Οι στάχτες από την καύση του νεκρού Ηφαιστίωνα. – Ο Τύμβος προς τιμήν του που δεν κατασκευάστηκε ποτέ. – Το λιοντάρι ως βασιλικό σύμβολο αλλά και απόδειξη στενής σχέσης με τον Μέγα Αλέξανδρο. – Η γη της Μακεδονίας – Ο Τύμβος Καστά …
και ο Λέοντας που βρισκόταν στην κορυφή του. Όλα τα προηγούμενα είναι κομμάτια ενός αρχαιολογικού παζλ, το οποίο θα μπορούσε να συναρμολογηθεί από την αρχή με βάση ένα κείμενο της κας Όλγας Παλαγγιά από το 1999.
Οι ελπίδες των αρχαιολόγων σε ό,τι αφορά στα ανθρώπινα υπολείμματα εντός του Τύμβου Καστά στρέφονται στην ανεύρεση κάποιου είδους ιχνών αποτέφρωσης. Διότι θα ήταν εξαιρετικά απίθανο σε έναν Μακεδονικό τάφο οι νεκροί να μην έχουν παραδοθεί στην πυρά, εφόσον αυτή ήταν η πάγια πρακτική της εποχής.
Έτσι, ακόμη και εάν ο τάφος της Αμφίπολης έχει συληθεί, υπάρχει μια μεγάλη πιθανότητα η τέφρα και ό,τι άλλο θα μπορούσε να έχει απομείνει ύστερα από την τελετουργική καύση, να βρεθεί στον τρίτο ή, ενδεχομένως, τον τέταρτο θάλαμο του μνημείου. Και, εξυπακούεται, ότι η «αξία» ενός τέτοιου ευρήματος θα ήταν ίση, αν όχι πολλαπλάσια των όποιων κινητών αντικειμένων.
Παραδόξως (σε σχέση με τον θόρυβο που έχει δημιουργηθεί τελευταία γύρω από το όνομά της και όχι ως προς το επιστημονικό της κύρος) η αρχαιολόγος κα Όλγα Παλαγγιά συμβάλλει εμμέσως στη σύνθεση ενός «σεναρίου» που θα συνέδεε τον Ηφαιστίωνα -δηλαδή την τέφρα του- με την Αμφίπολη.
Το άρθρο της κας Παλαγγιά με τίτλο «Η Πυρά του Ηφαιστίωνος και το βασιλικό κυνήγι του Αλεξάνδρου» θα μπορούσε να παρέχει επιπλέον επιχειρήματα υπέρ της θεωρίας ότι ο Τύμβος Καστά είναι αφιερωμένος στην αιώνια μνήμη του στρατηγού και επιστήθιου φίλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το εν λόγω κείμενο γράφτηκε από την κα Παλαγγιά το 1999 και συμπεριελήφθη στον τόμο «Μέγας Αλέξανδρος, στην πραγματικότητα και τη φαντασία», ο οποίος κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, φυσικά στα αγγλικά.
Πολύ επιγραμματικά, στο άρθρο της η κα Παλαγγιά προσπαθεί να συνδέσει συμβολικά τις απεικονίσεις σκηνών κυνηγιού λεόντων με τις βλέψεις, τους ανταγωνισμούς κ.λπ των Εταίρων του Μεγάλου Αλεξάνδρου για τη διαδοχή στο θρόνο της αυτοκρατορίας. Καθώς όμως η Ελληνίδα αρχαιολόγος χρησιμοποιεί ως βασικό παράδειγμα τον Ηφαιστίωνα, την πολυθρύλητη πυρά του αλλά και τον μεγαλοπρεπή τύμβο που ο Μέγας Αλέξανδρος είχε παραγγείλει για χάρη του, αναπόφευκτα η Αμφίπολη παρεισφρέει στη διερεύνηση του ζητήματος -αν μη τι άλλο διότι ο τύμβος του Ηφαιστίωνα, εξ όσων γνωρίζουμε, δεν κατασκευάστηκε ποτέ. Εάν όμως, παρόλ’ αυτά, έχει ανεγερθεί, ο Τύμβος Καστά θα του άρμοζε απολύτως. Και ας μην ξεχνάμε ότι στην κορυφή του λόφου δέσποζε ο επιβλητικός Λέων της Αμφιπόλεως.
Συγκεκριμένα, από όσα γράφει η κα Παλαγγιά στο επιστημονικό της άρθρο, σταχυολογούμε τα εξής αποσπάσματα: «Ύστερα από τον θάνατο του Αλεξάνδρου, μια σειρά από μνημεία που τον απεικόνιζαν να κυνηγά ένα λιοντάρι συνοδευόμενος από έναν ή περισσότερους Εταίρους άρχισαν να εμφανίζονται στον κυρίως γεωγραφικό κορμό της ελληνικής επικράτειας».
