Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Το διήμερο 23-24 Οκτωβρίου 2017, στα Ιωάννινα, θα πραγματοποιηθεί το Περιφερειακό Αναπτυξιακό Συνέδριο Ηπείρου, με την παρουσία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα.
Την περασμένη Τετάρτη είχα την ευκαιρία μέσω συνέντευξής μου να απευθυνθώ για πρώτη φορά τηλεοπτικά στους συμπατριώτες μου Ηπειρώτες μέσα από τo “Βήμα TV” και θέλω να εκφράσω ένα θερμό ευχαριστώ για το ενδιαφέρον και την υψηλή τηλεθέαση που συγκέντρωσε. Το μήνυμα αυτής της συνέντευξης δεν ήταν άλλο από την έκφραση της αγωνίας για το κατά πόσο η Ήπειρος μπορεί να «γυρίσει το παιχνίδι» και να ξαναβγεί μπροστά. Η τεράστια θετική ανταπόκριση της συνέντευξής μου, τα μηνύματα και τα σχόλια που πήρα από εκατοντάδες συμπατριώτες μου με βεβαιώνουν για ένα πράγμα: η αγωνία αυτή είναι κοινή και η μέχρι σήμερα «σιωπηλή πλειοψηφία» της Ηπείρου έχει πάρει την απόφαση να μιλήσει και να την εκφράσει δυνατά και καθαρά.
Η «περιφερειακότητα» μετά τον Καλλικράτη γίνεται έννοια – κλειδί για την ανάπτυξη κάθε Περιφέρειας με τρόπο ισορροπημένο και δίκαιο μεταξύ των περιοχών της. Κι αυτό προϋποθέτει αντίληψη της «μεγάλης εικόνας», αξιοποίηση πλεονεκτημάτων και ευκαιριών, τόλμη στον σχεδιασμό και διαπραγματευτική ικανότητα με την κεντρική εξουσία κα τα ευρωπαϊκά όργανα.
Η ομάδα μας θα μπορούσε να προτείνει ένα ολόκληρο κατεβατό προτάσεων για να τεθούν υπόψη του πρωθυπουργού. Σε αυτή τη χρονική στιγμή, επικεντρωνόμαστε στα εξής τρία:
Το πρώτο είναι η επαναχάραξη της σύνδεσης του Ε65 με την Εγνατία Οδό σε κόμβο των Ιωαννίνων κατά την πρόταση των Καλογιάννη – Μπέζα. Η σημερινή πρόβλεψη για σύνδεση στα Γρεβενά θα πρέπει να αναθεωρηθεί. Η Εγνατία Οδός μέχρι σήμερα δεν έχει ωφελήσει όπως θα έπρεπε την Ήπειρο. «Χτύπησε» την τοπική αγορά των Ιωαννίνων και δεν απέδωσε τα αναμενόμενα για το λιμάνι της Ηγουμενίτσας. Αντί να διευκολύνει την «είσοδο» επισκεπτών/καταναλωτών, διευκόλυνε την «έξοδο» προς τη Θεσσαλονίκη. Θα πρέπει αντισταθμιστικά, τουλάχιστον, με την επαναχάραξη της σύνδεσης του Ε65 με την Εγνατία, ο κόμβος των Ιωαννίνων να γίνει η πύλη της θεσσαλικής παραγωγής προς την Ήπειρο με προορισμό το λιμάνι της Ηγουμενίτσας. Τα θεσσαλικά προϊόντα που εξάγονται στη Δυτική Ευρώπη κι επιλέγουν ως τον πιο σύντομο δρόμο το λιμάνι της Ηγουμενίτσας δεν έχουν κανένα λόγο να φτάνουν στα Γρεβενά.
Εδώ πρέπει να κάνουμε μια κρίσιμη παρατήρηση. Η εθνική στρατηγική είναι ευθύνη του πρωθυπουργού. Η περιφερειακή στρατηγική είναι ευθύνη του Περιφερειάρχη. Η Ήπειρος πρέπει να προστατέψει τα δικά της συμφέροντα, να ενισχύσει το δικό της λιμάνι που είναι η Ηγουμενίτσα. Αρέσει, δεν αρέσει, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης και το λιμάνι της Ηγουμενίτσας δεν λειτουργούν συμπληρωματικά. Λειτουργούν ανταγωνιστικά, τουλάχιστον για κάθε εξαγωγή προς τη Δυτική Ευρώπη. Εμείς οφείλουμε να διεκδικήσουμε και να πετύχουμε τα οδικά έργα που διευκολύνουν την πρόσβαση στο δικό μας λιμάνι. Για το λιμάνι της Θεσσαλονίκης φροντίζουν άλλοι κι απ’ ότι έχει φανεί μέχρι σήμερα το κάνουν με περισσότερη επιτυχία από τη δική μας Περιφερειακή Αρχή. Αυτό πρέπει ν’ αλλάξει!
