Γράφει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Έγραψα τις προάλλες ένα τολμηρό άρθρο, υποστηρίζοντας πως «το time out του Σόιμπλε είναι η αναγκαία επιλογή της συγκυρίας» για να δω αν η κατασκευή της πραγματικότητας που αφορά στην ελληνική κρίση μπορεί να γίνει κατανοητή ως προϊόν ιστορικά καθορισμένων διαδράσεων μεταξύ των αριστερών και δεξιών ευρωπαϊστών από την μια πλευρά και αριστερών και δεξιών ευρωσκεπτικιστών από την άλλη. Για να δω, δηλαδή, αν η οντολογική οπτική του κοινωνικού κονστρουξιονισμού, έτσι όπως θαυμάσια την διαπιστώνει ο Kenneth J. Gergen – ως την αντίληψη της πραγματικότητας η οποία θεωρείται «προϊόν ιστορικά καθορισμένων διαδράσεων μεταξύ των ανθρώπων» και που βασίζεται σε μια διαδικασία ιστορικής και πολιτισμικής συγκρότησης πρακτικών λόγου και κατηγοριών που χρησιμοποιούμε για να κατανοήσουμε και να περιγράψουμε τον κόσμο, ή μια κατάσταση – έχει «κοινό» στην σημερινή Ελλάδα που φαίνεται να διχοτομείται από δύο τελεολογικού/πολεμικού χαρακτήρα στρατεύσεις, «πάση θυσία στο ευρώ» και «πάση θυσία στη δραχμή».
Θετική αντίδραση στο «προβοκατόρικο» αυτό άρθρο μου είχα άμεσα μόνον από τον Θεόδωρο Κατσανέβα (και έμμεσα από τον Γιάνη Βαρουφάκη), ο οποίος επιχειρηματολόγησε ουσιοκρατικώς – και όχι αντι-ουσιοκρατικώς όπως συνηθίζω εγώ – επί του «γιατί είναι καλύτερη αυτή η πρόταση του «κακού» Σόιμπλε [σε σχέση με την άλλη πρότασή-του με την μορφή του απολύτως αντικοινωνικού και αντιβιοοικονομικού τρίτου μνημονίου, την οποία επιχειρεί να εφαρμόσει η κυβέρνηση-Τσίπρα με την υποστήριξη της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού] για προσωρινό Grexit, γιατί την έκανε και γιατί απορρίφτηκε». «Ποιος εχέφρων και λογικός άνθρωπος μπορεί να απορρίψει την πρόταση για φιλικό προσωρινό Grexit με παραμονή και βοήθεια από την ΕΕ που ανοίγει το δρόμο για ορθοπόδηση της χώρας και να αποδεχτεί τις καταστροφικές υφεσιακές ρυθμίσεις της απέραντης φτωχοποίησης και υποτέλειας που προβλέπει το τρίτο μνημόνιο; Γιατί άραγε τόση απέραντη, ατεκμηρίωτη, μαζοχιστική ευρωλαγνεία; Μήπως γιατί αυτό υπέδειξαν οι ΗΠΑ ;» Ρωτά ευλόγως ο Θ. Κατσανέβας, προσθέτοντας: «Όμως, ο Πρωθυπουργός αντί να αρπαχτεί απ’ αυτή την πρόταση και να διαπραγματευτεί για τη βελτίωσή της, προτίμησε ένα τρίτο μνημόνιο-ταφόπλακα για τη χώρα, τρισχειρότερο από τα προηγούμενα. Ένα μνημόνιο που επιφέρει καταστροφικές ρυθμίσεις για την ελληνική οικονομία και ξεπουλά τα «ασημικά» της χώρας. Το ερώτημα είναι γιατί ; Γιατί αυτή η επιμονή στον ψυχωτικό ευρωμαζοχισμό της καταστροφής;»
Δυστυχώς, άλλοι από το «στρατόπεδο της δραχμής» προτίμησαν να βάλλουν εναντίον μου, ειρωνευόμενοι, μάλιστα, την οπτική του κοινωνικού κονστρουξιονισμού που σε κρίσιμο βαθμό χαρακτηρίζει την προσέγγισή μου στην ελληνική κρίση της ευρωζώνης, ενώ εκείνοι από το «στρατόπεδο του ευρώ», πάντα πιο «πονηροί» από τους πρώτους, φρόντισαν να συνδέσουν το «Σχέδιο Β περί time out» του Σόϊμπλε με το σήριαλ της διαπλοκής περί «συνωμοτών της δραχμής»!
