Από τους 8.300 εκατομμύρια τόνους πλαστικού που είχαν κατασκευαστεί μέχρι το τέλος του 2015, 6.300 εκατομμύρια τόνοι απορρίφθηκαν. Τα περισσότερα από αυτά τα πλαστικά απόβλητα βρίσκονται ακόμα γύρω μας, σε χωματερές ή στο περιβάλλον. Μικροπλαστικά έχουν βρεθεί στους θαλάσσιους πάγους της Ανταρκτικής, στα εντόσθια ζώων που ζουν στα βάθη των ωκεανών και στο πόσιμο νερό σε όλο τον κόσμο. Στην πραγματικότητα, τα πλαστικά απόβλητα είναι πλέον τόσο διαδεδομένα που οι ερευνητές έχουν προτείνει ότι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως γεωλογικός δείκτης της Ανθρωπόκαινου Εποχής.
Τι θα γινόταν όμως αν μπορούσαμε με έναν μαγικό τρόπο να αφαιρέσουμε όλα τα πλαστικά από τη ζωή μας; Θα ήταν σίγουρα μια δελεαστική προοπτική για το καλό του πλανήτη, αλλά γρήγορα θα διαπιστώναμε πόσο βαθιά έχει εισχωρήσει το πλαστικό σε κάθε πτυχή της ζωής μας.
Τα πλαστικά όπως τα γνωρίζουμε σήμερα είναι μια εφεύρεση του 20ου αιώνα. Ο βακελίτης, το πρώτο πλαστικό που κατασκευάστηκε από ορυκτά καύσιμα, εφευρέθηκε το 1907. Η παραγωγή συνθετικών πλαστικών για ευρεία κατανάλωση ξεκίνησε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Έκτοτε, η παραγωγή πλαστικών αυξάνεται σχεδόν κάθε χρόνο, από δύο εκατομμύρια τόνους το 1950 σε 380 εκατομμύρια τόνους το 2015. Αν συνεχιστεί με αυτόν τον ρυθμό, το πλαστικό θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει το 20% της παραγωγής πετρελαίου μέχρι το 2050.
Σήμερα, η βιομηχανία συσκευασίας είναι μακράν ο μεγαλύτερος χρήστης παρθένου πλαστικού. Το πλαστικό όμως βρίσκεται και στα κτίρια, τις μεταφορές και άλλες ζωτικές υποδομές μας, για να μην αναφέρουμε τα έπιπλα, τις συσκευές, τις τηλεοράσεις, τα χαλιά, τα τηλέφωνα, τα ρούχα και αμέτρητα άλλα καθημερινά αντικείμενα.
Αυτό σημαίνει ότι είναι δύσκολο να υπάρξει ένας κόσμος χωρίς καθόλου πλαστικό. Ωστόσο, το να φανταστούμε πώς θα άλλαζε η ζωή μας χωρίς αυτό, μπορεί να μας βοηθήσει να σκεφτούμε πώς να διαμορφώσουμε μια νέα, πιο βιώσιμη σχέση με αυτά.
Στα νοσοκομεία, η απώλεια του πλαστικού θα ήταν καταστροφική. «Φανταστείτε να προσπαθείτε να λειτουργήσετε μια μονάδα αιμοκάθαρσης χωρίς πλαστικό», δήλωσε στο BBC η Σάρον Τζορτζ, ανώτερη λέκτορας περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και πράσινης τεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο Keele στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Το πλαστικό χρησιμοποιείται σε γάντια, σωλήνες, σύριγγες, σακούλες αίματος, σωληνάρια δειγμάτων και πολλά άλλα αντικείμενα. Μετά την ανακάλυψη της παραλλαγής της νόσου Creutzfeldt-Jakob (vCJD) το 1996, τα συνήθη χειρουργικά εργαλεία πολλαπλών χρήσεων έχουν αντικατασταθεί ακόμη και από εκδόσεις μιας χρήσης για ορισμένες επεμβάσεις.
