Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Δεν μπορώ να διαβάζω αηδίες και καραγκιοζισμούς! Άκου, «ωμή και προκλητική παρέμβαση του πρωθυπουργού στη Δικαιοσύνη», επειδή «προδίκασε» (:δηλαδή εξέφρασε την εκτίμησή του) για το αποτέλεσμα των προσφυγών ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά του νόμου Παπά για την ακύρωση του διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες»!
Γιατί υποκρίνεστε και σαχλαμαρίζετε όλοι στο ζήτημα; Πότε θα μάθετε πως η εντιμότητα στην πολιτική και ο πραγματισμός στα νομικά είναι αυτά που ορίζουν το επίπεδο ηθικής στη κοινωνία και στην πολιτική διαδικασία;
Δεν έχετε αντιληφθεί πως η «δομή του νόμου» στην Ελλάδα (the structure of low), συστηματικώς μετά το 2010, στηρίζεται στη καταχρηστική εφαρμογή του λεγομένου Δικαίου της Ανάγκης; Κάνετε όλοι σας πως αγνοείτε την σοβαρή αυτή παθολογία στη λειτουργία της Ελληνικής Δημοκρατίας; Είναι η πρώτη φορά, κυρίως κατά την εποχή των μνημονίων – που αλλοίωσαν σε κρίσιμο βαθμό την συνταγματική τάξη της Ελλάδας – που η κυβέρνηση καταφεύγει καταχρηστικά στη λύση του άρθρου 44 § 1 (: περί εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης), καθώς, έτσι – και στην ουσία – την ενέργειά της δεν νομιμοποιείται να ελέγξει κάποιο δικαστήριο;
Δεν ξέρετε πως, στη βάση αυτού του καθεστώτος που έχει παγιωθεί διαστροφικώς στην πολιτική κουλτούρα και στον νομικό πολιτισμό της πατρίδας μας, το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν μπορεί να γνωμοδοτήσει υπέρ ενός νόμου που είναι αντισυνταγματικός, μπορεί, ωστόσο, να γνωμοδοτήσει υπέρ του Υπουργού Επικρατείας, στην περίπτωσή μας; Κάνετε, δήθεν σοβαροί και καταρτισμένοι πολιτικοί και νομικοί, πως δεν γνωρίζετε τι είναι αυτό που συνδέει σήμερα το Συμβούλιο της Επικρατείας με τον Υπουργό Επικρατείας;
Το εκχυδαϊσμένο Δίκαιο της Ανάγκης τους συνδέει! Μα, το Δίκαιο της Ανάγκης είναι για άλλες περιπτώσεις και όχι όταν ο αρμόδιος για να δώσει την άδεια στα κανάλια είναι ο υπουργός κατόπιν συμφώνου γνώμης του ΕΣΡ, το οποίο, ωστόσο, δεν υπάρχει! Το ΕΣΡ είχε πρόβλημα νόμιμης συγκρότησης. Είχε κριθεί αντισυνταγματική η παράταση της λειτουργίας του και για αυτό είχαμε διάφορα παραπλανητικά στην ουσία κοινοβουλευτικά επεισόδια πριν από τον διαγωνισμό για να ξεκαθαρίσει δήθεν η κατάσταση και να ακολουθηθεί η επίμαχη διαδικασία. Αυτό δεν έγινε και έτσι η κυβέρνηση ακολούθησε το τέχνασμα της νομοθέτησης της μεταβίβασης των αρμοδιοτήτων του ΕΣΡ στον Υπουργό Επικρατείας – για πρώτη και μόνο μία φορά και κάτω από συνθήκες έκτακτης ανάγκης, όπως αυτή αυθεντικώς το όρισε – καθώς εάν ακολουθείτο κατά γράμμα το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο οι τηλεοπτικοί σταθμοί θα έπρεπε να είχαν ήδη κλείσει αφού δεν διαθέτουν την απαραίτητη αδειοδότηση και ήδη είναι παράνομοι!
Τι γίνεται δηλαδή εδώ; Ζητείς από τον δικαστή να σου λύσει ένα πρόβλημα που ορίζει αυθεντικώς αν και απολύτως καταχρηστικώς η εκτελεστική εξουσία! Έ, αυτό δεν είναι απλώς μιθριδατισμός, είναι απατεωνιά και ανεντιμότητα που υποκρύπτει πολιτικάντικες και κομπιναδόρικες οικονομικώς σκοπιμότητες.
Αγαπητέ αναγνώστη, η Ελλάδα έχει διολισθήσει βαθειά στη κατάχρηση του Δικαίου της Ανάγκης κακοποιώντας /προσβάλλοντας συστηματικά καί την έννοια του «επείγοντος», αλλά κυρίως αυτή της «απρόβλεπτης ανάγκης». Προσπάθησε να καταλάβεις πού έχουμε μπλέξει – και δεν μπορεί να μας ξεμπλέξει ο Σύμβουλος Επικρατείας, καθώς το ζήτημα είναι αμιγώς πολιτικό: ‘Έχουμε σχεδόν εθιστεί σαν τοξικομανείς στα μέτρα έκτακτης ανάγκης, που έτσι αποβάλλουν τον εξαιρετικό χαρακτήρα τους και μετατρέπονται σε μια υπόθεση ρουτίνας.
Είναι ρουτίνα πλέον η καταστρατήγηση του πνεύματος του συντακτικού νομοθέτη και αυτό είναι μείζον πολιτικό πρόβλημα που προσδίδει τη διάσταση φάρσας στο δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας μας. Φτάσαμε ακόμη και στο τηλεοπτικό φαινόμενο το έκτακτο να αντικαθιστά τη κανονικότητα… με την δικαιολογία πως η κανονικότητα ήταν ανέφικτη!
Λυπάμαι, αναγνώστη μου, αν δεν μεταβληθεί αμέσως αυτή η «ρουτίνα», το δημοκρατικό-αστικό καθεστώς στην Ελλάδα δεν θα έχει μέλλον. Αυτή η «ρουτίνα» σκοτώνει ή νεκρώσει καθημερινά το ζητούμενο της ελευθερίας και της ισότητας στη καρδιά των ελλήνων, παθητικοποιεί τον πολίτη και παραλύει τον δικαστή. Και σε αυτή την περίπτωση τη δημοκρατική κανονικότητα κανένα σύνταγμα, κανένας νόμος κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να σώσει. Κανείς δεν μπορεί να μας σώσει πλέον, φίλε μου, αν συνεχίσουμε να νομιμοποιούμε πολιτικώς το Δίκαιο της Ανάγκης, αντί να αγωνιζόμαστε για τον διαρκώς μεγαλύτερο περιορισμό της εφαρμογής του!