Ο Μάιος δεν επιβεβαίωσε τον άγραφο χρηματιστηριακό κανόνα “Sell in May” στις περισσότερες διεθνείς αγορές, με την Wall Street να βιώνει τον καλύτερο Μάιο της τελευταίας 15ετίας, έστω και αν το Χρηματιστήριο Αθηνών δεν κέρδισε το στοίχημα των 1.500 μονάδων, που λίγες ημέρες πριν από τα τέλη του μήνα φαινόταν εφικτό. Η παράδοση των αγορών κατά τους θερινούς μήνες δεν είναι και τόσο καλή, όμως “οι παραδόσεις είναι για να σπάνε”.
Το β’ εξάμηνο έχει νέα δεδομένα για τις αγορές, με την αρχή του κύκλου μείωσης των επιτοκίων να αποτελεί ίσως το κορυφαίο, ενώ οι καταλύτες για τη συντήρηση της ανοδικής ορμής της Λεωφόρου Αθηνών έχουν κτιστεί, με την πρόσφατη διόρθωση να προσφέρει περιθώριο για ανάσες, ανασύνταξη και νέες ευκαιρίες εισόδου.
Τι κρύβει λοιπόν το δεύτερο μισό του έτους για την πορεία των αγορών;
Σύμφωνα με τους αναλυτές μεγάλων διεθνών οίκων, μια βραχυπρόθεσμη διόρθωση θεωρείται απίθανη, ωστόσο η παγκόσμια bull market των μετοχών ενδέχεται να παρουσιάσει σημάδια κόπωσης, με τους περισσότερους βασικούς χρηματιστηριακούς δείκτες να μην αναμένεται να επαναλάβουν την εντυπωσιακή απόδοση του περασμένου έτους. Το 2024 πάντως προβλέπεται πως θα αποτελέσει άλλο ένα έτος ανόδου πριν από το πολύ πιο εντυπωσιακό 2025, όπως εκτιμούν.
Απίθανο ένα ισχυρό sell-off
Με τις χρηματοπιστωτικές αγορές να μειώνουν τις προσδοκίες για τις μειώσεις των επιτοκίων το 2024 από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες, και τους περισσότερους χρηματιστηριακούς δείκτες να διαπραγματεύονται ήδη σε ιστορικά υψηλά ή να τα πλησιάζουν, τα περαιτέρω κέρδη αναμένεται να έρθουν με πολύ πιο αργό ρυθμό.
Μια ανθεκτική παγκόσμια οικονομία, μια συνεχιζόμενη έκρηξη των μετοχών τεχνολογίας και το σημαντικό τους βάρος στους δείκτες μετοχών, ειδικά στις ΗΠΑ, είναι πιθανό να αποτρέψουν οποιαδήποτε σημαντική πτώση των τιμών των μετοχών βραχυπρόθεσμα.
Ειδικότερα, η συντριπτική πλειοψηφία 150 διεθνών αναλυτών που συμμετείχαν σε σχετική δημοσκόπηση του Reuters δήλωσαν πως μια διόρθωση ύψους 10% ή περισσότερο κατά τους επόμενους τρεις μήνες ήταν απίθανη.
“Τα σημαντικά κέρδη που παρατηρήθηκαν σε πολλές χρηματιστηριακές αγορές τους τελευταίους μήνες έχουν κάνει τους διαχειριστές χαρτοφυλακίου μας λίγο πιο προσεκτικούς σχετικά με τις προοπτικές. Οι εξασθενημένες προοπτικές για μειώσεις επιτοκίων, ένας τόσο σημαντικός μοχλός του ράλι της αγοράς, μας δίνουν επίσης περαιτέρω παύση για σκέψη”, δηλώνει ο Paul Quinsee, επικεφαλής παγκόσμιων μετοχών στην JP Morgan Asset Management. “Αλλά τα θεμελιώδη στοιχεία των εταιρικών κερδών εξακολουθούν να φαίνονται καλά. Σε παγκόσμιο επίπεδο, αυτή η χρονιά μοιάζει πολύ καλύτερη για την αύξηση της κερδοφορίας των εισηγμένων ύστερα από μια άτονη περίοδο μετά την COVID-19”, όπως προσθέτει.
