Γράφει ο Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα; Μια κοινωνία που αντιμετωπίζει μια πρωτοφανή επίθεση στα εισοδήματα και τα ασφαλιστικά δικαιώματα, όταν είχαν ήδη δημιουργηθεί οι συνθήκες για σταθερή αναπτυξιακή πορεία που θα επέτρεπε την σταδιακή αναστροφή των πληγών μιας πενταετούς λιτότητας, περιμένει από την αντιπολίτευση προτάσεις για ισοδύναμα μέτρα, για περαιτέρω επενδυτικό άνοιγμα, για γενναίες μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις, κι αυτή αναλώνει μέρες και μέρες για να καθορίσει το αντίτιμο της συμμετοχής σε μια εσωκομματική διαδικασία και να επιλέξει μια εταιρεία που θα διεξαγάγει το εγχείρημα με αξιόπιστο τρόπο.
Αν υπάρχει κάτι που αξίζει να κρατήσουμε από αυτή τη διαμάχη δεν είναι ούτε ο τρόπος καθορισμού του τιμήματος, ούτε η όψιμη αμφισβήτηση ενός αποδεκτού διαγωνισμού που αφήνει υπονοούμενα λαθροχειρίας. Αυτός που θέλει να συμμετάσχει δεν θα αποθαρρυνθεί από το κόστος λίγων παραπάνω ευρώ, ούτε δίνει εικόνα σοβαρότητας να σέρνονται υποψίες για ραδιουργίες σε σχέση με την έκδοση του αποτελέσματος. Ουσιαστικό ζήτημα είναι ο καθορισμός της ιδιότητας του μέλους, των υποχρεώσεων και των ευθυνών που απορρέουν από αυτή και η ισονομία ανάμεσα σε παλιά και νέα μέλη.
Αν η ΝΔ δεν θέλει να καταντήσει η εκλογή νέου αρχηγού σαν τα… παράδοξα του Ζήνωνα, οφείλουν να επιδοθούν σε έναν συντονισμένο αγώνα αύξησης της συμμετοχής γιατί αλλιώς η πραγματική αμφισβήτηση και το διαρκές εσωτερικό θέμα που μπορεί να προκύψει είναι η περιορισμένη απήχηση του επόμενου προέδρου. Όταν το 2009 με το ποσοστό της να βρίσκεται στο 33% κατόρθωσε να συνεγείρει 760 χιλιάδες συμπολίτες μας, ενώ σήμερα με την εκλογική δύναμη στο 28%, ακούγονται φωνές που θεωρούν ικανοποιητική μια συμμετοχή το πολύ 300 χιλιάδων ατόμων.
Η συγκυρία μπορεί να μην είναι η ίδια, η απογοήτευση των πολιτών από το πολιτικό σύστημα να έχει ενταθεί, οι εκτιθέμενοι υποψήφιοι να υπολείπονται σε αίγλη ή συγκρουσιακής ταύτισης του βασικού δίπολου της προηγούμενης φοράς αλλά υπερβολικά χαμηλή συμμετοχή θα αποτελεί σημάδι γενικευμένης απαξίωσης. Φυσικά σε μια απολύτως ανοικτή διαδικασία υπάρχει ο κίνδυνος αλλοίωσης του εκλογικού σώματος με συμμετοχή άσχετων με τον συγκεκριμένο ιδεολογικό χώρο. Είναι όντως τόσο μεγάλος και καθοριστικός αυτός ο κίνδυνος;
Η αλήθεια είναι ότι ειδικά στην περιφέρεια όπου σχεδόν οι πάντες γνωρίζονται με τους πάντες είναι αξεπέραστο στίγμα, που δεν αξίζει το ρίσκο, το να επιχειρήσεις να παραστήσεις τον οπαδό ενός κόμματος ενώ δεν ανήκεις σε αυτό. Αυτός ο κίνδυνος είναι υπαρκτός στις μεγαλουπόλεις και κυρίως στην Αττική. Ένα σημαντικό μέρος αυτού του κινδύνου θα απαλείφονταν αν διατηρούνταν ενημερωμένοι κατάλογοι μελών όλων των κομμάτων επί των οποίων θα μπορούσε το Υπ. Εσωτερικών να κάνει αντιπαραθέσεις στοιχείων ώστε να ανακαλύπτονται διπλοεγγεγραμμένοι χωρίς να τίθεται σε αμφισβήτηση η προστασία των προσωπικών δεδομένων.
Αν δεν θες να αποκλείσεις αγνούς αγωνιστές της παράταξης που ανήκουν στα 2-2,5 εκατομμύρια συνεπών ψηφοφόρων που ποτέ δεν επιθύμησαν την ανάμειξη τους στην μικροκομματική καθημερινότητα, ούτε θέλησαν να εξαργυρώσουν τα πιστεύω τους, οφείλεις να συνδυάζεις την ιδιότητα του μέλους (με σημαντική ετήσια συμμετοχή) με σειρά “παροχών” με κυριότερη την μεγαλύτερη επιρροή στη λήψη των τελικών αποφάσεων και την αξιοκρατική αξιοποίηση κάθε μέλους μακριά από φοβικές ομαδοποιήσεις.
Μόνο έχοντας δημιουργήσει τις συνθήκες για εντονότερη εμπλοκή των πολιτών στα κομματικά δρώμενα θα δικαιολογείσαι να θέτεις χρονικά όρια για τον τελικό καθορισμό των εκλογικών καταλόγων και τον αποκλεισμό όχι μόνο από την παρούσα αλλά κι από την επόμενη εκλογική διαδικασία. Αλλιώς κατηγορείς αδίκως την κοινωνία για την αδιαφορία που ο ίδιος εξέθρεψες με την νοοτροπία και τις πράξεις σου.