Σύμφωνα με μια μελέτη, μια μόνο επέμβαση αμυγδαλεκτομής σε νοσοκομείο του Ηνωμένου Βασιλείου, μπορεί να παράγει περισσότερα από 100 ξεχωριστά κομμάτια πλαστικών αποβλήτων. Ενώ ορισμένοι χειρουργοί έχουν υποστηρίξει ότι το πλαστικό μιας χρήσης χρησιμοποιείται υπερβολικά στα νοσοκομεία, αυτή τη στιγμή πολλά πλαστικά ιατρικά αντικείμενα είναι απαραίτητα και χωρίς αυτά θα χάνονταν ζωές.
Χρησιμοποιούμε τις συσκευασίες για να προστατεύουμε τα τρόφιμα από ζημιές κατά τη μεταφορά και να τα διατηρούμε αρκετά ώστε να φτάσουν στα ράφια των σούπερ μάρκετ, αλλά και για την επικοινωνία και το μάρκετινγκ. «Δεν μπορώ να φανταστώ πώς το πλαστικό θα μπορούσε να αντικατασταθεί πλήρως στο σύστημά μας», δήλωσε στο BBC η Ελένη Ιακωβίδου, λέκτορας περιβαλλοντικής διαχείρισης στο Πανεπιστήμιο Brunel του Λονδίνου.
Οι αλυσίδες εφοδιασμού των σούπερ μάρκετ έχουν σχεδιαστεί για να πωλούν τα προϊόντα τους συσκευασμένα. Έρευνα της βρετανικής φιλανθρωπικής οργάνωσης WRAP για τη μείωση των αποβλήτων, διαπίστωσε ότι η πλαστική συσκευασία παρατείνει τη διάρκεια ζωής του μπρόκολου κατά μία εβδομάδα όταν διατηρείται στο ψυγείο και των μπανανών κατά 1,8 ημέρες σε θερμοκρασία δωματίου – αν και για τα μήλα, τα αγγούρια και τις πατάτες, το πλαστικό δεν έκανε καμία διαφορά.
Η αντικατάσταση των πλαστικών συσκευασιών θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στο περιβάλλον. Ενώ το γυαλί έχει κάποια πλεονεκτήματα έναντι του πλαστικού, όπως το ότι μπορεί να ανακυκλώνεται συνεχώς, ένα γυάλινο μπουκάλι του ενός λίτρου μπορεί να ζυγίζει έως και 800 γραμμάρια σε σύγκριση με ένα πλαστικό που ζυγίζει 40 γραμμάρια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα γυάλινα μπουκάλια να έχουν μεγαλύτερο συνολικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο σε σύγκριση με τα πλαστικά δοχεία για το γάλα, τους χυμούς φρούτων και τα ανθρακούχα ποτά, για παράδειγμα. Όταν αυτά τα βαρύτερα μπουκάλια και βάζα μεταφέρονται σε μεγάλες αποστάσεις, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα αυξάνονται ακόμη περισσότερο. Και αν τα οχήματα με τα οποία μεταφέρονται δεν περιέχουν πλαστικό, τα ίδια θα είναι βαρύτερα, πράγμα που σημαίνει ακόμη περισσότερες εκπομπές.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει το δημοσίευμα του BBC, η αντικατάσταση των πλαστικών συσκευασιών με γυάλινες, θα ήταν το εύκολο μέρος, γιατί εκτός από τις συσκευασίες, στη γαλακτοβιομηχανία χρησιμοποιούνται πλαστικοί σωλήνες που μεταφέρουν το γάλα από την αγελάδα στο μπουκάλι.
