) και αυτό χωρίς καμία ελπίδα για ανάκαμψη ακόμη και στο απώτερο μέλλον.
ή
“ΟΧΙ” σε μία πρόταση από θεσμούς των οποίων η ατζέντα τους απαγορεύει να προτείνουν κάτι πραγματικά καλύτερο με αποτέλεσμα χρεοκοπία εντός εκτός και επί τα αυτά με εντελώς απρόβλεπτες συνέπειες.
Διαλέγεις και Παίρνεις.