Ο δημοσιογράφος Μάκης Ανδρονόπουλος με άρθρο του στο slpress.gr προσπαθεί να ορίσει την ελληνικότητα, με αφορμή τους εορτασμούς των 200 ετών από την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Τούρκους.
Ο ορισμός της σύγχρονης ελληνικότητας, το εξ αρχής ανοιχτό Ταυτοτικό Ζήτημα δηλαδή, ενδέχεται – έμμεσα ή άμεσα– να κυριαρχήσει στις επιστημονικές, ιδεολογικοπολιτικές και φιλοσοφικές ζυμώσεις που θα διεξαχθούν κατά τους πανηγυρικούς εορτασμούς για τα 200 χρόνια από την εθνική παλιγγενεσία. Το Ταυτοτικό διαπερνά τους δύο αιώνες ιστορίας της ελεύθερης Ελλάδας και κατά τις μεταπολιτευτικές δεκαετίες επανατέθηκε εκ των πραγμάτων, με διάφορες αφορμές…
Το τραύμα της προδοσίας της Κύπρου, η ένταξή μας στην ΕΕ και το περίφημο “ανήκομεν εις την Δύσιν”, η εισβολή των Αλβανών και των ευρωπαίων μεταναστών, το πέρασμα του οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης, οι λοιδορίες που υπέστη ο ελληνικός λαός κατά τη δεκαετία της χρεοκοπίας, οι αυξανόμενες γεωπολιτικές απειλές και τα κύματα των μεταναστών από την Ασία και την Αφρική κράτησαν το Ταυτοτικό Ζήτημα στην επικαιρότητα. Στα σαράντα εφτά αυτά χρόνια τόσο η επιστημονική έρευνα, όσο και οι αναζητήσεις στο χώρο των τεχνών, της λογοτεχνίας, των ιδεών και της θεωρίας, παρά τις αντιθέσεις, οδήγησαν στην διεύρυνση και στην εμβάθυνση της έννοιας της “ελληνικότητας”.
Στο κοινωνικό πεδίο, οι διεργασίες αυτές κατέβαιναν άλλοτε αδιάφορα, άλλοτε “αμάσητες” και κυρίως, αν όχι πάντα, ανακλαστικά με αφορμή διάφορα γεγονότα. Η πρόσληψη της ελληνικότητας στις μεταπολιτευτικές δεκαετίες, παρά τον ερευνητικό και θεωρητικό πληθωρισμό, συντελούνταν συγκινησιακά και συναισθηματικά μέσω της μουσικής κατά κύριο λόγο. Δεν έχει νόημα να αναλύσουμε εδώ όλες αυτές τις περίπλοκες διεργασίες, αυτό –ελπίζουμε– θα το κάνουν άλλοι ειδικοί κατά τη διάρκεια του 2021. Εμείς απλώς θα τονίσουμε ότι το οντολογικό ερώτημα “αν γεννιέσαι Έλληνας ή γίνεσαι” παραμένει ουσιαστικά χωρίς τελεσίδικη απάντηση στο εθνικό φαντασιακό.
Έτσι, εδώ θα καταθέσουμε μερικές τρέχουσες παραμέτρους που ορίζουν την ελληνικότητα μέσα από την άρνηση, δηλαδή, με το τι δεν συνιστά την σύγχρονη ελληνικότητα και ως εκ τούτου την υπονομεύει. Εννοείται ότι οι δώδεκα αρνήσεις που ακολουθούν μπορούν να γίνουν άνετα εκατό ή και χίλιες, αλλά θα μείνουμε σε μερικές τρέχουσες. Ταυτόχρονα όμως, θα καταθέσουμε μια πρώτη απάντηση στο ερώτημα “αν γεννιέσαι Έλληνας ή γίνεσαι”…
Δώδεκα αρνήσεις της ελληνικότητας
Δεν είναι ελληνικότητα το cheerleading, δηλαδή ο συνδυασμός γυμναστικής και χορού σαν και αυτόν που χορεύουν οι μαζορέτες στην έναρξη και στα ημίχρονα των αθλητικών αγώνων μπάσκετ στις ΗΠΑ. Πρόκειται για μια καρακιτσάτη και ύποπτη επιλογή της υπουργού Παιδείας, μια αμερικανιά που ενέχει υποδόριο (παιδοφιλικό;) σεξισμό και είναι προσβλητική για την εκκολαπτόμενη Ελληνίδα γυναίκα. Δεν γνωρίζουμε εάν εντάσσεται στην ευρύτερη πολιτική λογική της ταύτισης της χώρας με τις ΗΠΑ. Εκείνο που ξέρουμε είναι ότι ο πυρρίχιος είναι ελληνικός μαχητικός και επαρκέστατα γυμναστικός χορός και ως εκ τούτου να είναι μια εθνική επιλογή.