Επιπλέον, θα χρειαζόμασταν μικρότερες αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων, όπως για παράδειγμα, λαϊκές αγορές και συστήματα γεωργίας που υποστηρίζονται από την κοινότητα. Δεδομένου όμως ότι πάνω από το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού ζει πλέον σε πόλεις, θα πρέπει να αλλάξουμε δραστικά τον τόπο και τον τρόπο με τον οποίο καλλιεργούμε τα προϊόντα που καταναλώνουμε. Δεν θα ήταν ακατόρθωτο εγχείρημα, λέει η Ιακωβίδου, αλλά «πρέπει να αφιερώσουμε χρόνο για να το κάνουμε και πρέπει επίσης να μειώσουμε την ποσότητα του φαγητού που καταναλώνουμε».
Η ζωή χωρίς πλαστικό θα απαιτούσε επίσης μια αλλαγή και στον τρόπο που ντυνόμαστε. Το 2018, το 62% των κλωστοϋφαντουργικών ινών που παράγονται παγκοσμίως ήταν συνθετικές, κατασκευασμένες από πετροχημικά. Ενώ το βαμβάκι και άλλες φυσικές ίνες, όπως η κάνναβη, θα ήταν καλά υποκατάστατα για ορισμένα από τα ρούχα μας, η κλιμάκωση της παραγωγής θα είχε κόστος. Το βαμβάκι καλλιεργείται ήδη στο 2,5% της καλλιεργήσιμης γης παγκοσμίως, αλλά αντιπροσωπεύει το 16% της χρήσης εντομοκτόνων, θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία των αγροτών και μολύνοντας τα αποθέματα νερού. Χωρίς το πλαστικό, θα πρέπει να απαρνηθούμε τη γρήγορη μόδα (fast fashion) και να επιλέγουμε πιο ανθεκτικά ρούχα που θα μπορούμε να φοράμε για χρόνια.
Επίσης, θα ξεμέναμε γρήγορα από παπούτσια. Πριν την εμφάνιση του συνθετικού πλαστικού, τα παπούτσια κατασκευάζονταν συνήθως από δέρμα. Σήμερα όμως, ο παγκόσμιος πληθυσμός έχει αυξηθεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2020 κατασκευάστηκαν 20,5 δισεκατομμύρια ζευγάρια υποδημάτων.
Ωστόσο, ένας κόσμος χωρίς πλαστικό θα είχε και τα θετικά του. Για παράδειγμα, θα αποφεύγαμε τις βλαβερές συνέπειες που έχει στην υγεία μας. Η μετατροπή του πετρελαίου και του φυσικού αερίου σε πλαστικό, απελευθερώνει τοξικά αέρια που μολύνουν τον αέρα και επηρεάζουν τις τοπικές κοινότητες. Επιπλέον, οι χημικές ουσίες που προστίθενται κατά την παραγωγή των πλαστικών μπορούν να διαταράξουν το ενδοκρινικό σύστημα, το οποίο παράγει ορμόνες που ρυθμίζουν την ανάπτυξή μας. Δύο χημικές ουσίες που διαταράσσουν το ενδοκρινικό σύστημα (EDCs) είναι οι φθαλικές ενώσεις, που χρησιμοποιούνται για να μαλακώνουν το πλαστικό αλλά βρίσκονται και σε πολλά καλλυντικά, και η δισφαινόλη Α (BPA), που χρησιμοποιείται για να σκληραίνει το πλαστικό και χρησιμοποιείται συνήθως στην επένδυση των κονσερβών.
«Ενώ αυτές οι φθαλικές ενώσεις ή η BPA είναι σημαντικές για τη δομή του πλαστικού, δεν είναι χημικά δεσμευμένες σε αυτό», δήλωσε στο BBC η Σάνα Σον, καθηγήτρια περιβαλλοντικής ιατρικής και δημόσιας υγείας στην Ιατρική Σχολή Icahn στο Mount Sinai της Νέας Υόρκης. Αυτό σημαίνει ότι αυτές οι χημικές ουσίες μπορούν να διαρρεύσουν στο τρόφιμο και να καταλήξουν στον οργανισμό μας.