»Το μοτίβο του κυνηγιού λεόντων χρησιμοποιήθηκε από τον Αλέξανδρο για να τιμήσει κάποιον οιονεί διάδοχό του. Ο Ηφαιστίων πέθανε στα Εκβάτανα το φθινόπωρο του 324 π.Χ. και την αποκομιδή του σώματός του ανέλαβε ο Περδίκκας και ο στρατός της Βαβυλώνας, προκειμένου να το θάψουν κατά τους επόμενους μήνες. Ενας ελληνικός λέων που βρέθηκε σε ανασκαφή στα Εκβάτανα (σημερινό Χαμαντάν του Ιράν) πιθανότατα αποτελεί ανάθημα για τον νεκρό Ηφαιστίωνα».
» Ο Αλέξανδρος πέθανε μόλις οκτώ μήνες μετά από τον φίλο του και λίγο μετά από την μεγαλοπρεπή, δημοσία δαπάνη, κηδεία του. Η αληθινή πυρά όπου κάηκε το σώμα του δεν θα πρέπει να συγχέεται με τον τύμβο που επρόκειτο να αφιερωθεί στον Ηφαιστίωνα. Παραπλανητικά ο Διόδωρος αποκαλεί ως ‘πυρά’ αυτό το έργο, το οποίο βρέθηκε ανάμεσα στα τελευταία σχέδια του Αλέξανδρου και απορρίφθηκε από τον Περδίκκα και το στρατό».
» Ο Αλέξανδρος είχε διατάξει να κατεδαφιστεί ένα τμήμα από τα τείχη της Βαβυλώνας, έτσι ώστε οι λιθόπλινθοι να χρησιμοποιηθούν για την ανέγερση μιας τεράστιας εξέδρας επί της οποίας θα τοποθετείτο η πυρά. Η ίδια η πυρά του Ηφαιστίωνα ήταν μια κοίλη κατασκευή, η οποία συντέθηκε αποκλειστικά με κορμούς φοινικόδεντρων που αφθονούσαν στη Βαβυλώνα. Το εξωτερικό της ήταν διακοσμημένο με πέντε ζωφόρους».
»Η τρίτη ζωφόρος παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για τις δικές μας έρευνες: Είναι διακοσμημένη με μια σκηνή κυνηγιού, με μια μεγάλη ποικιλία άγριων θηρίων. Αυτό το επίπεδο υπογράμμιζε την στενή σχέση του Ηφαιστίωνα με τον βασιλιά, μέσω της συμμετοχής του στο βασιλικό κυνήγι».
» Μακεδονικά και βαρβαρικά όπλα, χωρίς αμφιβολία αληθινά, σωρεύονταν στην κορυφή της πυράς και προορίζονταν να καούν μαζί με τον νεκρό. Σύμφωνα με τον Αιλιανό, χρυσά και αργυρά αντικείμενα ρίπτονταν στην πυρά και ο Διόδωρος αναφέρει αγαλματίδια του Ηφαιστίωνα φτιαγμένα από χρυσό ή ελεφαντοστούν κατά παραγγελία των Εταίρων, προκειμένου να ευχαριστήσουν τον Αλέξανδρο».
» Συμπερασματικά, η πυρά του Ηφαιστίωνος συνεπαγόταν την αποθέωση του ιδιοκτήτη της. Ο μόνιμος τάφος του, από την άλλη πλευρά, θα παρέπεμπε σε έναν οικιστή ήρωα, κατ’ αναλογία με το Μαυσωλείο (του Μαυσώλου, ως δεύτερου ιδρυτή της Αλικαρνασσού), το οποίο ο Αλέξανδρος, κατά πάσα βεβαιότητα, θα είχε επισκεφτεί. Ο Αλέξανδρος παράγγειλε στον Κλεομένη να ανεγείρει δύο ηρώα προς τιμήν του Ηφαιστίωνος στην Αλεξάνδρεια -σε μια πόλη όπου το όνομα ‘Ηφαιστίων’ αναφερόταν υποχρεωτικά στα εμπορικά συμβόλαια που συνάπτονταν. Η εικονογραφία της πυράς υποδηλώνει ότι ο Αλέξανδρος αναγνώριζε το μερίδιο του Ηφαιστίωνα στην προσωπική του δύναμη και δόξα, όχι μόνο στο χθόνιο αλλά ακόμη και στο επουράνιο επίπεδο».