Δεν συνιστά ελληνικότητα η αποβολή της κοινωνιολογίας και ο περιορισμός της καλλιτεχνικής παιδείας και αγωγής από την εγκύκλια γνώση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Αντιθέτως, πρόκειται για σκοταδιστική πολιτική που αποβλέπει στον ευνουχισμό της κριτικής σκέψης, του ωραίου και του νοήματος από την ελληνική παιδεία.
Δεν συνιστούν ελληνικότητα οι αλλεπάλληλες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που καλλιέργησαν τη σύγχυση, την αμηχανία, την διόγκωση της παραπαιδείας και την εκτροπή της ελληνική παιδείας προς τη μοιρολατρία και τον εφησυχασμό, στερώντας τον κύριο στόχο της που είναι η συγκρότηση του ελεύθερου πολίτη. Όπως άλλωστε δεν συνιστούν ελληνικότητα τα αμήχανα, αποσπασματικά και αποκρυφιστικά προγράμματα της ιστορίας.
Δεν συνιστά ελληνικότητα η προχειρότητα και ο αισθητικός βιασμός του Παρθενώνα, ούτε η μεταφορά των μοναδικών αρχαίων ευρημάτων στην καρδιά της Θεσσαλονίκης.
Δεν συνιστά ελληνικότητα ο δανεισμός αρχαίων για 25-50 χρόνια. Άλλωστε είναι τόσα πολλά τα κλεμμένα… Οι 12-14 μήνες είναι υπεραρκετοί στο πλαίσιο μιας πολιτισμικής διπλωματίας, η οποία θα έπρεπε να επικεντρώνεται κυρίως στην καλλιτεχνική παραγωγή των 200 τελευταίων ετών.
Δεν συνιστά ελληνικότητα ο συστηματικός στρουθοκαμηλισμός των κυβερνήσεων και των κομμάτων απέναντι στο μείζον πρόβλημα του δημογραφικού ζητήματος. Οι δήθεν πολιτικές που κατά καιρούς εφαρμόζονται είναι ανεπαρκείς και εφήμερες.
Δεν συνιστά ελληνικότητα ο αφοπλισμός των Ενόπλων Δυνάμεων και η καλλιέργεια ηττοπάθειας (ντεφετισμού) από τα κόμματα που κυβέρνησαν και κυβερνούν.
Δεν συνιστά ελληνικότητα η αδράνεια και η μη διεκδίκηση των πολεμικών επανορθώσεων του Α΄και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του κατοχικού δανείου.
Δεν συνιστά ελληνικότητα η συστηματική εκποίηση των εθνικών παραγωγικών πόρων και του ελληνικού παραγωγικού δυναμικού σε ξένα συμφέροντα.
Δεν συνιστά ελληνικότητα η αποφυγή του κάθετου διαχωρισμού κράτους και εκκλησίας στην πρόσφατη συνταγματική αναθεώρηση.
Δεν συνιστά ελληνικότητα η άκριτη λατρεία και η υποταχτική μίμηση της Δύσης, ούτε η αποστροφή και η ντροπή προς την Ανατολή.