Ορισμένες φθαλικές ενώσεις μπορούν να επηρεάσουν την παραγωγή τεστοστερόνης, μειώνοντας τον αριθμό των σπερματοζωαρίων και αυξάνοντας τα προβλήματα γονιμότητας στους άνδρες. Η BPA, από την άλλη πλευρά, μιμείται τα οιστρογόνα και έχει συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο αναπαραγωγικών προβλημάτων στις γυναίκες. Αλλά οι επιπτώσεις επεκτείνονται και πέρα από τη γονιμότητα. «Το εύρος των επιδράσεων των ενώσεων αυτών είναι εντυπωσιακό», γράφει η Σουαν στο βιβλίο της, «Count Down». «Έχουν συνδεθεί με πολυάριθμες δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία σε όλα σχεδόν τα βιολογικά συστήματα, όχι μόνο στο αναπαραγωγικό, αλλά και στο ανοσολογικό, το νευρολογικό, το μεταβολικό και το καρδιαγγειακό σύστημα».
Η έκθεση σε EDCs κατά τη διάρκεια κρίσιμων περιόδων ανάπτυξης του εμβρύου μπορεί να έχει μακροχρόνιες επιπτώσεις. «Εάν η μητέρα είναι έγκυος και εκτεθεί σε πλαστικά ή άλλα χημικά που μεταβάλλουν την ανάπτυξη του εμβρύου, οι αλλαγές αυτές είναι δια βίου, μη αναστρέψιμες», λέει η Σουάν. Αυτό σημαίνει ότι, παρόλο που η διακοπή της χρήσης των πλαστικών θα μείωνε την έκθεσή μας σε αυτές τις ουσίες, οι επιπτώσεις τους θα εξακολουθούσαν να επηρεάζουν τουλάχιστον τις επόμενες δύο γενιές.
Τι θα κάνουμε όμως με το πλαστικό που βρίσκεται ήδη στους ωκεανούς;
«Υπάρχουν κάποια υλικά που βρίσκονται στον πυθμένα της θάλασσας και δεν πρόκειται να πάνε πουθενά, είναι πλεόν μέρος του οικοσυστήματος», είπε στο BBC η Τσέλσι Ρότσμαν, επίκουρη καθηγήτρια στο τμήμα οικολογίας και εξελικτικής βιολογίας του Πανεπιστημίου του Τορόντο.
Μπορούμε όμως να καθαρίσουμε τους ωκεανούς και τις θάλασσες από τα πλαστικά. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι τα περισσότερα πλαστικά που επιπλέουν στον ωκεανό θα ξεβραστούν ή θα θαφτούν τελικά κατά μήκος των ακτών. Προς το παρόν, ορισμένα από αυτά τα πλαστικά απομακρύνονται με παγίδες απορριμμάτων και με τον παραδοσιακό καθαρισμό των παραλιών. Η απομάκρυνση τους θα έκανε τη διαφορά για τη θαλάσσια άγρια ζωή. «Θα είχαμε λιγότερα ζώα που θα ξεβράζονταν στην παραλία με πλαστικά στην κοιλιά τους και λιγότερες εμπλοκές», τόνισε η καθηγήτρια.
Η απομάκρυνση των μεγαλύτερων κομματιών πλαστικών απορριμμάτων θα σταματούσε επίσης τη διάσπασή τους σε μικροπλαστικά. Τα περισσότερα από τα μικροπλαστικά που βρέθηκαν μακριά από τις ακτές είναι από τη δεκαετία του 1990 ή νωρίτερα, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα μεγαλύτερα κομμάτια χρειάζονται δεκαετίες για να διασπαστούν. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη κι αν σταματούσαμε σήμερα να πετάμε πλαστικά, τα μικροπλαστικά θα συνέχιζαν να αυξάνονται τις επόμενες δεκαετίες. Αφαιρώντας όμως τα υπάρχοντα απορρίμματα, θα μπορούσαμε να σταματήσουμε αυτό το κύμα.
