Γράφει ο Ceteris Paribus
Μόνο τυχαίος δεν (μπορεί να) είναι ο ξαφνικός «πόλεμος» που ξέσπασε μεταξύ κυβέρνησης και διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ) κ. Γιάννη Στουρνάρα. Στην πραγματικότητας βέβαια, αυτός ο πόλεμος είναι… διαρκής, με τις «εχθροπραξίες» να γνωρίζουν απλώς περιόδους υφέσεων και εξάρσεων. Ωστόσο, η νέα έξαρση των «εχθροπραξιών» εν μέσω βαθέως θέρους δεν μπορεί παρά να έχει σημαντικές αιτίες.
Σύμφωνα με την κυρίαρχη «αφήγηση», ο κ. Στουρνάρας θέλει να ηγηθεί της κεντροαριστεράς ενώνοντας υπό την ηγεσία του τα σπαράγματα του χώρου, αποκόβοντας έτσι την επιρροή του κ. Τσίπρα στο χώρο και υπονομεύοντας το σχέδιό του για τη μεγάλη κεντροαριστερά με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και ηγέτη τον ίδιο. Όποιος, όμως, γνωρίζει έστω και ελάχιστα τον κ. Στουρνάρα, γνωρίζει επίσης πως ύστερα από τους θώκους του υπουργείου Οικονομικών και της ΤτΕ, ο κ. Στουρνάρας φιλοδοξεί για κάτι πολύ περισσότερο από την ασημαντότητα να ηγηθεί σε έναν σπαρασσόμενο χώρο χωρίς πολιτική δυναμική. Είναι της κατηγορίας των στελεχών με τεχνοκρατική καταγωγή και παιδεία που ενδιαφέρονται μόνο για κορυφαίου ρόλους.
Σύμφωνα με μια άλλη «αφήγηση», ο Γιάννης Στουρνάρας θέλει να γίνει πρωθυπουργός και επομένως αυτονόητα τάσσεται με όσους θέλουν να επισπεύσουν την πτώση του κ. Τσίπρα. Με τον κανόνα της επιθυμίας, σίγουρα αυτό ισχύει! Αλλά η επιθυμία δεν αρκεί: ο μόνος τρόπος για να γίνει πρωθυπουργός ο κ. Στουρνάρας, είναι να καταρρεύσει με πάταγο η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα, κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο σε συνθήκες εθνικής κρίσης. Σε μια τέτοια περίπτωση, ναι, ο Γιάννης Στουρνάρας θα ήταν πιθανότατα ο «καταλληλότερος» για πρωθυπουργός, έχοντας την «ευλογία» των δανειστών και της ΕΕ αλλά και του κυρίαρχου τμήματος της εγχώριας πολιτικο-επιχειρηματικής ελίτ, για την υλοποίηση ενός «αιματηρού» σχεδίου «ανόρθωσης»… Για να ισχύει όμως αυτό το σενάριο, θα πρέπει ο κ. Στουρνάρας να εκτιμά -ομού μετά των εγχώριων και ξένων στηριγμάτων του- ότι ήγγικεν η ώρα μιας τέτοιας μείζονος κρίσης. Αν λοιπόν ισχύει αυτό το σενάριο, η είδηση δεν είναι οι -δεδομένες- υψηλές φιλοδοξίες του κ. Στουρνάρα, αλλά η εκτίμηση του ίδιου του κ. Στουρνάρα αλλά και των υποστηρικτών του ότι η κατάρρευση της κυβέρνησης και μια μείζων εθνική κρίση είναι ante portas…
Σύμφωνα με ένα τρίτο σενάριο, η έξαρση των «εχθροπραξιών» μεταξύ κυβέρνησης και Γιάννη Σουρνάρα οφείλεται στη «μάχη» για τον έλεγχο των τραπεζών. Αν τα δύο προηγούμενα σενάρια είναι εξόχως πολιτικά, αυτό το τρίτο σενάριο έχει μια ισχυρή «επιχειρησιακή» βάση, από την οποία όμως -υπό όρους- μπορεί να προκύψουν μείζονες πολιτικές δυναμικές. Είναι λοιπόν ένα σενάριο-γέφυρα, κυρίως με το δεύτερο σενάριο, που πρέπει να εξεταστεί σοβαρά.