Δεν συνιστά ελληνικότητα ο καθ’ έξιν μαζοχισμός και επαρχιωτισμός της ελληνικής διανόησης που συνηθίζει να κρύβεται πίσω από το δάκτυλο της ψωροκώσταινας ή τον κορμό της φαιδράς πορτοκαλέας, ρίχνοντας ανάθεμα στη μιζέρια και την αμορφωσιά του ελληνικού λαού.
Το χάος και η ελληνοποιητική δεινότητα του τόπου
Για να κατανοήσουμε κάπως καλύτερα το φαινόμενο “Έλληνας” είναι σκόπιμο να δούμε μια από τις πλέον ενδιαφέρουσες εκδοχές για τον χαοτικό του χαρακτήρα, τις οποίες μπορεί να βρει κανείς στο βιβλίο του καθηγητή της Πυρηνικής Χημείας Παύλου Ν. Δημοτάκη “Το Χάος και η φυλή των Ελλήνων”, όπου συσχετίζεται ο χαρακτήρας του Έλληνα με το εξωτερικό του περιβάλλον. Το χάος, στη σύγχρονη θεωρία, είναι η αταξία και η αυξημένη εντροπία, που χαρακτηρίζεται από μη προβλεψιμότητα και από την ευαίσθητη εξάρτηση της κατάστασης από τις αρχικές συνθήκες.
Ο Δημοτάκης μεταξύ πολλών άλλων διαπιστώνει δύο κρίσιμα χαοτικά χαρακτηριστικά του ελληνικού περιβάλλοντος. Το πρώτο αναφέρεται στην fractal γεωμετρία του τόπου, επισημαίνει δε το εξής καταπληκτικό. Ότι η Ελλάδα είναι μεγάλη χώρα σαν τη Γαλλία, γιατί το ανάγλυφό της αν απλωθεί (δηλαδή, αν μετρηθεί σαν επιφάνεια) δίνει αντίστοιχο εμβαδόν!
Μία άλλη οπτική της γεωμετρίας του χάους, δηλαδή των ενδιαμέσων κλασματικών διαστάσεων, είναι οι ακτές της χώρας, που το πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης τις έβγαλε μαζί με τα νησιά στα 80.000 χιλιόμετρα, δηλαδή διπλάσιο μήκος από τον ισημερινό της γης που είναι 40.000… Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι «η ελληνική σκέψη μορφοποιεί το άγνωστο, από το οποίο προέρχεται το παν, σε μια σκοτεινή απροσδιόριστη εικόνα, το Χάος».
»Είναι η πρωταρχική έννοια της αταξίας από την οποία θα γεννηθεί η τάξη, ο Κόσμος. Κι αυτό εξελίσσεται με τον μύθο αρχικά, και κατόπιν με τη φιλοσοφία και την επιστημονική σκέψη». Το χάος λοιπόν είναι το φυσικό περιβάλλον του Έλληνα. Ο τόπος ελληνοποιεί μέσα από τη μορφή και το φως του. Γι΄αυτό μάλλον μπορούμε να προσέλθουμε στην παγκοσμιοποίηση με τους λιγότερους φόβους από τα περισσότερα έθνη, ακόμη και τα ισχυρά ευρωπαϊκά (Γερμανοί, Γάλλοι, Ρώσοι κ.α.).
Η αρχέγονη ελληνοποιητική μας δεινότητα παραμένει ισχυρή. Ελληνοποιήσαμε τον εβραϊκής σύλληψης χριστιανισμό φτιάχνοντας την Ορθοδοξία, την πιο ανθρωποκεντρική εκδοχή του Χριστιανισμού. Ελληνοποιήσαμε την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και λίγο έλειψε να το κάνουμε και με την οθωμανική… Η ελληνοποιητική δεινότητα εκφράζεται με την προσαρμογή στο καινούργιο και στην οικειοποίησή του. Η οικειοποίηση αυτή είναι δημιουργική και ελληνική.