Σε έναν κόσμο χωρίς πλαστικό, η κατασκευή νέων ειδών πλαστικού από φυτά φαίνεται δελεαστική. Ήδη χρησιμοποιούνται πλαστικά βιολογικής προέλευσης που έχουν πολλές από τις ίδιες ιδιότητες με τα πετροχημικά πλαστικά. Το πολυγαλακτικό οξύ (PLA) με βάση το άμυλο καλαμποκιού, για παράδειγμα, χρησιμοποιείται για την κατασκευή καλαμακιών. Mπορούν να κατασκευαστούν από τα βρώσιμα μέρη των φυτών, όπως η ζάχαρη ή το καλαμπόκι, ή από φυτικό υλικό που δεν είναι κατάλληλο για κατανάλωση, όπως η βαγάσση, ο πολτός που απομένει μετά τη σύνθλιψη του ζαχαροκάλαμου. Ορισμένα, αλλά όχι όλα, είναι βιοδιασπώμενα ή κομποστοποιήσιμα. Αλλά τα περισσότερα από αυτά τα πλαστικά χρειάζονται ακόμα προσεκτική επεξεργασία για να διασφαλιστεί ότι δεν θα παραμείνουν στο περιβάλλον.
Η εκχέρσωση της γης για καλλιέργειες θα έχει επιπτώσεις στα οικοσυστήματα και τη βιοποικιλότητα. Τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα συνοδεύονται από εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και μπορούν να μολύνουν τα τοπικά ποτάμια και τις λίμνες. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι η αντικατάσταση των συμβατικών πλαστικών με εναλλακτικά βιολογικής προέλευσης, θα μπορούσε να απαιτεί μεταξύ 300 με 1650 τρισεκατομμύρια λίτρα νερού κάθε χρόνο, δηλαδή μεταξύ 3% και 18% του παγκόσμιου μέσου υδατικού αποτυπώματος νερού. Οι καλλιέργειες τροφίμων θα μπορούσαν να καταλήξουν να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή πλαστικού, θέτοντας σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια. Στη συνέχεια, οι καλλιέργειες θα χρειάζονταν περισσότερη διύλιση για να φτάσουν στο βιολογικό ισοδύναμο του αργού πετρελαίου, το οποίο απαιτεί ενέργεια και θα οδηγούσε στην παραγωγή εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Επίσης, η παραγωγή πλαστικού από φυτά δεν θα έλυνε απαραίτητα τα προβλήματα υγείας που συνδέονται με το υλικό. Αν και η έρευνα για το θέμα είναι λιγοστή, είναι πιθανό ότι παρόμοια πρόσθετα με εκείνα που χρησιμοποιούνται στα συμβατικά πλαστικά θα χρησιμοποιούνταν και στα εναλλακτικά υλικά με βιολογική βάση, εκτιμά η Ιακωβίδου. Αυτό συμβαίνει επειδή οι ιδιότητες που χρειάζονται τα υλικά είναι οι ίδιες.
«Η τύχη των προσθέτων είναι αυτό που με ανησυχεί περισσότερο», σημειώνει. Εάν τα πλαστικά βιολογικής βάσης αναμειχθούν με απόβλητα τροφίμων και κομποστοποιηθούν, ό,τι υπάρχει στο πλαστικό θα εισέλθει στο διατροφικό μας σύστημα.
Είναι σαφές ότι η αντικατάσταση ενός υλικού με ένα άλλο δεν θα λύσει όλα τα προβλήματα. Η μεγαλύτερη αλλαγή που θα αντιμετωπίζαμε, λοιπόν, θα ήταν η επαναξιολόγηση της κουλτούρας της απόρριψης. Θα πρέπει να αλλάξουμε όχι μόνο τον τρόπο με τον οποίο καταναλώνουμε αντικείμενα – από ρούχα και τρόφιμα μέχρι πλυντήρια και τηλέφωνα – αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τα παράγουμε.
ΠΗΓΗ: BBC