Και όμως, αν οι πρώτοι και οι δεύτεροι καταλάβαιναν τί κάνουν καθημερινά και ήταν λιγότερο ενθουσιώδεις στη σπέκουλα και στην απαξίωση εναντίον προσωπικοτήτων που φροντίζουν να ορίζουν στο πλαίσιο μιας ακραίας προκατάληψης και ενός ύφους που χαρακτήριζε επί χρόνια φασίζοντες ή σταλινικούς, εκμεταλλευόμενοι ιδιαίτερα την δραματικά απλοϊκή, αυταρχική, αυθάδη, πατερναλιστική και σαχλαμαρίστικα προβοκατόρικη έως ρατσισμού συμπεριφορά του Σόϊμπλε εναντίον των ελληνικών κυβερνήσεων και της εμφανιζόμενης ως «πολιτικοοικονομικής κουλτούρας» των ελλήνων, ίσως να τρόμαζαν με τον εαυτό τους. Ίσως τότε αντί να ειρωνεύονται την οντολογική οπτική του κοινωνικού κονστρουξιονισμού, να συνειδητοποιούσαν πως το Grexit και όχι τα μνημόνια κατασκευάζει την πραγματικότητα στην Ελλάδα! Και πως κάπως έτσι είναι και οι ίδιοι συνυπεύθυνοι για την παγίδευση της χώρας στα μνημόνια και τις εφιαλτικές για την ελληνική δημοκρατία και την ευρωπαϊκή νομιμότητα δανειακές συμβάσεις, μέχρις ότου το Grexit αποκτήσει και πλήρη θεσμικά χαρακτηριστικά που θα ορίζουν τον καταστατικό χαρακτήρα του πραγματικού στην Ελλάδα. Μέχρι σήμερα το Grexit είναι βήμα-βήμα διαδικασία – με τα capital controls μάλιστα, όπως και με άλλες χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα ρυθμίσεις που αφορούν στις τράπεζες και στις συναλλαγές στην ελληνική αγορά – η οποία προετοιμάζει/νομιμοποιεί το έδαφος για «διπλό νομισματικό» και θα ήταν αφάνταστα πιο πραγματιστικό και έντιμο να το δούμε και να το αντιμετωπίσουμε σήμερα στο επίπεδο της διαπραγμάτευσης, παρά να το υποστούμε ως μη έχοντες άλλη επιλογή αύριο.
Η μνημονιακή στρατηγική είναι αυτή που δρομολογεί το Grexit ως βήμα-βήμα διαδικασία, ενώ παράλληλα οι ευρωσκεπτικιστές (με τους περισσότερους εξ αυτών να εμφορούνται από αντιδυτικό και «αντιδιαφωτιστικό» μένος) το υποστηρίζουν ως απελευθερωτική και προοδευτική κατάσταση. Με δύο κουβέντες, ο λόγος (με την έννοια της discourse) του «πάση θυσία στο ευρώ», όπως και του «πάση θυσία στη δραχμή» και οι πρακτικές του (: discursive practices), που είναι κοινωνικές πρακτικές οι οποίες νομιμοποιούν πολιτικές επιλογές, είναι μια «μηχανή» που συγκροτεί την ελληνική κοινωνία ως γνώμη και υλική υπόσταση στη σημερινή συγκυρία. Ο κοινωνικός κόσμος δηλαδή στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή δομείται στο πλαίσιο ενός σεκιουριτιστικού διπόλου: από την μια μεριά δεσπόζει ο (αόριστος) φόβος για Grexit, ενώ από την άλλη η (ασαφής) επιδίωξη για Grexit! Έτσι η πρόσβαση του έλληνα στην πραγματικότητα γίνεται μέσω μιας γλώσσας που ως κεντρικό στοιχείο (με την έννοια του Master Point) έχει το Grexit και όχι τα μνημόνια και ιδιαίτερα το τρίτο μνημόνιο.
Αρχίζετε τώρα εσείς που ειρωνεύεστε, μάλλον από έλλειψη γνώσης και όχι από κακοήθεια, τον κοινωνικό κονστρουξιονισμό (μου) στην πολιτική ανάλυση, να αντιλαμβάνεστε πώς την έχετε πατήσει; Μετατρέποντας το Grexit (αρνητικά ή θετικά), αντί της μνημονιακής στρατηγικής, σε κεντρικό στοιχείο της πολιτικής σας παρέμβασης, ουσιαστικά ορίζετε το νόημα στην ελληνική κοινωνία έξω από τον ταξικού χαρακτήρα κοινωνικό ανταγωνισμό, ή προσδίδετε στο Grexit αυθαιρέτως ταξικά χαρακτηριστικά, αδιαφορώντας για την πραγματικότητα της διάθρωσης των παραγωγικών σχέσεων στην χώρα μας και την διαδικασία σχηματισμού νοήματος στην ελληνική (καταναλωτική) κοινωνία. Ο φόβος για Grexit, όπως και η προπαγάνδα υπέρ του Grexit, οδηγούν παραδόξως στην ίδια ερμηνεία της κοινωνικής πραγματικότητας στην Ελλάδα, δηλαδή οργανώνουν την σκέψη, την στάση και ίσως την συμπεριφορά του πολίτη στο πλαίσιο της ίδιας μορφής ηγεμονισμού. Στο πλαίσιο αυτό είναι αδιανόητο κάποιο εναλλακτικό σχέδιο της συγκεκριμένης μεθοδολογίας των μνημονίων της τρόικας! Πόσο μάλλον αν αυτό προέρχεται από τον αιμοβόρο-δαίμονα Σόϊμπλε!
