Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
«Τι παιχνίδι παίζει η Τουρκία;». Το ερώτημα είναι στα χείλη και τα μυαλά όλων, ύστερα από την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους. Πολλές πλευρές αιφνιδιάστηκαν από την τουρκική ενέργεια. Η Ρωσία έκανε μερικές ώρες να «μιλήσει», παρότι δεν έχασε μόνο ένα αεροπλάνο αλλά είχε και ένα νεκρό και βέβαια το γόητρό της υπέστη πλήγμα. Για πολλές ώρες ύστερα από το γεγονός καμία δυτική κυβέρνηση ή επίσημος οργανισμός δεν πήρε δημόσια θέση. Η έκτακτη συνεδρίαση του ΝΑΤΟ μάλλον δεν σηματοδοτεί πρωτοβουλία των ηγετικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ στη βάση κάποιου σχεδίου αλλά τυπική ανταπόκριση στο αίτημα της Τουρκίας, που είναι χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ. Και όταν άρχισαν οι δηλώσεις, ήταν στο γνωστό πνεύμα των εκκλήσεων να επικρατήσει ψυχραιμία κ.λπ. Η πλέον αγχώδης» ήταν του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, ο οποίος εξέφρασε την ελπίδα ότι η Ρωσία και η Τουρκία θα αντιδράσουν «με υπευθυνότητα και σύνεση ώστε να μη διακυβευθούν οι συνομιλίες της Βιέννης για την Συρία».
Στο βαθμό που το γεγονός έχει για τους ισχυρούς πρωταγωνιστές του μεσανατολικού «δράματος» αστάθμητο χαρακτήρα, δεν ήταν δηλαδή αναμενόμενο ώστε να ενσωματωθεί στους σχεδιασμούς τους, αυτό εξηγεί το μούδιασμα των πρώτων ωρών. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι εξελίξεις θα βαδίσουν σαν να μην έγινε ποτέ το γεγονός της κατάρριψης.
Πρέπει λοιπόν πρώτα να εξετάσουμε τι θέλει η Τουρκία και στη συνέχεια να σκεφτούμε πώς αυτό το γεγονός μπορεί να τροποποιήσει τα σχέδια των μεγάλων πρωταγωνιστών. Δεν είναι ευρέως γνωστό, αλλά η Τουρκία έχει συγκεκριμένη πρόταση: απαγόρευση των υπερπτήσεων αεροσκαφών στην περιοχή πάνω από τα σύνορά της με τη Συρία και δημιουργία ουδέτερης ζώνης στην περιοχή. Η πρόταση αυτή «φωτογραφίζει» τους στόχους και τα συμφέροντά της: α) Στεγανοποιεί τα σύνορά της και δημιουργεί όρους ελέγχου των προσφυγικών ροών από τη Συρία, β) ανακόπτει τη δυναμική της ίδρυσης κουρδικού κράτους που απειλεί να αποκόψει-περιλάβει και τμήμα των νοτιοανατολικών της περιοχών.
Η τουρκική στρατηγική έχει δύο βασικές κατευθύνσεις: Πρώτο, θέλει να αποτρέψει πάση θυσία τη δημιουργία κουρδικού κράτους. Δεύτερο, θέλει να ανανεώσει τη δυναμική της επιρροής της στον αραβικό κόσμο, και για το σκοπό αυτό χειρίζεται το ρεύμα των προσφυγικών ροών με ιδιαίτερη «ευαισθησία» και μαεστρία.
Οι ρωσικοί βομβαρδισμοί είναι ευθέως ανταγωνιστικοί με τους τουρκικούς στόχους, αφού απαγορεύουν τη δημιουργίας τόσο ζώνης απαγόρευσης υπερπτήσεων αεροσκαφών όσο και ουδέτερης ζώνης. Η κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους έχει λοιπόν σε πρώτο πλάνο μια εύκολη ανάγνωση: η Τουρκία δηλώνει ότι δεν θα ανεχθεί και είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει και πολεμικά μέσα ώστε να μην επιτρέψει στη Ρωσία να ακυρώνει έτσι την εθνική της στρατηγική.