Το ζήτημα βέβαια δεν είναι απλώς το «γινάτι» ποιος θα ελέγχει ή θα έχει αυξημένη επιρροή στις διοικήσεις των τραπεζών. Κατ’ αρχάς, τις διοικήσεις των τραπεζών θα ελέγχουν στο εξής, μόλις η διαδικασία ορισμού νέων διοικήσεων ολοκληρωθεί τους επόμενους μήνες, τα ξένα funds και στελέχη συμφερόντων του μπλοκ των δανειστών – ούτε ο κ. Τσίπρας ούτε ο κ. Στουρνάρας ως θεσμικά πρόσωπα. Το ζήτημα λοιπόν πρέπει να τεθεί διαφορετικά: τι φέρνει η διαδικασία αλλαγής των διοικήσεων των συστημικών τραπεζών, ποια συμφέροντα επηρεάζει θετικά ή αρνητικά, ποια μπλοκ δυνάμεων σχηματίζονται με βάση αυτή τη διαδικασία και ποια είναι η θέση των κ. Τσίπρα και Στουρνάρα σε αυτή τη σύγκρουση.
Εδώ λοιπόν υπάρχει «πολύ ψωμί»! Δύο είναι τα κορυφαία ζητήματα, και τα παρουσιάζουμε με αντίστροφη σειρά σπουδαιότητας:
Πρώτο, ο έλεγχος της διοίκησης, αλλά και της ίδιας, της Attica Bank: Το “RP”
έχει αποκαλύψει σε ανύποπτο χρόνο με άρθρα του ότι η Attica Bank κρατιέται στη ζωή χάρη στην κυβερνητική στήριξη, ότι έχει επιλεγεί από την κυβέρνηση για να λειτουργήσει σαν τράπεζα υπό ουσιαστικό κυβερνητικό έλεγχο, ότι κεντρικά κυβερνητικά στελέχη (όπως ο κ. Δραγασάκης και ο κ. Σπίρτζης) συνδέονται με αυτό το σχέδιο κ.λπ.
Καθώς οι διοικήσεις των 4 συστημικών τραπεζών περνούν υπό τον έλεγχο ξένων funds και δανειστών, η εγχώρια πολιτικο-επιχειρηματική διαπλοκή χάνει ένα μηχανισμό αναπαραγωγής της αλλά και νομής και ανακατανομής της πολιτικο-επιχειρηματικής εξουσίας. Για την κυβέρνηση είναι λοιπόν ζωτικής σημασίας να διατηρήσει υπό τον έλεγχό της την Atticca Bank: δεν μπορεί να υποκαταστήσει και τις 4 συστημικές τράπεζες στον προγενέστερο ρόλο τους, μπορεί όμως να «βολεύει καταστάσεις» σε οριακές στιγμές…
Πέρα από αυτό όμως, ο κ. Στουρνάρας, εκ της θέσεώς του, διαθέτει τόσα στοιχεία για την Atticca Bank, ώστε μπορεί να «κάψει» πολλούς στην κυβέρνηση, ενδεχομένως και την κυβέρνηση ως σύνολο αν «αφήσει να ξεσπάσει» ένα μείζον σκάνδαλο γύρω από την Atticca Bank!
Δεύτερο -και το πλέον σημαντικό, αν όχι υπαρξιακής σημασίας για την κυβέρνηση αλλά και για μέγα τμήμα της επιχειρηματικής ελίτ-, η υπαγωγή του ελέγχου των 4 συστημικών τραπεζών στα ξένα funds και τους δανειστές, ενεργοποιεί τεκτονικές αλλαγές στο πολιτικο-επιχειρηματικό τοπίο. Ο μοχλός αυτών των αλλαγών είναι η διαχείριση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων. Για πρώτη φορά ένα σημαντικό τμήμα της επιχειρηματικής ελίτ όχι μόνο χάνει τις «ευκολίες» της τραπεζικής συνδρομής για να επιβιώνει ή και να βγάζει καλό «χαρτζιλίκι» μέσω των τραπεζικών θαλασσοδανείων, αλλά κινδυνεύει να «σφαγιαστεί»: να υποβαθμιστεί ή και να εξαφανιστεί από τον τραπεζικό χάρτη. Μια πρωτοφανών διαστάσεων αναδόμηση του επιχειρηματικού χάρτη της χώρας είναι ante portas, προκαλώντας γενική «νευρικότητα» και «εριστικότητα» στο σύστημα της πολιτικο-επιχειρηματικής διαπλοκής.