Πράγματι, από τους 15 βασικούς διεθνείς χρηματιστηριακούς δείκτες, μόνο ο βρετανικός FTSE αναμένεται να επιτύχει την περσινή απόδοση. Το 2023 σχεδόν όλοι οι δείκτες κέρδισαν περισσότερο από 10%.
“Οι προσδοκίες για την απόδοση των μετοχών το 2024 είναι σχετικά χαμηλές – οι διψήφιες αποδόσεις των αγορών του 2023 θα είναι δύσκολο να επαναληφθούν”, εκτιμά ο Daniel Morgan, senior διαχειριστής χαρτοφυλακίου στη Synovus Trust, ενώ προσθέτει ότι οι μετοχές “τιμολογούν την τελειότητα, κάτι που ίσως είναι υπερβολικό, τουλάχιστον με βάση τα σημερινά δεδομένα”.
Ο δείκτης-βαρόμετρο S&P 500 των ΗΠΑ, ο οποίος δίνει τον τόνο για τις παγκόσμιες ροές χαρτοφυλακίου και είναι ένας από τους καλύτερους σε επιδόσεις φέτος, προβλέπεται να τελειώσει το 2024 κοντά στα τρέχοντα επίπεδα και με άνοδο κοντά στο 11% συνολικά για το έτος, έναντι ράλι της τάξης του 24% το 2023.
Ο δείκτης Nikkei της Ιαπωνίας, με άνοδο άνω του 15% μέχρι στιγμής φέτος, προβλέπεται ότι θα προσθέσει άλλο ένα 5% στο δεύτερο εξάμηνο του 2024. Εάν πραγματοποιηθεί, αυτή θα ήταν η δεύτερη συνεχόμενη χρονιά που ο δείκτης ξεπέρασε τις επιδόσεις των περισσότερων ομολόγων του.
Οι ευρωπαϊκές και βρετανικές μετοχές, οι οποίες είχαν καλή πορεία φέτος καθώς τόσο η Βρετανία όσο και οι οικονομίες της Ευρωζώνης γλίτωσαν από την ύφεση, προβλέπεται ότι είτε θα σημειώσουν μικρή άνοδο είτε θα υποχωρήσουν ελαφρώς μέχρι το τέλος του έτους.
Ο δείκτης Euro STOXX 50 των ευρωπαϊκών blue chips, ο γαλλικός CAC 40 και ο ισπανικός IBEX που σημειώνουν άνοδο 11,6%, 7,9% και 12,2% αντίστοιχα φέτος, προβλέπεται, σύμφωνα πάντα με τη δημοσκόπηση σε 150 αναλυτές, ότι θα κερδίσουν περαιτέρω 1%- 2%. Ο βρετανικός FTSE, ο πανευρωπαϊκός STOXX 600 και ο γερμανικός δείκτης DAX εκτιμάται από τους διεθνείς αναλυτές ότι θα υποχωρήσουν κατά 1,4%, 1,9% και 0,2%, αντίστοιχα, από τώρα έως το τέλος του έτους.
Προς νέες κορυφές στις ευρωπαϊκές μετοχές το 2025
Ειδικά σε ό,τι αφορά τις ευρωπαϊκές μετοχές, το ισχυρό ράλι του προηγούμενου διαστήματος τις έχει κάνει πιο ευάλωτες σε πιθανές διορθώσεις στο δεύτερο μέρος του 2024, αν και η ανάκαμψη της οικονομίας της περιοχής και η έναρξη ενός κύκλου μείωσης των επιτοκίων αναμένεται να τις ωθήσουν σε νέες κορυφές το 2025.
“Οι ευρωπαϊκές μετοχές είχαν ένα ισχυρό πρώτο εξάμηνο του έτους και είναι πιθανό να κάνουν μια παύση τους καλοκαιρινούς μήνες”, εκτιμά ο Moz Afzal, Global CIO της EFG Asset Management στο Λονδίνο. “Πάντως, η πτώση του πληθωρισμού, η ανάπτυξη που έχει αφήσει πίσω τα χαμηλά της και η λιγότερο περιοριστική νομισματική πολιτική σημαίνουν ότι τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη στρώνουν το έδαφος για ένα ισχυρό 2025”.
