Γράφει ο Νίκος Νικολόπουλος*
Ποια θα είναι τα χαρακτηριστικά της επόμενης γενιάς των Ελλήνων και κατά συνέπεια, ποια θα είναι η Ελλάδα σε 10, 20 ή 50 χρόνια;
Τα παιδιά που βρίσκονται σήμερα στην εφηβεία τους θα βλέπουν την εκκλησία στο χωριό των παππούδων τους ως… «γραφικότητα των παλιών εποχών και των παλιών Ελλήνων» και θα αντιλαμβάνονται την ελληνορθόδοξη παράδοση, αλλά και τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας, ως… μνημείο που θα αντιμετωπίζουν αδιάφορα ή – στην καλύτερη περίπτωση – θετικά, μόνο και μόνο επειδή θα τους θυμίζει κάτι από τις συνήθειες των γονέων τους και το «ρομαντικό» παρελθόν;
H χώρα μας θα εξακολουθήσει να είναι η γη ενός συμπαγούς και ομοιογενούς λαού με διακριτά χαρακτηριστικά, ήθη και έθιμα; Ή μήπως θα είναι απλώς ένας… χώρος της ευρωπαϊκής ηπείρου όπου το δόγμα της πανσπερμίας λαών και πολιτισμών θα κυριαρχεί;
Αυτά είναι κάποια από τα πολύ σοβαρά ερωτήματα που στην εποχή μας καλείται να απαντήσει η επίσημη και οργανωμένη ελληνική πολιτεία, καλούμαστε όμως και όλοι εμείς, υπό την ιδιότητα του απλού Έλληνα πολίτη, να απαντήσουμε.
Και από την απάντηση που θα δώσουμε, ασφαλώς θα κριθεί το μέλλον αυτού του τόπου, φυσικά και η Παιδεία που θα προσφέρουμε στα παιδιά μας, αναποόσπαστο κομμάτι της οποίας είναι και το μάθημα των θρησκευτικών.
Γιατί, αν αποσπάσουμε το μάθημα των θρησκευτικών από τα άλλα μαθήματα και κυρίως τα μαθήματα των νέων και αρχαίων ελληνικών, όπως και της ιστορίας, έχουμε διαπράξει το πρώτο σοβαρό ατόπημα. Έχουμε διασπάσει τα μαθήματα που αποτελούν στοιχεία της ελληνικής ιδιοπροσωπίας σε «βασικά» και «προαιρετικά» μαθήματα.
Συμπέρασμα πρώτο, λοιπόν: Είναι αδύνατον, οποιοσδήποτε υπουργός και οποιαδήποτε κυβέρνηση να διασπά την ενότητα μαθημάτων που προσφέρουν στη νεολαία τον συνδετικό κρίκο του έθνους, μεταξύ του χθες, του σήμερα και του αύριο.
Από εκεί και πέρα, ποιά μπορεί να είναι η μορφή του μαθήματος των θρησκευτικών; Ομολογιακό και κατηχητικό μάθημα ή ένα μάθημα «θρησκευτικής ιστορίας»;
Αρκεί μόνο να σκεφτούμε πως η εθνική παλιγγενεσία έγινε «για την πίστη του Χριστού την Αγία και της πατρίδος την ελευθερία» και με ευκολία θα δώσουμε την απάντηση. Αν δεχόμαστε πως αυτός ο τόπος έχει μέλλον μόνο εάν πατάει πάνω στα γερά θεμέλια του παρελθόντος του, τότε πρέπει να φωνάξουμε ότι το μάθημα των θρησκευτικών για τα ελληνόπουλα, είναι ένα ομολογιακό και κατηχητικό μάθημα, που μπορεί να εμπεριέχει και γνώσεις θρησκειολογίας. Αλλά δεν μπορεί να είναι μόνο θρησκειολογία!
Στα παραπάνω, αξίζει να προσθέσουμε πως το Σύνταγμα της Ελλάδας, στο άρθρο 16 παρ. 2 προβλέπει την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης και ότι το ίδιο το Σύνταγμα ξεκινάει με την φράση «Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος».
Κατόπιν τούτων, και χωρίς ίχνος «θρησκευτικού φανατισμού» (ο οποίος εξάλλου δεν συνάδει με την Ορθοδοξία), γίνεται απολύτως σαφές ότι το μάθημα των θρησκευτικών πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εκπαίδευσης των Ελλήνων από την αρχή μέχρι το τέλος της βασικής τουλάχιστον εκπαίδευσης, έχοντας μάλιστα συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά για να ενισχύει το θρησκευτικό και εθνικό φρόνημα των νέων Ελλήνων.
Στην εποχή της λήθης και της σύγχυσης που ζούμε βέβαια, υπάρχουν αρκετοί «νεωτεριστές» που μάλιστα ξεπερνούν σε πάθος και σε μένος τους «διεθνιστές», δηλαδή εκείνους που αρνούνται τις πατρίδες και τα έθνη. Αυτοί, αν και ισχνή μειοψηφία στην χώρα μας, κάνουν μεγάλη «φασαρία». Κατακλύζουν τα μέσα ενημέρωσης και περνούν παντού και με κάθε τρόπο τις απόψεις τους, σε αντίθεση με την μεγάλη αλλά «σιωπηλή» πλειοψηφία. Γι’ αυτό όμως, γράψαμε εξ αρχής ότι την απάντηση για το μέλλον αυτού του τόπου, τελικά θα τη δώσουν οι απλοί Έλληνες πολίτες. Οι απλοί θεοσεβούμενοι πατριώτες…
(*) Ο Νίκος Νικολόπουλος είναι ανεξάρτητος Βουλευτής και Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος