Στην απόφαση να κάνει γενναία αναδιανομή της… φτώχειας φαίνεται ότι καταλήγει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας προκειμένου να πετύχει τον βασικό προεκλογικό επικοινωνιακό του στόχο που είναι η μη περικοπή των συντάξεων ή τουλάχιστον η αναστολή εφαρμογής του μέτρου που αλλιώς θα εφαρμοστεί από την 1η Ιανουαρίου 2018.
Όλο το προηγούμενο διάστημα διεξάγεται ένα συνεχές και συστηματικό παζάρι μεταξύ της ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών και των δανειστών προκειμένου να βρεθούν εκείνα τα σημεία με τα οποία η κυβέρνηση θα πάρει ανάσα στο δρόμο προς τις κάλπες.
Όμως από την πλευρά των θεσμών, παρά το γεγονός ότι συζητούν το θέμα των συντάξεων, ζητούνται ισοδύναμα που δεν θα διαταράξουν την απόδοση του προγράμματος.
Μάλιστα, ενόψει ο ΔΕΘ ο πονοκέφαλος στο Μέγαρο Μαξίμου αφορά στο ότι οι όποιες εξαγγελίες του πρωθυπουργού στα εγκαίνια της έκθεσης θα πρέπει να είναι έτσι διατυπωμένες ώστε να μην εκληφθούν ως μονομερής ενέργεια.
Πάντως, το σίγουρο είναι ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί και να μην κόψει τις συντάξεις και να δώσει μέρισμα στο τέλος του 2018 και να ανακοινώσει φοροελαφρύνσεις.
Πρέπει να δώσει. Κι αυτό που αναφέρουν πληροφορίες είναι ότι προτιμά να δώσει από τα ήδη ψηφισμένα και εφαρμοζόμενα παρά να μην προχωρήσει σε νέες παροχές. Προφανώς είναι σαφής ο λόγος της επιλογής αυτής, αλλά κανείς δεν γνωρίζει –στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η κοινωνία- ποιος θα είναι ο αντίκτυπος της περικοπής, για παράδειγμα του επιδόματος στέγασης.
Όπως όλοι θυμούνται η επιδότηση ενοικίου ή δόσης στεγαστικού δανείου είχε «διαφημιστεί» τις ημέρες της ψήφισης της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς, ως «ένεση» 600 εκατ. ευρώ σε αδύναμα νοικοκυριά. Στην ΚΥΑ, που δημοσιεύθηκε στις αρχές του καλοκαιριού, με ημερομηνία εφαρμογής την Πρωτοχρονιά του 2019, θα διαπιστώσει ότι αυτό το μηνιαίο βοήθημα, που κυμαίνεται από 70 ως 210 ευρώ, αφορά σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλά εισοδήματα. Αυτοί οι άνθρωποι θα μείνουν τελικά με άδεια χέρια.
Επίσης φαίνεται ότι παγώνουν τα σχολικά γεύματα η επέκταση των οποίων έχει δημοσιονομικό κόστος 190 εκατ. ευρώ, η δημιουργία νέων νηπιαγωγείων με κόστος 140 εκατ. ευρώ, ενώ δεν έχει απαντηθεί ακόμα τι τύχη θα έχουν επενδυτικά προγράμματα 300 εκατ. ευρώ, τα προγράμματα απασχόλησης του ΟΑΕΔ (290 εκατ. ευρώ), αλλά και η επιδότηση με 240 εκατ. ευρώ της συμμετοχής στη φαρμακευτική δαπάνη.
Το πρόβλημα είναι ότι ακόμα κι αν ακυρωθούν όλα τα παραπάνω αντίμετρα- πλην των οικογενειακών επιδομάτων- το δημοσιονομικό όφελος είναι περίπου 1,730 δισ. ευρώ, ενώ η μείωση των συντάξεων έχει υπολογιστεί σε περίπου 2,8 δισ. ευρώ.
Γι’ αυτό και οι Ευρωπαίοι θεωρούν ότι ο δημοσιονομικός χώρος του 2019- περίπου στο 1 δισ. ευρώ υπολογίζουν ελληνικές πηγές- θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να κλείσει η «τρύπα» των συντάξεων και όχι για πρόσθετες φοροελαφρύνσεις.
Ανεξαρτήτως αυτών πάντως η κυβέρνηση συζητά με τους δανειστές τις εξής εναλλακτικές:
-Αύξηση 20 – 30 ευρώ στον κατώτατο μισθό. Αφορά σε μια αύξηση 5% στον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα που παραμένει στα 586 ευρώ από το 2012. Για να επισπευσθεί το μέτρο η κυβέρνηση ετοιμάζει τροπολογία που θα προβλέπει διαδικασίες εξπρές για τη διαβούλευση των κοινωνικών εταίρων ώστε το ζήτημα να κλειδώσει ως το τέλος του έτους.
-Κατάργηση του υποκατώτατου μισθού. Ανακοινώθηκε ήδη από τον πρωθυπουργό στη χθεσινή Κεντρική Επιτροπή.
-Συλλογικές διαπραγματεύσεις. Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να επαναφέρει την αρχής της επεκτασιμότητας και την αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης.
-Μείωση του πρώτου συντελεστή της φορολογικής κλίμακας από το 22% στο 20% . Ο συντελεστής εφαρμόζεται για εισοδήματα έως 20.000 ευρώ. Το μέτρο κοστίζει 870 εκατ. ευρώ ετησίως
-Μείωση του βασικού συντελεστή ΦΠΑ από το 24% στο 23%. Μετρό που θα είναι δύσκολο να εφαρμοστεί καθώς θεωρείται ακριβό.
-Μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10%. Στόχος της κυβέρνησης είναι η οριζόντια μείωση κατά 10% το 2019 μαζί με έναν οδικό χάρτη για νέα μείωση ως 20% το 2020. Εξετάζεται επίσης η πλήρης απαλλαγή των φτωχών νοικοκυριών που σήμερα δικαιούνται έκπτωσης 50% (με εισόδημα έως 9.000 ευρώ και αξία περιουσίας έως 85.000 ευρώ για άγαμους κλπ). Αν η έκπτωση φτάσει το 100% το μέτρο θα κοστίζει 84,5 εκατ. Ευρώ.
-Φόρος στις επιχειρήσεις από 29% στο 26%. Βασικός στόχος είναι η μείωση του φόρου για τις επιχειρήσεις από το 29% στο 26%.
-Μείωση του τέλους επιτηδεύματος κατά 20%-30%. Τα 650 ευρώ το χρόνο πέφτουν βαριά για όσους επαγγελματίες επιμένουν να μην κλείσουν και στο υπουργείο Οικονομικών εξετάζουν να το μειώσουν σε περίπου 500 ευρώ. Μια τέτοια κίνηση θα «κόστιζε» περί τα 100 εκατ. ευρώ, αλλά μπορεί και να αποφέρει έσοδα αν κρατηθούν ζωντανές επιχειρήσεις και επαγγελματίες που σκέφτονται να κλείσουν.
-Μείωση εισφορών. Εφόσον οι υπέρογκες εισφορές είναι ουσιαστικά φόροι για τους επαγγελματίες, η κυβέρνηση θέλει να χαλαρώσει τη θηλιά που η ίδια επέβαλε στην πραγματική οικονομία. Το 2019 οι ασφαλιστικές εισφορές αυξάνονται κατά 15%, αλλά το ΣτΕ έχει στείλει μήνυμα στην κυβέρνηση ότι πρέπει να βάλει πλαφόν. Έτσι εξετάζονται μειώσεις για εισοδήματα από 30.000 ευρώ το χρόνο και πάνω που θα μπορούν να γίνονται σταδιακά.