Οι προβλέψεις για το τέλος του έτους για τον STOXX 600 κυμαίνονται από το χαμηλό των 435 μονάδων έως τις 600 μονάδες. Στο αισιόδοξο στρατόπεδο βρίσκεται ο στρατηγικός αναλυτής της Barclays, Emmanuel Cau, ο οποίος παραμένει “τακτικά” overweight στην Ευρώπη. “Η περιοχή μπορεί να επωφεληθεί περαιτέρω από τις επερχόμενες μειώσεις των επιτοκίων και τη συνακόλουθη τόνωση της δραστηριότητας”, σημειώνει.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την Barclays, oι μετοχές έχουν χωνέψει πλέον την πραγματικότητα των λιγότερων μειώσεων επιτοκίων από την Fed. Η ανάκαμψη στην οικονομία, οι υψηλοί γεωπολιτικοί κίνδυνοι, η άνοδος του πετρελαίου και οι τεντωμένες τοποθετήσεις κρατούν υπό έλεγχο το θετικό story των Goldilocks (ισχυρή ανάπτυξη και εξασθένηση πληθωρισμού), ενώ κάποια διαλείμματα διόρθωσης είναι λογικά. Αν και η ισχυρή ανάπτυξη και η άνοδος των εμπορευμάτων σημαίνει ότι ο χρόνος/ρυθμός των μελλοντικών μειώσεων των επιτοκίων είναι υπό συζήτηση, αυτό είναι πιο προβληματικό για τα ομόλογα παρά για τις μετοχές, εφόσον η κερδοφορία συνεχίζει να είναι ισχυρή.
Σε αυτό το πλαίσιο, η βρετανική τράπεζα βλέπει ένα καλύτερο προφίλ ανταμοιβής-κινδύνου για την Ευρώπη, για την οποία τηρεί στάση overweight λόγω των εξής πέντε παραγόντων: 1) της ανάκαμψης της ανάπτυξης με την εξασθένηση του κύκλου αποθεμάτων και την αύξηση του πραγματικού εισοδήματος των καταναλωτών, 2) των ενδείξεων “ζωής” στη δραστηριότητα της Κίνας (στην οποία η Ευρώπη έχει μεγάλη έκθεση), 3) της δυνατότητας για περισσότερες μειώσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ έναντι της Fed, 4) των φθηνότερων αποτιμήσεων και 5) της πιο διαφοροποιημένης σύνθεσης κλάδων.
Στο άλλο άκρο βρίσκεται ο Andreas Bruckner, στρατηγικός αναλυτής της BofA Global Research, ο οποίος βλέπει τον πανευρωπαϊκό δείκτη να υποχωρεί στο χαμηλό των 450 μονάδων έως το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους, ύστερα από διόρθωση άνω του 10% λόγω της οικονομικής αδυναμίας των ΗΠΑ. Μάλιστα έχει “γυρίσει” σε underweight τις θέσεις της στην Ευρώπη έναντι όλων των αγορών διεθνώς, από marketweight πριν. Κατά την άποψή της, η Ευρώπη έχει δείξει σημάδια ανάκαμψης στις επιδόσεις της έναντι των παγκόσμιων μετοχών, λόγω της καλύτερης εγχώριας ανάπτυξης και της πιο ήπιας ανάπτυξης στις ΗΠΑ. Ωστόσο η εξασθένηση της παγκόσμιας ανάπτυξης και τα χαμηλότερα επιτόκια θα οδηγήσουν σε νέα υποαπόδοση της Ευρώπης, δεδομένης της κυκλικής κλίσης της ως αγορά.
Αρκετοί αναλυτές πάντως αναμένουν ότι η Ευρώπη θα τα πάει σχετικά καλύτερα από τη Wall Street, σε περίπτωση που υπάρξει κάποια διόρθωση, χάρη στη φθηνότερη αποτίμηση των μετοχών της και το γεγονός ότι είναι μια πιο διαφοροποιημένη αγορά.