Η κυβέρνηση δεν έχει άλλη επιλογή παρά να συνταχτεί με τους «κινδυνεύοντες» από αυτή τη διαδικασία. Όμως η αντιπαράθεση διαπερνά οριζόντια ολόκληρο το πολιτικο-επιχειρηματικό σκηνικό. Τόσο η κυβέρνηση όσο και οι -απερχόμενοι- τραπεζίτες καταλογίζουν στον κ. Στουρνάρα ότι συντάσσεται με τον κ. Ντράγκι και τους δανειστές στη διαδικασία «αφελληνισμού» των ελληνικών τραπεζών. Ο πραγματικός «καημός» δεν είναι βέβαια ο «αφελληνισμός» αλλά η απώλεια των «ευκολιών» στις οποίες προαναφερθήκαμε. Όπως και να το κάνουμε το να χάνει η ελληνική αστική τάξη τον έλεγχο των τραπεζών της, είναι ένα γεγονός καθόλου απλό και οπωσδήποτε όχι άμοιρο σημαντικών -αν όχι «υπαρξιακών»- συνεπειών…
Ένα μεγάλο πολιτικο-επιχειρηματικό παίγνιο εξουσίας είναι σε πλήρη εξέλιξη. Και όσο τα πράγματα θα «ζορίζουν», με ορίζοντα τους αμέσως επόμενους μήνες, «κάθε κατεργάρης» θα παίρνει θέση σε μια σύγκρουση τεκτονικών διαστάσεων, πολιτική και επιχειρηματική – για την ακρίβεια, πολιτικο-επιχειρηματική. Πολλοί αμφιταλαντεύονται ακόμη ή έχουν την πολυτέλεια να τηρούν στάση «ουδετερότητας», όμως μπαίνοντας στη τελική ευθεία, τέτοιες «πολυτέλειες» δεν θα υπάρχουν…
Το σίγουρο είναι πάντως ότι οι κ. Τσίπρας και Στουρνάρας, για πάρα πολλούς λόγους, ακόμη και για λόγους «φυσικής επιλογής», τάσσονται επικεφαλής των αντίπαλων «στρατοπέδων». Είναι, λοιπόν, εντελώς φυσικό οι «εχθροπραξίες» να κλιμακώνονται.
Θα μπορούσε ένα τέτοιο παίγνιο εξουσίας να «συντονιστεί» με μια μείζονα υποτροπή της ελληνικής κρίσης; Σε έναν κόσμο που μια χώρα του G-7 αποχωρεί από την ΕΕ, που γίνεται απόπειρα πραξικοπήματος σε μια χώρα του G-20, που κινδυνεύει με τραπεζικό «ντόμινο» η Ευρωζώνη και με κατάρρευση η Deutsche Bank, μια μείζων υποτροπή της ελληνικής κρίσης μόνο σενάριο επιστημονικής φαντασίας δεν μπορεί να θεωρηθεί. Αλλά βέβαια, μια τέτοια εξέλιξη δεν μπορεί να θεωρηθεί και προδιαγεγραμμένη. Από μια τέτοια εξέλιξη πάντως εξαρτάται απόλυτα αν ο Γιάννης Στουρνάρας εκτός από «αρχηγός» της μιας «παράταξης» στο εν εξελίξει μεγάλο παίγνιο πολιτικο-επιχειρηματικής εξουσίας, θα κληθεί να παίξει και κάποιον μείζονα πολιτικό ρόλο. Αυτό είναι το «παγόβουνο» κάτω από την κορυφή των «εχθροπραξιών» που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη.
Το γεγονός πάντως ότι ο Γιάννης Στουρνάρας «μάχεται» με τέτοιους όρους την κυβέρνηση -και τούμπλαλιν- μπορεί να είναι απόδειξη είτε απώλειας αυτοκυριαρχίας λόγω μεγάλης αδημονίας είτε εκτιμήσεων ότι… «κάτι μεγάλο» έρχεται!