Το δεύτερο είναι η άμεση χωροθέτηση μιας νέου τύπου ενιαίας Βιομηχανικής Ζώνης, που θα αξιοποιεί τους νέους οδικούς άξονες. Θα πρέπει να είναι προσβάσιμη απ’ όλους τους νομούς της Περιφέρειας, προσανατολισμένης στις πραγματικές δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα της Ηπείρου και με ελκυστικά κίνητρα. Δεν λέμε να κλείσουν οι υφιστάμενες ΒΙ.ΠΕ αν και δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα. Θα μπορούσαν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά. Σίγουρα όμως θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα σε όποια επιχείρηση είναι εγκατεστημένη στις σημερινές ΒΙ.ΠΕ να μπορεί να μετεγκατασταθεί χωρίς απώλειες. Η νέα Βιομηχανική Ζώνη θα πρέπει να αναγνωριστεί ασφαλώς ως οικονομική ζώνη παραμεθόριας περιοχής και να δίνει ισχυρά φορολογικά κίνητρα, κυρίως μέσα από τον αναπτυξιακό νόμο, για όσους θελήσουν να επενδύσουν. Το θέμα πρέπει να ανοίξει άμεσα καθώς θα πρέπει να συνεργαστούν τουλάχιστον τέσσερα υπουργεία ( Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Αγροτικής Παραγωγής και Υποδομών) τα οποία έχουν αποφασιστικές αρμοδιότητες για το θέμα. Κι επειδή ως θέμα δεν μπορεί ν’ αφορά μόνο την Ήπειρο αλλά όλη την ηπειρωτική Ελλάδα, στα νησιά δεν έχει σημασία μια τέτοια πρόταση, θα πρέπει να συμμετέχει στο σχεδιασμό και η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ). Γι αυτό έχει μεγάλη σημασία να είναι το Μαξίμου αυτό που θα αναλάβει τον συντονισμό. Εκεί θα είναι ο κ. Τσίπρας, θα πρέπει να του γίνει μια πειστική πρόταση για να αναλάβει και τη δέσμευση.
Το τρίτο ζήτημα αφορά τη στήριξη των αδερφών μας Βορειοηπειρωτών. Το «ψυχροπολεμικό» κλίμα με την Αλβανία είναι συνειδητή επιλογή του Ράμα και αυτό μεταφράζεται σε όλο και πιο οξυμένα προβλήματα για την ελληνική μειονότητα. Η σιωπή του σημερινού Υπουργού Εξωτερικών κ. Κοτζιά είναι εγκληματική. Και οι λόγοι που σιωπά είναι ιδεολογικοί. Τουλάχιστον, ας σταθούμε δίπλα τους οικονομικά. Τρόποι υπάρχουν. Υπάρχει ΕΣΠΑ, υπάρχει το Διασυνοριακό Πρόγραμμα Interreg Ελλάδας – Αλβανίας 2014 – 2020. Ας φωνάξουν τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, αρμόδιο για θέματα ΕΣΠΑ, κ. Χαρίτση σ’ ένα τραπέζι
και να του εξηγήσουν την εθνική σημασία του ζητήματος κι ας βάλει αυτός με τη σειρά του τεχνοκράτες να βρουν λύσεις για το πώς θα μεταφερθούν πόροι στην ελληνική μειονότητα, χωρίς να παραβιάζονται ευρωπαϊκοί κανόνες. Ας δουλέψουν και λίγο…
Είναι τρεις προτάσεις που μπορούν ν’ αποτελέσουν μια «καλή αρχή» για την αντιστροφή της σημερινής παρακμής. Ρεαλιστικές και καθαρές από οποιαδήποτε πελατειακή στόχευση. Ελπίζω να μην ξανακουστεί για πολλοστή φορά το «αυτά δεν γίνονται» και συνεχίσουμε με τον «αυτόματο πιλότο» μέχρι την τελική πτώση!
ΥΓ: Για όσους συμβαίνει να μη το γνωρίζουν τα Διασυνοριακά Προγράμματα (interreg) υπάρχουν και λειτουργούν από χρόνια με στόχο να συμβάλουν στη μετατροπή των περιφερειών εκατέρωθεν των εσωτερικών ή εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ισχυρούς οικονομικούς και κοινωνικούς πόλους. Θεωρητικά τουλάχιστον οφείλουν να είναι ειδικά σχεδιασμένα για κάθε παραμεθόρια περιοχή. Στη πράξη λειτούργησαν περισσότερο για την εκμετάλλευση φορολογικών κινήτρων στις γειτονικές μας χώρες και τη μεταφορά της έδρας ελληνικών επιχειρήσεων εκεί. Τουλάχιστον σε αυτή την κρίσιμη φάση, ας αξιοποιηθεί με στόχο την υποστήριξη ενός τόσο σοβαρού εθνικού ζητήματος