Από δω και πέρα, όμως, αρχίζουν τα πιο «δύσκολα» ή μάλλον τα πιο περίπλοκα. Ύστερα από την τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι και δεδομένων πλέον των μεγάλων πολιτικών και γεωπολιτικών «παρενεργειών» που έχει το προσφυγικό ρεύμα, η Δύση είναι υποχρεωμένη να «διευθετήσει» με πιο οριστικό τρόπο το πρόβλημα της Συρίας. Καθώς το τρομοκρατικό χτύπημα στο Παρίσι έφερε σε πρώτο πλάνο τους τζιχαντιστές τρομοκράτες, η επίλυση του προβλήματος σε ανταγωνισμό με τη Ρωσία, δηλαδή χωρίς να ληφθούν υπόψη και τα ρωσικά συμφέροντα, δεν είναι καθόλου εύκολη και μάλλον απομακρύνεται. Αν κάτι έχει κάποιους όρους ρεαλισμού, αυτό είναι μια «Γιάλτα» για τη Συρία και το Ιράκ. Δηλαδή μια συμφωνημένη ανάμεσα σε όλες τις μεγάλες δυνάμεις, περιλαμβανομένης της Ρωσίας, λύση, με τα εξής βασικά συστατικά: Διαμελισμό της Συρίας (που θα περιλαμβάνει επίσης και απομάκρυνση του Άσαντ αλλά με διατήρηση της κυριαρχίας των αλεβιτών σε ένα συρρικνωμένο συριακό κρατίδιο), ίδρυση κουρδικού κράτους, ανασυγκρότηση του Ιράκ υπό τον έλεγχο των μετριοπαθών σιιτών. Φυσικά, όλα αυτά προϋποθέτουν τη συντριβή του ISIS. Αυτό απαιτεί μια συντονισμένη, μείζονα και πολυεπίπεδη επέμβαση στην περιοχή σε διαδοχικές φάσεις. Το σχέδιο είναι και μεγαλεπήβολο και τρομερά δύσκολο, αλλά είναι το μόνο «λογικό», δηλαδή το μόνο που δεν συνεπάγεται συνέχιση του ανταγωνισμού Δύσης – Ρωσίας στη Μ. Ανατολή, τη διατήρηση του χάους και την ενίσχυση των προσφυγικών ροών.
Ένα τέτοιο σχέδιο είναι επίσης ενάντια και στους δύο πυλώνες της τουρκικής στρατηγικής. Με τη κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους, η Τουρκία «προβοκάρει» τόσο τη ρωσική στρατηγική όσο και το ενδεχόμενο μιας «Γιάλτας» στη Μ. Ανατολή. Και δηλώνει προς πάσα κατεύθυνση ότι είναι ισχυρός «παίκτης» στην περιοχή και δεν θα δεχτεί καμία λύση που θα υπονομεύει τα στρατηγικά της συμφέροντα. Παράλληλα, ενεργοποιεί και την αλυτρωτική διάσταση θέτοντας θέμα τουρκομανικής μειονότητας στη Συρία, βάζοντας υποθήκες για συμμετοχή σε μελλοντικό τυχόν διαμελισμό της Συρίας.
Έτσι, όμως, η Τουρκία γίνεται δύναμη αστάθειας, δύναμη που αντικειμενικά ευνοεί είτε τη συνέχιση του πολέμου και του χάους με ενίσχυση των προσφυγικών ροών είτε μια αναμέτρηση με τη Ρωσία, δηλαδή διεθνοποίηση του πολέμου! Σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση, έχει ασφαλώς θέση και το ερώτημα αν η τουρκική ενέργεια εντάσσεται σε κάποιο κοινό σχέδιο με την Ουάσινγκτον – σε αυτή όμως την περίπτωση, θα πρόκειται για θερμή εξέλιξη στη σχέση ΗΠΑ και Ρωσίας… Ακόμη και αν δεν φτάσουμε στο «απροχώρητο», πάντως, κάποια κινητοποίηση του ΝΑΤΟ για να δοκιμάσει τα όρια της Ρωσίας είναι μάλλον αναμενόμενη.
Θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε πώς οι μεγάλοι πρωταγωνιστές θα εντάξουν στους σχεδιασμούς τους το γεγονός…