Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Το πολιτικό συμπέρασμα των επτά χρόνων συντεταγμένες πτώχευσης της Ελλάδας με εσωτερική υποτίμηση είναι σαφές: το decision-making πραγματοποιείται στο Βερολίνο, ενώ το opinion-making παραμένει υπόθεση των Αθηνών – με διεθνή ασφαλώς υποστήριξη.
Αυτό δεν άλλαξε επί κυβερνήσεων Αλέξη Τσίπρα, με δραματικές συνέπειες ως προς το πραγματικό, εναλλακτικό δυναμικό της αριστεράς και ασφαλώς τον σχηματισμό της πολιτικής νομιμοποίησης των αποφάσεων και των ελληνικών κυβερνήσεων από τον ελληνικό λαό (: εκλογικό σώμα).
Το κυνικό ερώτημα αφορά στη σημασία των εκλογών. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί καλούμαστε πρόωρα στη κάλπη; Για να εκλέξουμε δημοκρατικά αυτόν που θα καταλύσει ως κυβερνήτης τη θεμελιώδη συντακτική συνθήκη του ελληνικού κράτους, που αφορά ασφαλώς στις αποφάσεις και όχι στον σχηματισμό κοινής γνώμης (και εκλογικού σώματος) υπέρ των αποφάσεων του Βερολίνου ή υπέρ της ανοχής των αποφάσεων του Βερολίνου, με επίκληση της ανάγκης για «πάση θυσία στο ευρώ»;
Αν ψηφίζουμε για τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης υπέρ της αποδοχής, έστω με βαριά καρδιά ή ακόμη και αγανάκτηση, των αποφάσεων του Βερολίνου, σημαίνει όχι απλώς πως η «ελληνική δημοκρατία» είναι κολοβή, αλλά πως είναι απολύτως παραπλανητική: Δεν πρόκειται για δημοκρατικό πολίτευμα, αλλά για επικοινωνιακή φάρσα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Γιατί το επισημαίνω; Για να μην έχουμε (πλέον) ψευδαισθήσεις ως προς τη ψήφο μας και τη σημασία της. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρότι δεν είχε στη διάθεσή του το ισχυρότερο δυναμικό των ελληνικών ΜΜΕ, αποδεικνύεται ικανότερος opinion maker υπέρ των αποφάσεων του Βερολίνου, σε σχέση με τους δεξιούς, κεντροδεξιούς και κεντροαριστερούς αντιπάλους του – για μα σειρά λόγους που θα αποτελέσουν το θέμα ενός άλλου σημειώματος.
Από τη στιγμή κατά την οποία η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ανέκρουσε πρύμναν ως προς την πολιτική διαπραγμάτευση του ελληνικού ζητήματος της ευρωζώνης, αποδεχόμενη τη συνέχιση της ίδιας μεθοδολογίας της τρόικας που εξελίχθηκε σε κουαρτέτο (επί της οποίας μεθοδολογίας εργάστηκαν αόκνως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις των μνημονίων), ουσιαστικά ακύρωσε τον εαυτό της ως αποφασιστικό παράγοντα. Αυτό στη συνέχεια οδήγησε φυσιολογικά στον υπερτονισμό της επικοινωνιακής της διάστασης και στο αντίστοιχο ενδιαφέρον για έλεγχο των ΜΜΕ.
Κοίταξε αναγνώστη μου, αν δεν αποφασίζεις εσύ και επιθυμείς παρόλα αυτά διακαώς να παραμείνεις κυβερνήτης, δεν έχεις άλλη επιλογή παρά να διαπρέψεις ως επικοινωνιακός παράγοντας. Δεν λέω δημαγωγός, επειδή θα ήμουν χυδαίος. Η επικοινωνία είναι πολύ ευρύτερη υπόθεση. Αν δεν πετύχεις στον ρόλο αυτό, είσαι χαμένος, καθώς δεν θα έχει σημασία για το λαό η ύπαρξή σου, υπό το συγκεκριμένο καθεστώς της τρόικας.
Κατάλαβες τώρα την πολιτική ουσία της ιλαροτραγωδίας με το δημοψήφισμα του «ΟΧΙ», το οποίο με κουτοπόνηρο τρόπο και σχετικά απλοϊκά – και με τη συμμετοχή και των κομμάτων της αντιπολίτευσης στη φάρσα – μετατράπηκε δια του τεχνάσματος του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών σε «ΝΑΙ»; Ήταν ένα επικοινωνιακό τεχνούργημα, το οποίο στην πραγματικότητα μετουσίωνε πλήρως τον ΣΥΡΙΖΑ από πολιτικό παράγοντα σε κεντρικό επικοινωνιακό (και μόνον) παράγοντα της ελληνικής κρίσης. Ορόσημο, λοιπόν, το δημοψήφισμα: μετουσίωσε πλήρως ένα κυβερνητικό και κυβερνών κόμμα, με εναλλακτικό-αριστερό μάλιστα προσωπείο, από αποφασιστικό παράγοντα σε αποκλειστικά επικοινωνιακό!
Αυτό είναι το πολιτικό δράμα της Ελλάδας και θα συνεχιστεί όσο το Βερολίνο αποφασίζει και η Αθήνα απλώς σε…. ψήνει! Στο «ψηστήρι» στη βάση αυτής της μείζονος ανωμαλίας, την οποία εντοπίζει ακόμη και η Süddeutsche Zeitung (: στο τέλος θα μείνει μια πικρή αλήθεια, ότι η Ελλάδα είναι χώρα που οι άλλοι αποφασίζουν για αυτήν…) εξειδικεύονται πλέον όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα εκτός από το ΚΚΕ και την ΧΑ. Αυτοί είτε υποβαθμίζουν τη σημασία των αποφάσεων στον καπιταλισμό (ΚΚΕ), είτε χυδαιολογούν ρατσιστικά περί γερμανικής κατοχής και μουσουλμανικής διείσδυσης (ΧΑ).
Καμία κατοχή και καμία διείσδυση ή εισβολή δεν συμβαίνει, άλλο πράγμα γίνεται, πολύ χειρότερο: Το φοβικό και άκρως υποκριτικό ελληνικό πολιτικό σύστημα κατέληξε να πολιτεύεται σαν σπεκουλαδόρος δημοσιογράφος, ενώ ο δημοσιογράφος να λειτουργεί σαν σπεκουλαδόρος πολιτικός, σε μια πολιτική περιοχή όπου θεμέλιο του πολιτεύματος είναι πλέον η τρόικα και κυβερνήτης το Βερολίνο.
Νομίζω πως, έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, το μόνον ουσιαστικό αίτημα από ελληνικής πλευράς θα ήταν να ψηφίζουμε καθολικώς οι έλληνες στις γερμανικές γενικές εκλογές. Αυτό το (πολιτικό) δικαίωμα δεν μπορεί κανείς πλέον να μας το αρνηθεί βάσιμα. Αυτό είναι ρεαλισμός – ρεαλισμός οριεντάλ ασφαλώς, συναφής ως έννοια με τον χορό οριεντάλ (που κάποιοι άλλοι opinion makers του «ενδόσιμου» life-style αποκαλούν βαρβαριστί χορό της κοιλιάς)…