Ο STOXX 600 διαπραγματεύεται με discount περίπου 33,6% έναντι του S&P 500, σχεδόν διπλάσιο από τον μέσο όρο των τελευταίων 20 ετών. “Δεδομένου ότι οι αποτιμήσεις είναι πιο ελκυστικές από ό,τι στις ΗΠΑ, η ευρωπαϊκή αγορά είναι πιθανώς λιγότερο επιρρεπής σε βίαιες διορθώσεις”, τονίζει ο Enrico Vaccari, επικεφαλής θεσμικών της Consultinvest στο Μιλάνο. “Εάν ο πληθωρισμός δεν σηκώσει το κεφάλι του, ο δρόμος για τις μειώσεις των επιτοκίων έχει σηματοδοτηθεί και οι αγορές τις περιμένουν”, προσθέτει.
Οι επενδυτές αναμένουν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αρχίσει να μειώνει το κόστος δανεισμού από τα τρέχοντα υψηλά ρεκόρ στη συνεδρίαση της επόμενης εβδομάδας. Επί του παρόντος, οι αγορές τιμολογούν σε περίπου 65 μονάδες βάσης μειώσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ το 2024.
Κατά τη Morgan Stanley, η Ευρώπη προσφέρει στους επενδυτές ελκυστικές αποτιμήσεις, με τις τιμές των μετοχών να αναμένεται να αυξηθούν έως 18% το β’ εξάμηνο, καθώς οι εκτιμήσεις για τα κέρδη αναθεωρούνται προς τα πάνω. Οι αμερικανικές μετοχές, εν τω μεταξύ, είναι πιθανό να δουν ισχυρή αύξηση κερδών, αλλά ενδέχεται να μην δουν αντίστοιχη άνοδο στις τιμές των μετοχών, όπως είναι τυπικό σε ένα περιβάλλον στα μέσα ή στα τέλη του οικονομικού κύκλου, εκτιμά.
Η διόρθωση του Χρηματιστηρίου Αθηνών και οι καταλύτες για τη συνέχεια
Αν και υπάρχουν ήδη αρκετοί θετικοί καταλύτες για το Χ.Α. (αποτελέσματα α’ τριμήνου, placements, IPOs, deals), ο Γενικός Δείκτης εμφάνισε ξεκάθαρη κόπωση στα υψηλά των 1.500 μονάδων, καθώς συμπλήρωνε και ένα άνετο 15% από το ξεκίνημα της χρονιάς. Αν και η ανοδική τάση δεν έχει χαθεί, για να επιστρέψει σε αυτό το επίπεδο-ορόσημο απαιτείται αύξηση τζίρου, με τα πρόσφατα placements να έχουν περιορίσει τη ρευστότητα στην αγορά.
Η ισχυρή δυναμική της ελληνικής αγοράς από το 2021 και μετά έχει σίγουρα βοηθήσει στην ολοκλήρωση απαιτητικών εγχειρημάτων διάθεσης ποσοστών, όπως σχολιάζει ο Μάνος Χατζηδάκης της Beta Securities. Μετά τις επιτυχημένες διαθέσεις ποσοστών σε τραπεζικούς τίτλους, ανάλογες σημαντικές διαθέσεις ποσοστών καταγράφονται και σε εμποροβιομηχανικούς τίτλους από τους βασικούς μετόχους. Τα εγχειρήματα ωστόσο έρχονται με κόστος για τον Γενικό Δείκτη, αφού μέρος της ζήτησης φαίνεται να καλύπτεται από την πώληση μετοχών άλλων εισηγμένων εταιρειών.
Έτσι, η πίεση των ρευστοποιήσεων υπερίσχυσε με το βραχυπρόθεσμο σενάριο να θέλει το Χ.Α. να απαιτεί κάποιον χρόνο προκειμένου να “χωνέψει” τα νέα επίπεδα, καταλήγει ο αναλυτής.
Αν και υπάρχουν θετικοί καταλύτες για το Χ.Α., ωστόσο δεν σηματοδοτούν στην παρούσα φάση την εκδήλωση αυξημένου ενδιαφέροντος από πλευράς εγχώριων επενδυτών, όπως επισημαίνει ο Δημήτρης Τζάνας, σύμβουλος Διοίκησης Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ.