Είναι δυνατόν αυτό (το «time out») που συμφέρει τον συντηρητικό Σόϊμπλε να συμφέρει και την προοδευτική κοινωνία στην Ελλάδα; Είναι αδύνατον, σου λένε οι «πάση θυσία στο ευρώ», όπως και οι «πάση θυσία στη δραχμή», καθώς και οι δύο εμφανίζονται να δομούν άποψη για την πραγματικότητα σε συσχέτιση με τον Σόιμπλε. Ο Σόιμπλε όμως ξέρει κάτι παραπάνω από αυτούς και «παίζει» μαζί τους. Τι κάνει μέσω τριών σχεδίων που εμφανίζει ως εναλλακτικές για την επίλυση της ελληνικής κρίσης (συντεταγμένη πτώχευση/μνημόνια, timeout, άτακτη χρεοκοπία); Δομεί τον εαυτό του ως το «σύμπαν» της πραγματικότητας, γνωρίζοντας πως έτσι θα εγκλωβίσει τις πιθανές ελληνικές πολιτικές στην αδράνεια και θα καταστήσει την κριτική προς την μνημονιακή στρατηγική κενή πολιτικού περιεχομένου. Ο, τι και να υποστηρίξεις σήμερα, από όποια πλευρά, μία εναλλακτική του Σόιμπλε θα εμφανιστείς ότι εκφράζεις και έτσι ο ένας θα κατηγορεί τον άλλον στην Ελλάδα για υποστηρικτή των συμφερόντων της συντηρητικής και νεοσυντηρητικής κεντροευρωπαϊκής ελίτ, τα οποία ποτέ δεν έκρυψε ότι υπερασπίζεται ο Σόιμπλε. Και αυτό επειδή ο Σόιμπλε πέτυχε να εμφανίζεται πλέον ως η πραγματικότητα σε όλες τις εκδοχές της. Αν αναζητείς την αλήθεια για την επίλυση της ελληνικής κρίσης, δεν έχεις παρά να επιλέξεις μία από τις «αλήθειες» που εμπεριέχονται στην τρισυπόστατη πραγματικότητα που αυτός ορίζει με κεντρικό σημείο αναφοράς το Grexit.
Εγώ, σε αντίθεση με τον κ. Κατσανέβα, δεν θεωρώ ότι η πρότασή του περί «time out» είναι η πλέον συμφέρουσα για τα συμφέροντα που εξυπηρετεί. Θα μπορούσε να είναι ή να μην είναι με πολιτικοοικονομικούς όρους, ανάλογα με την μορφή που θα έπαιρνε αυτή η εκδοχή για την ορθολογική αντιμετώπιση του ελληνικού ζητήματος. Θεωρώ, όπως σημείωσα, ότι είναι αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη για να αναπτυχθεί εκ νέου χώρος για πολιτική και όχι σεκιουριτιστική αντιμετώπιση του θέματος.
Κατά την άποψή μου το «time out» ενισχύει την διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας και τίποτα περισσότερο – αλλά αυτό το θεωρώ αναγκαίο ετούτη την ώρα – προκαλώντας ταυτόχρονα ένα μείζον ζήτημα στην ευρωζώνη με την έννοια που το θέτει θορυβημένος ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Μ.Σαπέν: «Εάν επιτρέψεις μια προσωρινή αποχώρηση, αυτό σημαίνει πως κάθε χώρα που θα αντιμετωπίζει δυσκολίες θα θέλει να γλυτώνει από αυτές μέσω μιας αναπροσαρμογής του νομίσματός της». Μόνον που αυτό δεν θα συμβεί αυτόματα στην περίπτωση του «time out», αλλά στην πραγματικότητα θα αποκλειστεί η εξωτερική υποτίμηση για μια πενταετία, δίνοντας χρόνο ανάρρωσης και ρευστότητας στην αγορά και παραγωγικής αναδιάρθρωσης, όπως και μια ευκαιρία μεγέθυνσης της ανταγωνιστικότητας χωρίς περαιτέρω εσωτερική υποτίμηση (: όπως συμβαίνει σήμερα με τα μνημόνια της τρόικας) ή πρόσθεσης μεγάλης εξωτερικής υποτίμησης (: στην περίπτωση ασύντακτης χρεοκοπίας και επιστροφής στη νέα δραχμή).
