Από τον Γιώργο Χατζημάρκο
“We do well, when small businesses do well” Βarack Obama
“You don’t save the budget by raising taxes” Mitt Romney
Την προηγούμενη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε το πρώτο debate μεταξύ των δύο διεκδικητών της Προεδρίας των Η.Π.Α., μεταξύ του σημερινού Προέδρου και υποψηφίου των Δημοκρατικών Barack Obama και του πρώην κυβερνήτη της Μασαχουσέτης και υποψηφίου των Ρεπουμπλικάνων Mitt Romney.
Με τις δημοσκοπήσεις, μέχρι πριν το debate, να δίνουν ένα προβάδισμα περίπου 6 μονάδων στον Barack Obama, όλοι περίμεναν την πρώτη τηλεοπτική αναμέτρηση των δύο αντρών με αγωνία και τα προγνωστικά έδιναν πρώτη πιθανότητα την άνετη τηλεοπτική επικράτηση στον Obama.
Αποφάσισα να ξενυχτήσω προκειμένου να παρακολουθήσωτο πρώτο debate, θα ακολουθήσουν άλλα δύο, των δύο αντρών. Στις 04:00 τα ξημερώματα της Πέμπτης 4 Οκτωβρίου, έφτιαξα καφέ για να αντέξω και έβαλα στην οθόνη του υπολογιστή μου το δίκτυο CNN που το κάλυπτε ζωντανά.
Μέγα λάθος ! Κανένας σύγχρονος Έλληνας δεν μπορεί να αντέξει τέτοιο σφυροκόπημα ρεαλιστικών προτάσεων για ανάπτυξη και τόσο σεβασμό στην ιδιωτική πρωτοβουλία .
Κατά γενική ομολογία και παρά τα προγνωστικά, ο Romney κέρδισε τις εντυπώσεις. Ο συντονιστής του debate Jim Lehrer αποφάσισε να ξεκινήσει με πρώτο θέμα την οικονομία και τις θέσεις εργασίας. Τα πρώτα 30, από τα συνολικά 92 λεπτά που διήρκησε η συζήτηση, οι δύο υποψήφιοι εναλλάσσονταν κάθε περίπου 4 λεπτά παρουσιάζοντας τις θέσεις τους πάνω στο ζήτημα. Ο Jim Lehrer κράτησε με πολύ λεπτούς χειρισμούς την ισορροπία, η συζήτηση ήταν εξαιρετική, και προσπαθούσε ευγενικά αλλά επίμονα να επικεντρώσει και να αναδείξει τις διαφορές ανάμεσα στο πρόγραμμα των δύο υποψηφίων. Αυτό υποχρέωσε τους Obama και Romney να γίνουν αρκετά λεπτομερείς στο πως σκοπεύει ο καθένας να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και να κρατήσει την οικονομία των ΗΠΑ μακριά από την ύφεση.
Με την οικονομία των ΗΠΑ να αντιμετωπίζει πρόβλημα ελλειμμάτων και υπερδανεισμού, περίμενα να ακούσω την συνταγή που ο κάθε υποψήφιος είχε να προτείνει. Επηρεασμένος από την πορεία αντιμετώπισης των παραπάνω ζητημάτων στην χώρα μας, ήλπιζα να ακούσω σχέδια και προτάσεις που σε κάποιο πολύ μικρό, έστω, ποσοστό θα επιβεβαίωναν ή θα νομιμοποιούσαν στα μάτια μου την Ελληνική συνταγή.
Οι προτάσεις των δύο μονομάχων, για κάποιον που ζει τον παραλογισμό της σημερινής Ελλάδα, ακούγονταν ως μαχαιριές.
Και οι δύο υποψήφιοι αφιέρωσαν μεγάλο μέρος του χρόνου τους στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και το πόσο σημαντικό και κρίσιμο είναι να προστατευθούν αυτές από την ύφεση.
Επικέντρωσαν στην φορολογία παρουσιάζοντας την ως μοχλό ανάπτυξης και πρότειναν την μείωση της ως αντίδοτο στην κρίση και παρουσίασαν την πρόταση τους για τον ρυθμιστικό ρόλο του κράτους ως μέσο δημιουργίας ελκυστικότερου επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Στην χώρα μας υπάρχει διάχυτη η εντύπωση πως Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι δεν έχουν καμία διαφορά μεταξύ τους. Είναι και αυτός ένας ακόμα μύθος που εμείς κτίσαμε για να υπηρετούμε το δικό μας πολιτικό σύστημα, που υποτίθεται ότι στηρίζεται σε κόμματα με στιβαρές ιδεολογικές πλατφόρμες. Προς απογοήτευση όλων αυτών των Ελλήνων που ζουν ακόμα στον μύθο τους, από αυτό το debate αναδείχθηκαν διαφορές μεταξύ των δύο διεκδικητών της Προεδρίας των ΗΠΑ. Επειδή δεν θα κληθώ να διαλέξω σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση, επέλεξα να κρατήσω αυτά στα οποία συμφώνησαν και όχι τις διαφορές τους. Σημείωσα λοιπόν ένα σημείο σύγκλισης που νομίζω ότι θα πρέπει να μας προβληματίσει σε σχέση επαναλαμβάνω με τα όσα εμείς βιώνουμε.