Σε αυτούς τους καταλύτες τοποθετούνται οι ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων των εισηγμένων εταιρειών για το α’ τρίμηνο, με αυτές της Lavipharm, της Autohellas, της Aegean, της Infoquest να είναι ικανοποιητικές και ελπιδοφόρες για τη συνέχεια και σε κάποιες περιπτώσεις (όμιλος Ideal, ΕΧΑΕ, Epsilon Net) εξαιρετικές, σε συνέχεια εκείνων των τραπεζών. Παράλληλα, όπως προσθέτει, ο μέχρι τώρα απολογισμός των ύψους 3,4 δισ. ευρώ placements 8 εισηγμένων των τελευταίων 9 μηνών, συνιστά ηχηρή ψήφο εμπιστοσύνης για τις προοπτικές των εταιρειών από τους διεθνείς επενδυτές, ενώ στο εγγύς μέλλον πιθανολογούνται και νέα, όπως για το 18% της ΕΤΕ, το νέο ποσοστό στη Helleniq Energy, πακέτο της Trade Estate και της Βιοχάλκο/Cenergy κ.ο.κ. Ταυτόχρονα, σε βάθος χρόνου ο κανονισμός του Χ.Α. θα αναγκάσει αρκετές εταιρείες να προσαρμοστούν στους νέους κανόνες διασποράς, αν επιθυμούν να παραμείνουν στη ρυθμιζόμενη αγορά.
Την ίδια ώρα οι διεθνείς επενδυτές θεωρούν ότι οι γενναιόδωρες αποδόσεις που έχουν ήδη καταγραφεί στην ελληνική αγορά φέτος συνιστούν ισχυρό κίνητρο για κατοχύρωση κερδών, σε συνέχεια της φανερής αδυναμίας για υπέρβαση των 1.500 μονάδων, τονίζει ο κ. Τζάνας.
Ως αποτέλεσμα, σημειώνει ο αναλυτής, τόσο ο Γενικός Δείκτης όσο και ο δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης απέτυχαν να επιβεβαιώσουν τα κρίσιμα όρια στήριξης στην περιοχή των 1.470 μονάδων για τον πρώτο και των 3.540 μονάδων για τον δεύτερο.
Μπορεί να είδαμε διόρθωση, παρ’ όλα αυτά έχουμε συνέχιση των στοχευμένων τοποθετήσεων μέσω πακέτων σε επιλεγμένες εταιρείες από πλευράς ξένων θεσμικών, σημειώνει ο Ηλίας Ζαχαράκης της Fast Finance. Αυτό δείχνει ότι την αγορά συνεχίζουν και τη βλέπουμε μεσομακροπρόθεσμα, με τους αγοραστές να εξακολουθούν να διψάνε για τοποθετήσεις εκτός ταμπλό στην ρηχή αγορά μας.
Έτσι λοιπόν η διάθεση του 5% του Μυτιληναίου είναι ένα σημαντικό γεγονός για την αγορά και μάλιστα προμηνύει εξελίξεις. Η μελλοντική είσοδος στο αγγλικό χρηματιστήριο ετοιμάζεται και το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Μυτιληναίος έχει σχέδιο για τα μετρητά που εισέπραξε. Τα αποτελέσματα φαίνεται να δικαιολογούν εύκολα τις αποτιμήσεις, ενώ η ελληνική αγορά είναι σαφώς φτηνότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Ο Ιούνιος έρχεται δυνατά, με τις αγορές να περιμένουν την πρώτη μείωση επιτοκίων από την ΕΚΤ. Φυσικά είναι πολύ νωρίς να μιλήσουμε για το μέλλον, μιας και ο πληθωρισμός δεν είναι εύκολο να αποκλιμακωθεί, τονίζει ο αναλυτής. Σαφώς η αγορά έχει κόπωση, χωρίς, παρ’ όλα αυτά, να βλέπουμε υπερβολές στην κίνηση, γεγονός που θα αύξανε τις πιθανότητες για μια μεγάλη κορυφή, όπως προσθέτει.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Κεφάλαιο”