Τι άλλο λέει ο Μισέλ Σαπέν επιχειρηματολογώντας εναντίον του «time out»; «Νομίζω ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σφάλλει, ακόμα και ότι έρχεται σε αντίφαση με την ίδια του τη βούληση που είναι βαθιά ευρωπαϊκή». Και έχει δίκιο! Πράγματι το ««time out» αποτελεί ως πρόταση διεξόδου από το αδιέξοδο των μνημονίων αυτής της συγκεκριμένης μεθοδολογίας της τρόικας που υπηρετεί καί η σημερινή ελληνική κυβέρνηση με «αριστερό μάλιστα πρόσημο», μια αντίφαση, όχι όμως ως προς τον ευρωπαϊσμό, αλλά προς τον αυταρχικό νεοφιλελευθερισμό των Θεσμών, που εξυπηρετεί συγκυριακά τα πολιτικοοικονομικά συμφέροντα που κρατούν ζωντανό τον άξονα Βερολίνου-Παρισιού.
Άρα το «time out» θα αποτελούσε μία πρόκληση που θα έθετε σε αμφισβήτηση την ίδια την εσωτερική συνοχή της πραγματικότητας που εμφανίζει με φαινομενικά ολοκληρωμένο τρόπο την τελευταία περίοδο ο κ. Σόιμπλε, βγάζοντας πλέον το Grexit από την κεντρική θέση του λόγου που αφορά στην ελληνική κρίση. Έγραψα ότι πιστεύω πως δεν υπάρχει καλύτερη επιλογή από αυτό (το «time out»), επειδή μόνον μέσω αυτού θα μπορούσε να μεταβληθεί η γενική discourse που αφορά στην εξέλιξη της κρίσης, καταλύοντας τελικά μία αφηρημένη σύγκρουση μεταξύ ευρωπαϊστών και ευρωσκεπτικιστών, οι οποίοι εμφανίζονται οχυρωμένοι με ένα απολύτως απολιτικό τρόπο σε δύο στρατόπεδα. Εκείνο του ευρώ απέναντι σε εκείνο της δραχμής. Με το «time out» η πραγματικότητα στην Ελλάδα θα αποκτούσε ξανά και αναγκαστικά τα χαρακτηριστικά εκείνα του κοινωνικού ανταγωνισμού που εξαφανίζονται μέσα στο ένα ή στο άλλο στρατόπεδο.
Και συμφέρει αυτό τον Σόιμπλε; Ναι, με την έννοια πως αυτός παίζει ένα παιχνίδι με πολλούς αποδέκτες. Με το ««time out» φέρνει σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση των ΗΠΑ και την κυβέρνηση της Γαλλίας, εμφανίζοντας την γερμανική κυβέρνηση ως τον μοναδικό παράγοντα της Ευρώπης που διαθέτει την ισχύ να αποδεχθεί οποιαδήποτε εκδοχή της πραγματικότητας ορίζεται από την κρίση του ελληνικού ζητήματος της ευρωζώνης. Ό, τι και να συμβεί από εδώ και πέρα στην Ελλάδα θα αποτελεί επιλογή που δεν μπορεί να στραφεί εναντίον του Σόιμπλε, καθώς θα είναι μέρος της πραγματικότητας Σόιμπλε και με την έννοια αυτή θα είναι εκείνος και όχι άλλοι πολιτικοί του αντίπαλοι στο εσωτερικό της Γερμανίας, αλλά και διεθνώς, που θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Απλώς το «time out» υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην Ελλάδα και στην ΕΕ, μεταβάλει το στρατηγικό πλαίσιο ανάπτυξης αυτών των πρωτοβουλιών, δημιουργώντας ένα νέο πολιτικό χώρο για να κινηθεί η ελληνική πλευρά, δίνοντας λίγο αέρα έξω από το ασφυκτικό πλαίσιο ρευστότητας του αναπνευστήρα της τρόικας.
Με το «time out» ο αυταρχικός νεοφιλελευθερισμός παύει να είναι μονόδρομος και η διαπραγμάτευση αποκτά ξανά διαδραστικά χαρακτηριστικά. Έτσι η Ελλάδα ξαναμπαίνει στο ευρωπαϊκό και διεθνές παιχνίδι με την αλληλεπιδραστικότητα (interactivity) να κερδίζει έδαφος (: τον κοινωνικό κονστρουξιονισμό δηλαδή να ορίζει την σχέση της Ελλάδας με τους εταίρους της) και με το Grexit να παύει για τουλάχιστον μια πενταετία να αποτελεί το κεντρικό στοιχείο ενός ή περισσοτέρων πολιτικών αφηγημάτων που υπονομεύουν θανάσιμα την ελληνική εθνική οικονομία, κοινωνία και αγορά.