Γράφει η Κυριακή Μυτιληνιού
Μόνο προκλητική μπορεί να θεωρηθεί η τακτική που ακολουθεί ο πρωθυπουργός της Αλβανίας, Έντι Ράμα, προς την Ελλάδα, αναφορικά με το θέμα της «Τσαμουριάς».
Το θέμα των «Τσάμηδων» ξεκίνησε να απασχολεί την Αλβανία από τα μέσα της δεκαετίας του 90’, λόγω της πίεσης που ασκεί, τόσο το κόμμα των Τσάμηδων, PDIU, όσο και ο ‘’Σύνδεσμος της Τσαμουριάς’’, ο οποίος αποτελεί μια άτυπη Βουλή. Σταδιακά οι πιέσεις γίνονται όλο και πιο έντονες, διαμορφώνοντας, όχι μόνο αλυτρωτικά συναισθήματα, στον αλβανικό πληθυσμό, αλλά και ανθελληνικά.
Αρωγός στην προσπάθεια της Αλβανίας, για την προώθηση και επίλυση του συγκεκριμένου ζητήματος, αποτελεί η Τουρκία. Με την σειρά της, και η Τουρκία, συνεχώς πυροδοτεί εντάσεις έναντι της Ελλάδας. Συγκεκριμένα, ο Υπουργός Εξωτερικών Τουρκίας, Μελβούτ Τσαβούσογλου, δήλωσε ότι «τα Ίμια είναι τούρκικο έδαφος», επιφέροντας νέα αναστάτωση στο πολιτικό προσκήνιο.
Επομένως, οι δύο αυτές χώρες, γειτονικές προς την Ελλάδα, συνεργάζονται στενά και αλληλοϋποστηρίζονται. Άλλωστε, και ο ίδιος ο Έντι Ράμα, στην συνέντευξή του στις «Ιστορίες» του ΣΚΑΪ και στον Αλέξη Παπαχελά, σκιαγράφησε τις σχέσεις του με την Τουρκία λέγοντας πως «Δεν είναι μυστικό ότι έχουμε φτιάξει μια στρατηγική συνεργασία με την Τουρκία, δεν είναι μυστικό ότι είμαι καλός φίλος με τον πρόεδρο, δεν είναι μυστικό ότι έχουμε πολύ καλές σχέσεις…».
Η Αλβανία από το 2009, που έκανε επίσημη αίτηση για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, άλλαξε άρδην την πολιτική της σε μια περισσότερο φιλοευρωπαϊκή, επιθυμώντας να γίνει κομμάτι μιας Μεγάλης Ευρώπης, στην οποία τα σύνορα δεν θα διαδραματίζουν κανέναν, απολύτως, ρόλο. Το φαινόμενο όμως να ενστερνιστείς τον ανταγωνιστικό καπιταλισμό της Ευρώπης και να προσπαθείς να δημιουργήσεις την εντύπωση φιλικά προσκείμενου κράτους, δεν αναιρεί τις αρχικές του βλέψεις και προσδοκίες.
Ακριβώς, λοιπόν, επειδή η Αλβανία επιδιώκει να γίνει μια ακόμα χώρα της ΕΕ, επιμένει στο ζήτημα «Τσουμαριάς», το οποίο αποτελεί εθνικό τους ζήτημα και αφορά τον σεβασμό στις μειονότητες. Και, φυσικά, απαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της υποψήφιας προς ένταξη χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η εκπλήρωση των πολιτικών κριτηρίων, ένα από τα οποία είναι σεβασμός και προστασία των μειονοτήτων.
Η προώθηση του θέματος συνεχίζει δυναμικά και έχει ξεκινήσει, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Έντι Ράμα, μια κοινή προσπάθεια (Ελλάδας-Αλβανίας), προκειμένου να ξεπεραστούν τα ζητήματα μεταξύ τους.
Τα γεγονότα, αντιθέτως, αποδεικνύουν πως από την πλευρά της Αλβανίας υπάρχει έντονη επιθετικότητα και ανταγωνιστικότητα σε βάρος της Ελλάδας, δίχως να δίνεται το βήμα για ουσιαστικό και πνευματώδη διάλογο. Όταν η Γ.Γ. και βουλευτής του PDIU, Μεσίλα Ντοντα, αναφέρεται στο ζήτημα ως γενοκτονία και εθνοκάθαρση, με συναισθηματικούς χρωματισμούς αναφέρει την ιστορία των Τσάμηδων και τονίζει πως η Ελλάδα ταυτίζεται με το χιτλερικό καθεστώς, καθώς δεν αναγνωρίζει το έγκλημά της, σ’ αυτήν την περίπτωση δεν τίθεται θέμα κοινής συνεννόησης.
Οι προθέσεις της Αλβανίας δεν είναι ιδιαίτερα φιλικές και εμμένουν στον διαχρονικό τους στόχο, να προωθήσουν την αλβανοποίηση των περιοχών στα σύνορα και να εξαλείψουν κάθε ελληνικό στοιχείο τους. Κάθε χώρα με το συμφέρον της.