Συμφώνησαν λοιπόν πλήρως, πως κανένα μέτρο δεν πρέπει να πλήξει την αγοραστική δύναμη της μεσαίας τάξης. Όλα τα μέτρα και οι προτάσεις που παρουσίασαν κατέληγαν στο ότι με κανένα τρόπο δεν πρέπει να περιοριστεί η κατανάλωση. Γιατί αυτό, όπως και οι δύο περιέγραψαν, θα οδηγούσε στην καταστροφή.Θα πει κάποιος ότι αυτό δεν είναι παρά η προσπάθεια των δύο υποψηφίων να κερδίσουν την ψήφο της μεσαίας τάξης. Ο δικός μου αντίλογος σε αυτό είναι ότι πρέπει να έχεις μεσαία τάξη για να παλέψεις να κερδίσεις την εύνοια της.
Γι’αυτό τον λόγο χαρακτήρισα λάθος την απόφαση μου να παρακολουθήσω το debate. Γιατί με στενοχώρησαν.
Κράτησα δύο φράσεις, μία από κάθε υποψήφιο, που κατά την γνώμη μου στην σημερινή Ελλάδα αποτελούν ύβρη:
“We do well, when small businesses do well” είπε ο Barack Obama και η απάντηση του Mitt Romney ήταν “You don’t save the budget by raising taxes”.
Για να το δούμε και στην γλώσσα μας : “Πάμε καλά, όταν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πάνε καλά” ήταν η, εξοργιστική για τα αυτιά ενός Έλληνα μικρομεσαίου, δήλωση του Barack Obama και “Δεν σώζεις τον προϋπολογισμό αυξάνοντας τους φόρους” ήταν η εξίσου σκληρή, πάλι για τα αυτιά του ίδιου Έλληνα μικρομεσαίου, απάντηση του Mitt Romney.
Που ζω, σκέφτηκα. Τι λένε αυτοί οι άνθρωποι. Που πήγε ο πατριωτισμός και η προσήλωση στον στόχο της διάσωσης της πατρίδας που μου λένε εμένα από το 2009 και μετά.
Μου ήρθε να φωνάζω μέσα στη νύχτα σε αυτούς τους δύο περίεργους τύπους, όλα αυτά που μου είπαν, και πολύ χειρότερα έκαναν, κάποιοι άλλοι. Κύριοι, χτυπήστε την κρίση αποφασιστικά ακολουθώντας την Ελληνική συνταγή. Κλείστε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ΟΛΕΣ. Δεκαπλασιάστε την φορολογία. Μηδενίστε την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών.
Τότε θυμήθηκα και την περίφημη ρήση ενός παλαιότερου Προέδρου των ΗΠΑ : “Ιt’s the economy stupid”.
Σε ποιους άραγε να απευθυνόταν αυτό το stupid ? Δεν έχω ποτέ στην ζωή μου σκεφτεί να ζήσω μακριά από την Ελλάδα. Κατά την διάρκεια αυτού του debate έπιασα τον εαυτό μου για πρώτη φορά να ονειρεύεται ζωή σε μία χώρα όπου ο καυγάς των πολιτικών της θα ήταν αυτός ακριβώς που παρακολουθούσα εκείνη την ώρα.
Ας ήταν και στην χώρα των “μαλθακών” και “κοιμισμένων”, σύμφωνα με την άποψη πολλών δήθεν ξύπνιων και υποψιασμένων Ελλήνων.
Υ.Γ. : Ο φίλος μου που πάντα φροντίζει να μου φτιάχνει το κέφι (όλοι έχουμε έναν τέτοιο φίλο), μου είπε την επόμενη μέρα, και αφού του περιέγραφα το debate, το εξής καταπληκτικό:
Μην δίνεις σημασία, οι τύποι είναι άσχετοι. Τι ξέρουν αυτοί από διαχείριση κρίσης. Τώρα που ο Γιωργάκης διδάσκει στο Harvard, θα έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν μερικά σεμινάρια και μετά να δούμε που θα βρουν αυτοί Καστελόριζο για να κάνουνε δηλώσεις.